Πόσο συχνά αναπολώ εκείνα τα αγνά κι όμορφα παιδικά χρόνια, που κάθε τέλος της σχολικής...
χρονιάς και για ένα ολόκληρο καλοκαίρι, μεταμορφώναμε τη γειτονιά σε πραγματικό μελίσσι.
Δυο κολλητές πολυκατοικίες, με παιδιά που η ηλικιακή τους διαφορά κυμαινόταν από δύο έως πέντε χρόνια το πολύ. Πάνω – κάτω, της ίδιας “φουρνιάς”.
Μαζευόμασταν πάντοτε κατόπιν συνεννόησης, συγκεκριμένες ώρες το πρωί και το απόγευμα. Σαν να σκαρώναμε συνωμοσία ολκής, στη γνήσια αθωότητά μας. Τότε που τα παιχνίδια ήταν πραγματικά, κι όχι πίσω από μια οθόνη υπολογιστή. Τότε που κάναμε ένα διαλειμματάκι για παγωτό της γειτονιάς και που έπρεπε να έχουμε κατά νου, να το καταγράψουμε στο μυαλό μας, μη μας ξεφύγει κανένα και χάσουμε! Τι έγνοια κι αυτή! Τι κόντρες δίχως τέλος!
– Πόσα παγωτά έφαγες σήμερα;
– Αααα…σε νίκησα!
Σα να έπαιρνε έπαθλο ανεκτίμητο, ένιωθε ο νικητής! Τότε που φύτευε η γιαγιά μου στο κηπάκι της, δυό – τρεις ηλίανθους κι η χαρά μου ήταν ανείπωτη, όταν έφτανε η στιγμή να τους γευτώ, κόβοντας ένα φρέσκο κομμάτι με το χέρι.
Τότε που μας φώναζαν οι μαμάδες από το μπαλκόνι ότι έφτασε η ώρα να μαζευτούμε πια, που το κάναμε μεν με απροθυμία, μα από την άλλη, μόλις η πείνα μας έσερνε ως την κουζίνα, κατάκοποι από το πολύωρο παιχνίδι, το φαγητό της μαμάς, φάνταζε σαν το πιο ακριβοπληρωμένο γκουρμέ και λίγο μετά, το κρεβάτι μας, επίγειος παράδεισος!
Τότε που τα θρυλικά κομμάτια των 80’s, τα ακούγαμε φρεσκοπαιγμένα στο ραδιόφωνο και που ήμασταν εντελώς ανίδεοι για τη διαχρονική τους αξία.
Η μαγική ώρα των εκπομπών, όταν παρακαλούσαμε από μέσα μας να μη διακόψει τα τραγούδια ο ραδιοφωνικός παραγωγός και όταν συνέβαινε αυτό, μέναμε σύξυλοι, αναθεματίζοντας για άλλη μία φορά την τύχη μας, που δεν ήταν αρωγός και που το τραγούδι μας έμεινε μισό. Αν όμως τύχαινε να πετύχουμε το στόχο μας και να γεμίσουμε μια ολάκερη κασέτα χωρίς ατυχές συμβάν, γινόταν η καλύτερη παρέα, με ένα walkman, και μεις με χαμόγελο ανείπωτης ικανοποίησης! Τα χρόνια αυτά πέρασαν ανεπιστρεπτί, χρόνια αθώα, ξέγνοιαστα, αμόλυντα. Μόνο τώρα, αφού μας έφυγαν, καταλάβαμε την πραγματική τους αξία.
Όπως συμβαίνει με όλα τα όμορφα, άλλωστε…
Πηγή