Γαλλίας. Εντάσσονται στην επεκτατική πολιτική προς Ανατολάς των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της Ευρώπης για την ανακάλυψη νέων αγορών.
Στα μέσα του 18ου αιώνα το εμπορικό ισοζύγιο της Βρετανίας με την Κίνα ήταν ελλειμματικό. Οι Βρετανοί εισήγαγαν τσάι, μετάξι και πορσελάνες και πλήρωναν με πολύτιμο ασήμι τους Κινέζους, που αδιαφορούσαν για τα προϊόντα τους. Έτσι, μέσω της Βρετανικής Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών που είχε το μονοπώλιο και με τη βοήθεια ντόπιων εμπόρων αποφάσισαν να πλημμυρίσουν την Κίνα με όπιο, με στόχο να ισοσκελίσουν το εμπορικό τους έλλειμμα. Εκείνη την εποχή το κάπνισμα οπίου ήταν αρκετά διαδεδομένο στην Άπω Ανατολή. Οι Κινέζοι καταναλωτές ανταποκρίθηκαν θετικά και από τους 15 τόνους του 1730, οι Βρετανοί έφθασαν να διαθέτουν στις παραμονές του πολέμου 1.400 τόνους οπίου στην Κίνα.
Ο αυτοκράτορας Τζιατζινγκ απαγορεύει τη διάθεση οπίου στην επικράτειά του
Ο εθισμός μεγάλου αριθμού υπηκόων του ανησύχησε τον αυτοκράτορα Τζιατζίνγκ, ο οποίος το 1810 απαγόρευσε τη διάθεση του οπίου στην επικράτειά του, με το αιτιολογικό ότι «έκανε κακό στην υγεία και υπονόμευε τα ήθη και τους καλούς τρόπους του λαού του». Οι Άγγλοι και οι ντόπιοι συνεργάτες τους αγνόησαν το διάταγμα και συνέχισαν το εμπόριο οπίου, αφού είχαν ανάγκη το πολύτιμο ασήμι των Κινέζων. Με τον τρόπο αυτό έδειχναν να μην υπολογίζουν τη δυναστεία των Τσινγκ, που κυβερνούσε την αχανή χώρα από το 1644 και βρισκόταν σε προφανή παρακμή. Η δυναστεία αυτή είχε οδηγήσει την Κίνα σε απομόνωση στην προσπάθειά της ν' αποφύγει την αλλοίωση του πολιτισμού της από την εισαγωγή του ευρωπαϊκού.
Το 1838, οι Κινέζοι πήραν ακόμη πιο δραστικά μέτρα. Αποφάσισαν να απαγορεύσουν με κάθε τρόπο τις εισαγωγές οπίου από τα μεγάλα λιμάνια της χώρας και να καταδικάζουν σε θάνατο τους ντόπιους εμπόρους. Την υλοποίηση των μέτρων ανέλαβε ο μανδαρίνος Λιν Τσε Χσου, ένας αυστηρός κομφουκιανιστής, που από τότε θεωρείται εθνικός ήρωας. Οι Άγγλοι μάλλον υποτίμησαν τις προθέσεις του και αρνήθηκαν να συμμορφωθούν. Όταν αυτός επέβαλε εμπάργκο σε όλα τα βρετανικά προϊόντα, η βασίλισσα Ελισάβετ το θεώρησε αιτία πολέμου. Η κατάσταση επιδεινώθηκε, όταν οι άνδρες του Σετσίου κατάσχεσαν ένα μεγάλο φορτίο οπίου στην Καντώνα, που ισοδυναμούσε με τις εισαγωγές ενός χρόνου.
Α' Πόλεμος του Οπίου (1839 - 1842)
Η αφορμή για την πολεμική αναμέτρηση Κινέζων και Άγγλων δόθηκε τον Ιούλιο του 1839, όταν κάποιοι μεθυσμένοι άγγλοι ναύτες σκότωσαν έναν κινέζο χωρικό. Η Βρετανία, που δεν εμπιστευόταν το νομικό σύστημα της Κίνας, αρνήθηκε να παραδώσει τους κατηγορουμένους στις αρχές.
Σύντομα ξέσπασαν εχθροπραξίες (4 Σεπτεμβρίου 1839), που κατέληξαν στην κατάληψη της Σαγκάης το 1842. Το βρετανικό ναυτικό προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στις παράκτιες πόλεις της Κίνας και ο αριθμητικά μικρότερος, αλλά καλύτερα εξοπλισμένος στρατός των Βρετανών κατενίκησε τις δυνάμεις του αυτοκράτορα.
Ο Α' Πόλεμος του Οπίου έληξε και τυπικά με τη Συνθήκη του Νανκίνγκ στις 29 Αυγούστου 1842, η οποία προέβλεπε:
Την παραχώρηση του Χονγκ-Κονγκ στη Βρετανία.
Την παραχώρηση πέντε λιμανιών της νοτιοανατολικής Κίνας για το εμπόριο και τη διαμονή των Βρετανών (Καντώνα, Αμόι, Φουτσόου, Νίγκμπο και Σαγκάη).
Ετεροδικία για τους βρετανούς υπηκόους.
Καταβολή μεγάλης αποζημίωσης από την Κίνα.
Παρόμοια προνόμια απέκτησαν το 1844 οι ΗΠΑ και η Γαλλία, με ανάλογες συμφωνίες.
Η ταπεινωτική ήττα κηλίδωσε την εικόνα του Αυτοκράτορα Γκουάνγκ Ντάο. Ο στρατός και η γραφειοκρατία ξεσηκώθηκαν και ανακήρυξαν χωριστό κράτος με την επωνυμία Ουράνιο Βασίλειο της Αιώνιας Ειρήνης (Taipíng Tian Guo), με πρωτεύουσα το Νανκίνγκ (1850-1864). Οι Ευρωπαίοι έπρεπε τώρα να διαλέξουν στρατόπεδο...
Β' Πόλεμος του Οπίου (1856 - 1860)
Στις 8 Οκτωβρίου 1856, Κινέζοι αυτοκρατορικοί αξιωματούχοι συνέλαβαν το πλήρωμα του πλοίου Βέλος για πειρατεία και λαθρεμπόριο. Το πλοίο ήταν κινέζικης ιδιοκτησίας, αλλά έφερε τη βρετανική σημαία. Οι Άγγλοι παραπονέθηκαν ότι οι τελωνειακοί έσχισαν τη βρετανική σημαία και κήρυξαν τον πόλεμο στον αυτοκράτορα. Μαζί τους συντάχθηκαν και οι Γάλλοι, με το πρόσχημα της δολοφονίας ενός συμπατριώτη τους ιεραποστόλου στις αρχές του χρόνου. Τη συμπαράστασή τους στους Αγγλογάλλους εξέφρασαν ΗΠΑ και Ρωσία.
Οι δύο σύμμαχου γρήγορα κυριάρχησαν στο πεδίο των μαχών και κατέλαβαν την Καντώνα, αναγκάζοντας τους Κινέζους να συνθηκολογήσουν και να υπογράψουν τον Ιούνιο του 1858 τη Συνθήκη του Τιεντσίν, η οποία προέβλεπε:
Εγκατάσταση διπλωματικών αποστολών από Βρετανία, Γαλλία, ΗΠΑ και Ρωσία στο Πεκίνο, που εκείνη την εποχή ήταν Απαγορευμένη Πόλη.
Άνοιγμα δέκα νέων λιμανιών για εμπορική δραστηριότητα.
Ελευθερία κινήσεων για τους ξένους στο εσωτερικό της χώρας.
Ελευθερία κινήσεων για τους χριστιανούς ιεραποστόλους.
Νομιμοποίηση των εισαγωγών οπίου.
Καταβολή μεγάλης αποζημίωσης από την Κίνα σε Βρετανία και Γαλλία.
Ο Αυτοκράτορας Φενγκ Ξιάν αρνήθηκε να επικυρώσει τη συμφωνία και οι Αγγλογάλλοι επανέλαβαν τις εχθροπραξίες το 1859. Με επικεφαλής τον Τζέιμς Μπρους, 8ο Κόμη του Έλγιν (γιο του γνωστού μας Λόρδου Έλγιν) οι Αγγλογάλλοι προήλασαν και εισήλθαν χωρίς να συναντήσουν μεγάλη αντίσταση στο Πεκίνο. Έβαλαν φωτιά στα θερινά Ανάκτορα, προέβησαν σε λεηλασίες και ανάγκασαν τον αυτοκράτορα να υπογράψει στις 18 Οκτωβρίου 1860 τη Σύμβαση του Πεκίνου, με την οποία επικυρωνόταν η Συνθήκη του Τιεντσίν. Στη συνέχεια, οι Αγγλογάλλοι βοήθησαν τον αυτοκράτορα Τζι Τονγκ να καταστείλει την Εξέγερση του Ταϊπίγκ και να αποκαταστήσει την ενότητα της Κίνας το 1864.
Οι ταπεινωτικές ήττες των Κινέζων στους δύο Πολέμους του Οπίου, προκάλεσαν την εθνική τους αφύπνιση και συνέβαλαν μακροπρόθεσμα στην πτώση της δυναστεία των Τσινγκ το 1911 και την κατάργηση της βασιλείας. Από την εποχή εκείνη μεγάλωσε η καχυποψία των Κινέζων για τη Δύση. Αυτή η ψυχολογική κατάσταση διατηρείται άσβεστη και σήμερα στην Άπω Ανατολή.
Πηγή