Αναμφίβολα, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα για τα οποία δύναται να κομπάζεται ο άνθρωπος είναι...
το γεγονός ότι δημιούργησε νόμους και απέκτησε μία επαφή ουσίας με την δικαιοσύνη, μία επαφή που έμελε να τον καταστήσει σοφότερο και σαφώς πιο ποιοτικό.
Με την σπουδαία συμβολή του δικαίου οργανώθηκε σε κοινωνίες, εξελίχθηκε, εξευγενίστηκε και συνειδητοποίησε πως μόνο με την ελευθερία δύναται να συνυπάρξει με τους όμοιούς του και να χτίσει ένα μέλλον ευοίωνο και ελπιδοφόρο.
Εξετάζοντας, ωστόσο, πιο προσεκτικά την διαμορφωθείσα κατάσταση, συναντάμε ένα εξόχως αποκρουστικό και δυσειδές συμπέρασμα, το οποίο είναι ότι στον κόσμο του δικαίου και της σύνεσης, ο άνθρωπος παρεκτράπηκε και γεύτηκε στο “απαίδευτο χείλος” του, τους ποταπούς καρπούς της αδικίας, της ανομίας και της διαφθοράς.
Λησμόνησε τις αξίες και την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας που επιτεύχθηκαν σε κοινωνίες δικαίου και εχεφροσύνης και έστρεψε το βλέμμα του μετά περισσής αλαζονείας και υπεροψίας στην ικανοποίηση του νοσηρού «εγώ» και των ευτελών ιδιοτελών επιθυμιών του, δίνοντας ένα ισχυρό πλήγμα στην ανυπέρβλητη και αξιοθαύμαστη φλόγα του δικαίου.
Ο αδέκαστος και ο μονίμως επάγρυπνος αυτός φρουρός της κοινωνίας και των ηθικών αξιών που καλείται Δίκαιο πολλάκις αιχμαλωτίζεται, παγιδεύεται και τυραννιέται από εμάς τους ίδιους, καθώς παραβλέπουμε τον σκοπό του νόμου, ο οποίος δεν είναι άλλος από το να μας απομακρύνει απ’ την φθαρτότητα της αδικίας, να προασπίζει τα δικαιώματά μας, να μας προστατεύει απ’ τον κόσμο των αυθαιρεσιών και κυρίως να εμπνέει σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό τις ψυχές μας για την πρυτανεία της δικαιοσύνης.
Κάποτε, ο εμπνευσμένος Σταγειρίτης είχε αναφέρει ότι «Ώσπερ σώμα στερηθέν ψυχής πίπτει, ούτω και πόλις, μη όντων νόμων, καταλύεται». Κι’ όμως η ρηθείσα αυτή αποτύπωση του Αριστοτέλη παραμένει σήμερα πιο ζωντανή και επίκαιρη από ποτέ, καθώς οι νόμοι συνιστούν τον θεμέλιο λίθο μιας κοινωνίας εκ των άνωθεν του οποίου οικοδομείται η ευημερία και η ευνομούμενη πολιτεία. Η λεηλασία και ο παραγκωνισμός του νόμου λαμβάνουν χώρα εξαιτίας της απέραντης λήθης και με αυτό εννοούμε ότι ο άνθρωπος κατέστη ανδράποδο των παρωπίδων και της πνευματικής μυωπίας του. Παρέβλεψε το γεγονός ότι ο νόμος γεννήθηκε για να τον προστατεύει, να τον περιθάλπει και να τον απομακρύνει από καταστάσεις που συντελούν στην προαγωγή της αδικίας και της καταπάτησης της ορθότητας, με αποτέλεσμα τη δεδομένη στιγμή να καθίσταται έρμαιο του σκοταδισμού και της αδικίας καθώς έφθειρε τον σκοπό που επιτελεί ο νόμος.
Ακόμη, κι εμείς ουκ ολίγες φορές κρίναμε περιττό να ακολουθήσουμε τα χνάρια και την σπουδαία διαδρομή που χαράζει ο νόμος και επιλέξαμε να προβούμε σε κινήσεις που τον καθυποτάσσουν και τον ευτελίζουν, καθώς οι «επιλογές» μας κρίθηκαν ως πιο προτιμητέες από τον ίδιο το νόμο. Κι όμως, κάθε φορά που ανυποτακτούμε, υποτάσσουμε βάναυσα την αξία του νόμου, καθυποτάσσοντας ταυτοχρόνως τους ίδιους μας τους εαυτούς.
Η σημερινή εποχή συντροφεύει την αδικοκρατία και ο βούρκος της ανομίας και της λαβωμένης δικαιοσύνης θριαμβεύει. Το ηθικό καθήκον επιτάσσει την επαναφορά του νόμου και του δικαίου στην κορωνίδα της κοινωνίας για να λυτρωθεί τόσο η ίδια όσο και τα μέρη αυτής, δηλαδή εμείς. Το Δίκαιο πεθαίνει πριν προλάβει να γεράσει και οι παθογένειες των κοινωνιών μας κρούουν τον κώδωνα του ηχηρού κινδύνου ο οποίος προμηνύει το πέρασμα σε μια κοινωνία που θα χλευάζει τη νομιμότητα και τη διαφάνεια. «Συ άνθρωπε έθρεψες με την ένδεια σου τούτο το τέρας που μας απειλεί σήμερα, συ καλείσαι λοιπόν να επιδείξεις σθένος και τόλμη για να απελευθερωθείς».
Πηγή