- Τοπικό το φαινόμενο που προκάλεσε τις πλημμύρες στη Μάνδρα, τη Νέα Πέραμο και τη Μαγούλα – Ο κύριος όγκος της βροχής έπεσε στο βουνό
- Από τις 03:00 έως τις 07:00 οι καταιγίδες που έφεραν την ανείπωτη εθνική τραγωδία
Μια ολόκληρη περιοχή κατεστραμμένη. Στη Μάνδρα, στη Μαγούλα, στη Νέα Πέραμο, οι κάτοικοι θρηνούν τους 15 νεκρούς. Δακρύζουν για τα σπίτια και το βιός που χάθηκαν. Η απόγνωση παντού. Μαζί και η οργή για το κακό που τους βρήκε.
Η πλημμύρα της Τετάρτης (15.11.2017) στη δυτική Αττική άφησε πίσω της 15 νεκρούς, κυρίως στη Μάνδρα, και ανυπολόγιστες καταστροφές. Το φαινόμενο ήταν τοπικό. Αλλά ήταν αρκετό για να προκαλέσει την τρίτη μεγαλύτερη καταστροφή από πλημμύρες στην Αττική, όσον αφορά στον αριθμό των θυμάτων. Είχαν προηγηθεί μεγάλη πλημμύρα στα δυτικά προάστια, στις 5 και 6 Νοεμβρίου 1961 και στην ίδια περιοχή στις 2 και 3 Νοεμβρίου 1977.
Οι εικόνες από drone αποκαλύπτουν την καταστροφή στη Μάνδρα
Και δεν είναι οι μόνες
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του κ. Λαγουβάρδου και των συναδέλφων του, Β. Κοτρώνη και Κ. Παπαγιαννάκη, «το ΕΑΑ/meteo.gr, δυστυχώς δεν διαθέτει σταθμό στην περιοχή, αλλά το φαινόμενο πρέπει να ήταν πολύ τοπικό και ο κύριος όγκος βροχής να έπεσε στους ορεινούς όγκους, βόρεια της περιοχής που επλήγη».
Σε τέσσερις ώρες
Οι ερευνητές του ΕΑΑ, αναλύοντας τις δορυφορικές φωτογραφίες, διαπίστωσαν μια ανατροφοδότηση καταιγίδων στην περιοχή, το χρονικό διάστημα από τις 03:00 έως 07:00 της Τετάρτης. Η διαδικασία αυτή, όπως λένε, «θα μπορούσε να προκαλέσει συνεχή βροχόπτωση σε μια περιορισμένη περιοχή, οδηγώντας με τον τρόπο αυτό σε ξαφνική πλημμύρα, με τις καταστροφικές συνέπειες που διαπιστώσαμε».
Επίσης, επισημαίνουν ότι η περιοχή είχε δεχτεί αρκετές βροχές τη Δευτέρα και την Τρίτη, με αποτέλεσμα τον κορεσμό του εδάφους.
Οι κοντινοί μετεωρολογικοί σταθμοί, σε αυτές τις τέσσερις ώρες κατέγραψαν σχετικά χαμηλά ύψη βροχής: 12 χιλιοστά στους Αγίους Θεοδώρους, στα δυτικά, 25 χιλιοστά στα Βίλια, στα βόρεια και ελάχιστη βροχή στην Ελευσίνα, στα ανατολικά.
Λιγότερες αλλά πιο έντονες οι βροχοπτώσεις στην Αθήνα
Όσο περνούν τα χρόνια, τόσο γίνονται λιγότερες οι μέρες που βρέχει στην Αττική, όμως οι βροχές τείνουν να γίνουν πιο έντονες. Αυτό προκύπτει από την ανάλυση των ιστορικών στοιχείων για την πορεία της συνολικής ετήσιας βροχόπτωσης στην Αθήνα (Θησείο), από τα μέσα, περίπου του 19ου αιώνα (1860), μέχρι σήμερα, όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κύρια ερευνήτρια του Ινστιτούτου Περιβάλλοντος του ΕΑΑ, δρ Δήμητρα Φουντά.
Τα δεδομένα αυτά προέρχονται από το ιστορικό αρχείο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. Είναι η παλαιότερη πηγή πληροφοριών για τις βροχοπτώσεις στην Ελλάδα και από τις παλαιότερες για την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου γενικότερα.
«Αν και η βροχόπτωση παρουσιάζει έντονη μεταβλητότητα από χρόνο σε χρόνο και διαφορετικές τάσεις αύξησης ή μείωσης κατά περιόδους, είναι χαρακτηριστικό», όπως λέει η κ. Φουντά, «ότι η μακροχρόνια τάση σε κλίμακα ενάμιση αιώνα παραμένει σχεδόν σταθερή».
Καταγράφοντας τα τελευταία 150 χρόνια το ποσοστό των ημερών βροχής ανά δεκαετία, κατά τις οποίες το ύψος της ημερήσιας βροχόπτωσης στην Αθήνα ξεπέρασε τα 30 ή και τα 50 χιλιοστά, δηλαδή το ποσοστό των ισχυρών και των ιδιαίτερα ισχυρών βροχοπτώσεων, αντίστοιχα, παρουσιάζεται μια αύξηση του ποσοστού των ισχυρών βροχοπτώσεων τις τελευταίες δεκαετίες. Το μεγαλύτερο ποσοστό ισχυρών βροχοπτώσεων μέσα στον τελευταίο ενάμιση αιώνα εμφανίζεται κατά το διάστημα 1998-2007, σύμφωνα με την κ. Φουντά.
Οι μετρήσεις προέρχονται από το ιστορικό αρχείο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. Αφορούν τον σταθμό του Θησείου (από το 1891 ο σταθμός βρίσκεται στο ίδιο σημείο, στο λόφο Νυμφών). Για το προηγούμενο διάστημα, οι μετρήσεις προέρχονται από διάφορα σημεία στο κέντρο της Αθήνας.