οποία κυριαρχούσε φόβος για τον δρόμο που είχε πάρει η οικονομική ανάπτυξη. Οι ευκαιρίες για αξιοπρεπή ζωή φαινόταν πως όλο και περιορίζονταν και η «εργατική τάξη» ήταν αντιμέτωπη με ζοφερό μέλλον, το οποίο πολλοί αποκαλούσαν μισθωτή σκλαβιά. Εσχάτως, φιλελεύθεροι και προοδευτικοί εξετάζουν και πάλι αυτά τα ζητήματα, παρακινημένοι από την αίσθηση πως η αξιοπρεπής εργασία ανήκει στο παρελθόν: Η ηγεσία των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο έχει προτείνει τη θέσπιση κατώτατου ωρομισθίου στα 15 δολάρια και τεράστια αύξηση των επενδύσεων σε υποδομές, ενώ το Κέντρο για την Πρόοδο της Αμερικής έχει προτείνει εγγύηση των ομοσπονδιακών θέσεων εργασίας στο στυλ του Νιου Ντιλ. Πρόκειται για καλές ιδέες, όμως δεν αρκούν από μόνες τους. Δεν πρέπει να ελπίζουμε πως θα οικοδομήσουμε μια οικονομία με μεγαλύτερη ισότητα αν δεν αποκτήσουν οι εργαζόμενοι ισχυρά εργατικά συνδικάτα.
Στη διάρκεια και μετά το Νιου Ντιλ, τα εργατικά συνδικάτα είχαν διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στη δημιουργία της μεσαίας τάξης – όχι μόνο γιατί είχαν πετύχει την αύξηση των μισθών, αλλά επειδή είχαν συγκρουστεί με τις εταιρείες και την οικονομική και πολιτική εξουσία, που αποτελεί σήμερα το μεγαλύτερο εμπόδιο για την επίτευξη σοβαρής αλλαγής.
Οι βουλευτές των Δημοκρατικών γνωρίζουν πως το κόμμα τους έχει ιδρυθεί πάνω στην ιδέα πως οι πλούσιοι όταν συγκεντρώνουν πλούτο προσπαθούν να μετατρέψουν την οικονομική τους ισχύ σε πολιτική ισχύ και πως αν δεν ελεγχθούν τότε απειλείται η δημοκρατία. Πρέπει λοιπόν να προωθήσουμε μια νέα γενιά εργατικών συνδικάτων και ο καλύτερος τρόπος για να το πετύχουμε είναι προοδευτικοί βουλευτές να θέσουν τη μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας ως προτεραιότητα. Η σχετική νομοθεσία γράφτηκε τη δεκαετία του 1930, όταν κυριαρχούσαν στην οικονομία τα μεγάλα εργοστάσια και οι μεγάλες εταιρείες και πλέον δεν ανταποκρίνεται στη σημερινή οικονομία. Πρώτον, επειδή η νομοθεσία προέκυψε κατά την αντιπαράθεση των βιομηχανικών εργατών με μεγάλες εταιρείες ενθαρρύνει τη διαπραγμάτευση σε επίπεδο επιχείρησης. Πράγμα που ήταν σωστό όταν οι περισσότεροι εργάτες βρίσκονταν σε μεγάλα εργοστάσια, ωστόσο σήμερα οι επιχειρήσεις είναι πολύ μικρότερες, ακόμη και όταν ανήκουν ή ελέγχονται από μεγάλες εταιρείες.
Δεύτερον, η νομοθεσία θεωρεί τους εργοδότες υπεύθυνους μόνο για όσους εργάτες «απασχολούν» με την παλιομοδίτικη έννοια. Ομως οι σημερινοί εργαζόμενοι συχνά έχουν προσληφθεί από υπεργολάβους που δεν ασκούν πραγματική εξουσία επάνω τους. Το αποτέλεσμα είναι πως πολλοί εργάτες δεν έχουν το δικαίωμα να διαπραγματευτούν με όσους πραγματικά καθορίζουν τους κανόνες. Μερικές απλές αλλά γενναίες μεταρρυθμίσεις θα έκαναν μεγάλη διαφορά. Πρώτον, το Κογκρέσο θα μπορούσε να εγκρίνει διαπραγματεύσεις μεταξύ πολλών εργοδοτών ή ακόμη και κλαδικές διαπραγματεύσεις. Δεύτερον, το Κογκρέσο θα μπορούσε να διασφαλίσει πως οι εργαζόμενοι θα διαπραγματεύονται με τις εταιρείες που πραγματικά κερδίζουν από την εργασία τους διευρύνοντας τον νομικό ορισμό της πρόσληψης. Επίσης θα μπορούσε να ορίσει πως η ομοσπονδιακή εργατική νομοθεσία θα αποτελεί το ελάχιστο όριο αλλά όχι το ανώτατο, ακριβώς όπως γίνεται με τους μισθούς.
Του κ. W. Forbath, καθηγητή Νομικών και Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Τέξας. Και του κ. Br. Rogers, καθηγητή Νομικών στο Πανεπιστήμιο Temple.
Πηγή