σοκολατάκια για να κεράσουμε τους συναδέλφους μας. Η ώρα δεν έχει φτάσει ακόμα εννέα και έχουμε χαλάσει ήδη 60 ευρώ...
Πριν από 30 ή 40 χρόνια στην Ελλάδα ήταν πολύ σπάνιο να είναι κάποιος σπάταλος, ακριβώς γιατί τόσο τα χρήματα που διαθέταμε όσο και τα αγαθά στα οποία θα μπορούσαμε να ξοδέψουμε ήταν κατά κανόνα περιορισμένα. Αργότερα, όμως, τα πράγματα άλλαξαν· τη δεκαετία του ’90 και του 2000 κυρίως η σπατάλη και η υπερκατανάλωση σημάδεψαν την καθημερινότητά μας. Πολλοί από εμάς, άνδρες και γυναίκες, αγοράζαμε αγαθά -μιμούμενοι συχνά τα πρότυπα που βλέπαμε στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο και στα περιοδικά- χρησιμοποιώντας ενίοτε και χρήματα που δεν είχαμε, πληρώνοντας με πιστωτικές κάρτες, καταναλωτικά δάνεια κ.λπ. Σήμερα, η οικονομική κρίση μπορεί να μας περιόρισε, σίγουρα όμως δεν φρέναρε εντελώς τη ροπή προς τη σπατάλη κάποιων από εμάς, που είμαστε παρορμητικοί και δεν τείνουμε να ξοδεύουμε μόνο χρήματα αλλά και συναισθήματα ή χρόνο. Ας δούμε, λοιπόν, τι κρύβεται στο μυαλό του σπάταλου και γιατί επιμένει να ξοδεύει ακόμη και όταν δεν έχει...
Το προφίλ του
Σπάταλος είναι κάποιος που ξοδεύει πολλά χρήματα και υπερκαλύπτει τις ανάγκες του. Χαρακτηριστική είναι η νοοτροπία και η φιλοσοφία του σχετικά με την αξία των χρημάτων. Ο άνθρωπος αυτός ξοδεύει πολύ, αγοράζει πάρα πολλά πράγματα και δεν υπολογίζει καθόλου τα χρήματα. Επιλέγει και ψωνίζει παρορμητικά και δεν ικανοποιείται εύκολα με τα όσα έχει και αποκτά. Μόλις αγοράσει κάτι, σκέφτεται το επόμενο που θα πάρει. Εκτός όμως από τα χρήματα, έχει ανάγκη να ξοδεύει και να υπερκαταναλώνει οτιδήποτε διαθέτει ή βρεθεί στον δρόμο του, όπως τον χρόνο του (για παράδειγμα να απασχολείται με διαδικασίες που δεν έχουν τόση σημασία ή να καθυστερεί να ολοκληρώσει ό,τι άρχισε), τα συναισθήματά του (για παράδειγμα ασχολούμενος με σχέσεις χωρίς ουσία ή σημασία), ακόμη και ανθρώπους (για παράδειγμα αλλάζοντας συχνά φίλους ή συντρόφους) με σκοπό να αισθανθεί καλά.
Γιατί ξοδεύει;
Κάποιος μπορεί να ξοδεύει περισσότερα από το αναμενόμενο ή αυτό που θεωρείται «φυσιολογικό» για διάφορους λόγους: Ας δούμε τους σημαντικότερους:
* Είναι εύλογο ότι ένας άνθρωπος που έχει μεγαλύτερη δυνατότητα (έχει πιο πολλά χρήματα ή κερδίζει περισσότερα) θα διαθέσει περισσότερα για να αγοράσει κάτι. Αυτό δεν τον καθιστά σπάταλο εφόσον τα ξοδεύει για κάτι που χρειάζεται. Για παράδειγμα, ένας πιο ευκατάστατος άνθρωπος που έχει ανάγκη από ένα πλυντήριο θα δώσει περισσότερα, ίσως και τα διπλά, από έναν άνθρωπο που έχει μικρότερη οικονομική δυνατότητα. Αν όμως αγοράσει ταυτόχρονα δύο πλυντήρια ή αν τα αλλάζει κάθε χρόνο χωρίς να έχουν χαλάσει, τότε θεωρείται σπάταλος.
* Η υπερκατανάλωση και τα πρότυπα που προωθούνται από την κοινωνία και τα μέσα είναι από τις βασικές αιτίες για τις οποίες σπαταλάμε χρήματα. Η διαφήμιση, η υπερπληθώρα μαγαζιών και προϊόντων, που είναι πολύ εύκολα προσβάσιμα (ακόμα και διαδικτυακά 24 ώρες το 24ωρο), το γεγονός ότι τα προϊόντα αυτά πολλές φορές είναι φτηνά επειδή παράγονται μαζικά ή αντίθετα είναι υπερτιμημένα επειδή φέρουν μια ακριβή μάρκα, μας δελεάζουν και μας ωθούν στο να ψωνίζουμε και να καταναλώνουμε όλο και περισσότερο, με αποτέλεσμα να ξοδεύουμε όλο και μεγαλύτερα χρηματικά ποσά.
* Σε ορισμένες περιπτώσεις η σπατάλη είναι ένα εγγενές χαρακτηριστικό που έχει κάποιος, το οποίο ενισχύεται επειδή μεγαλώνει σε ένα σπίτι με καταναλωτικούς γονείς, τους οποίους μιμείται, ή από την άλλη πλευρά με «σφιχτούς» γονείς, στο πρότυπο των οποίων αντιτίθεται σπαταλώντας.
* Δεν είναι απίθανο να συναντήσουμε ανθρώπους που ξεκινάνε να σπαταλάνε κάποια στιγμή στη ζωή τους που αποκτούν χρήματα και θέλουν να τα ευχαριστηθούν ή να προσφέρουν ευχαρίστηση στους γύρω τους.
* Έχουμε πιθανώς ακούσει από ειδικούς να λένε ότι οι άνθρωποι χαλάνε χρήματα για να καλύψουν κάποια άλλη έλλειψη. Έτσι δεν είναι απίθανο η σπατάλη (όχι μόνο των χρημάτων) να κρύβει μια κατάθλιψη και έναν άνθρωπο που ψάχνει να διώξει τη στενοχώρια του. Από την άλλη πλευρά, όμως, μπορεί να δείχνει και κάποιον πολύ χαλαρό σε σχέση με τα χρήματα (που λειτουργεί με τη λογική «Τα χρήματα είναι για να περνάμε καλά και δεν πειράζει να τα ξοδεύουμε») ή με κάτι άλλο, το οποίο σπαταλάει χωρίς να υπολογίζει, όπως για παράδειγμα τον χρόνο του.
Πότε να ανησυχήσουμε;
Η σχέση μας με τα χρήματα, τα έξοδα, την κατανάλωση και τα ψώνια θα πρέπει να μας ανησυχήσει και να μας βάλει σε σκέψεις όταν ξοδεύουμε αλόγιστα, δεν κάνουμε οικονομικό προγραμματισμό και δημιουργούνται χρέη. Επίσης, όταν ευχαριστιόμαστε μόνο όταν καταναλώνουμε, αλλά κάθε φορά που αγοράζουμε κάτι σκεφτόμαστε το επόμενο. Ακόμη, θα πρέπει να θορυβηθούμε αν παρατηρήσουμε ότι παρόλο που υποψιαζόμαστε ότι έχουμε πρόβλημα εθισμού, εντούτοις δεν μπορούμε να συγκρατήσουμε τον εαυτό μας και ψωνίζουμε σχεδόν καθημερινά ή σε πολύ τακτά χρονικά διαστήματα.
Οι άνθρωποι που υποφέρουν από διπολική διαταραχή στη φάση της μανίας είναι πιθανό να ξοδεύουν και πάρα πολλά χρήματα. Μια τέτοια συμπεριφορά θα πρέπει να μας υποψιάσει.
Πώς θα περιορίσουμε τη σπατάλη
Όταν η σπατάλη δεν ξεπερνάει κάποια λογικά επίπεδα, μπορούμε να προσπαθήσουμε να τη σταματήσουμε κάνοντας έναν οικονομικό προγραμματισμό. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει:
* Κάθε φορά που θέλουμε να αγοράσουμε κάτι να σκεφτόμαστε: «Το χρειάζομαι πράγματι αυτό;», «Ποια ανάγκη θα μου καλύψει;», «Τι θα αισθανθώ αν το αποκτήσω;», «Μήπως έχω ήδη κάτι αντίστοιχο;».
* Να παίρνουμε μαζί μας συγκεκριμένο ποσό κάθε φορά που βγαίνουμε έξω για ψώνια, να πληρώνουμε πάντα με μετρητά και να αποφεύγουμε τις πιστωτικές κάρτες, τις δόσεις κ.λπ.
* Να βάζουμε στην άκρη ένα συγκεκριμένο ποσό που μπορούμε να ξοδεύουμε κάθε εβδομάδα ή κάθε μήνα, για παράδειγμα σε ρούχα, διασκέδαση, δώρα κ.λπ.
* Να αποφεύγουμε να πηγαίνουμε στα μαγαζιά και όταν πηγαίνουμε να κάνουμε τεστ στον εαυτό μας αν μπορούμε να μην ψωνίσουμε.
* Να σημειώνουμε ό,τι ξοδεύουμε κάθε μέρα.Αν το πρόβλημα είναι σοβαρό και δεν μπορούμε να το ελέγξουμε με τους παραπάνω τρόπους, αν σπαταλάμε υπερβολικά χρήματα ή και μέρος από τη ζωή μας, τον χρόνο μας και την προσωπικότητά μας, ίσως έχει έρθει η στιγμή να ξανασκεφτούμε τις προτεραιότητές μας και αν δυσκολευόμαστε να ζητήσουμε τη βοήθεια ενός ειδικού, που σίγουρα θα μας καθοδηγήσει.
Aπό τη Ναταλία Κουτρούλη, MSc, ψυχολόγο υγείας, με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και τη Συμβουλευτική, διευθύντρια στο Κέντρο Εφαρμοσμένης Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής.