Ὁ ἀείμνηστος δημοσιογράφος Ἀντώνης Καρκαγιάννης, παραμονές Χριστουγέννων 2007, ἔγραφε: «Γνωστό τηλεπαρουσιαστής ρωτάει...
νεαρό μαθητή, περίπου δεκαέξι ἐτῶν, ἔξω ἀπό σχολεῖο του. «Θέλω νά σοῦ κάνω ἕνα καλό δῶρο γιά τά Χριστούγεννα. Τί δῶρο θά ἤθελες νά σοῦ κάνω;»
Χωρίς ἑνός δευτερολέπτου σκέψης ἤ δισταγμοῦ ὁ νεαρός ἀπάντησε, ὅτι δέν τοῦ ἀρέσουν τά Χριστούγεννα καί δέν θέλει δῶρα. Ὁ τηλεπαρουσιαστής ἔμεινε ἐμβρόντητος» («Καθημερινή 16.12.07).
Καί ὁ δημοσιογράφος σχολιάζει: «Ἀπό τά Χριστούγεννα μᾶς μένει τό πλαστικό χριστουγεννιάτικο δέντρο, τά πολύχρωμα φωτάκια, ἡ ἀποκρουστική ἠλεκτρονική «ἅγια νύχτα» τό χριστουγεννιάτικο τραπέζι καί ἡ προκλητική ἀφθονία του». (Καθημερινή 16.12.07).
Μά αὐτά εἶναι τά Χριστούγεννα; Ὅποιος δηλαδή δέν ἔχει σπίτι του χριστουγεννιάτικο δένδρο μέ πολύχρωμα φωτάκια, ὅποιος δέν θά φάει γαλοπούλα, ἤ ὅποιος φάει καί νιώσει στομαχικές διαταραχές καί πάει στό Νοσοκομεῖο, δέν θά κάνει Χριστούγεννα;
Γι' αὐτά τά πράγματα, ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος;! Τότε ὁ νεαρός εἶχε δίκιο, πού εἶπε ὅτι δέν τοῦ ἀρέσουν τά Χριστούγεννα, γιατί τέτοια «Χριστούγεννα» τά εἶχε μπουχτίσει!
Ἄν ἦταν μάλιστα καί πλουσιόπαιδο, θά τά εἶχε μπουχτίσει ἀκόμα πιό πολύ! Λοιπόν; Τί ἄλλο νά περίμενε;
Καί ὁ δημοσιογράφος ἔκανε μιά βαρυσήμαντη ἐπισήμανση: «Γιά νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς, τό θρησκευτικό μέρος, τήν ἐνσάρκωση τοῦ ἐν ὑψίστοις Θεοῦ, τήν εἰσβολή του στήν Ἱστορία αὐτό τό μέρος της ἑορτῆς ποτέ δέν τό σκεφτόμαστε στά σοβαρά».
Ἀλήθεια, σέ μᾶς τούς χριστιανούς, γιά ποιό λόγο ἀρέσουν τά Χριστούγεννα; Μᾶς ἀρέσουν ἐπειδή ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος γιά τή σωτηρία μας, ἤ ἐπειδή θά ἀλλάξουμε παραστάσεις;!
Ἐπειδή θά γεμίσουν οἱ ἐκκλησιές καί θά δώσουν ἕνα ἄλλο χρῶμα στήν ἡμέρα; Ἐπειδή θά ἀκούσουμε τά ὡραῖα χριστουγεννιάτικα τροπάρια; Ἐπειδή θά ἀνταλάξουμε «εὐχές», καί θά φᾶμε τά καλύτερα φαγητά; Καί πάλι: Γιά ποιό λόγο μᾶς ἀρέσουν τά Χριστούγεννα;
Ὁ ἄγγελος Κυρίου ἀνήμερα τῆς Γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ ἀνήγγειλε στούς ταπεινούς ποιμένες (καί ὄχι στούς ὑπερηφάνους φαρισαίους): «Ἰδού γάρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην, ἥτις ἔστι παντί τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς ἔστι Χριστός Κύριος» (Λκ. 2: 10-11).
Αὐτός καί μόνο αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού θά πρέπει, σέ μᾶς τούς χριστιανούς, νά ἀρέσουν τά Χριστούγεννα: Ὅτι δηλαδή γεννήθηκε ὁ Σωτῆρας μας.
Ὅμως, γιά νά γίνει αὐτό, θά πρέπει νά ξέρουμε ἐμπειρικά (ὄχι διανοητικά) τί σημαίνει σωτηρία, ὅπως καί ὁ ναυαγός, ὄντας στήν ἀγριεμένη θάλασσα, ξέρει ἐμπειρικά τί σημαίνει σωτηρία. Καί θά ξέρουμε ἐμπειρικά τί σημαίνει σωτηρία, ὅταν ἀσχολούμαστε, ὅπως λέει ὁ Παῦλος, «μέ φόβο καί τρόμο γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας» (Φιλ. 2:12).
Μέ ἄλλα λόγια, ὅποιος τηρεῖ μέ αὐταπάρνηση τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου, πού ὁδηγοῦν στή σωτηρία, αὐτός ξέρει τί σημαίνει σωτηρία, καί αὐτός γιορτάζει ἀληθινά τή Γέννηση τοῦ Σωτῆρος. Σ' αὐτόν τόν ἀθλητή ἐμφανίζεται ὁ Σωτῆρας, κατά τόν λόγο Του: «Ἐκεῖνος πού τηρεῖ τίς ἐντολές Μου (...) τόν ἀγαπάω καί Ἐγώ, καί θά τοῦ φανερώσω τόν Ἑαυτόν Μου» (Ἰω. 14:21), γιορτάζοντας ἔτσι καθημερινά Χριστούγεννα.
Καί ἐμεῖς οἱ ἄλλοι; Πῶς εἶναι δυνατόν νά γιορτάσουμε τά Χριστούγεννα (μέ τό σκεπτικό πώς ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος γιά τή σωτηρία μας), ὅταν δέν κάνουμε πράξη τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο ὁ Κύριος ἦρθε στή γῆ;
Πῶς εἶναι δυνατόν νά μᾶς ἀρέσουν τά Χριστούγεννα, ἐπειδή ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος γιά τή σωτηρία; μας, ὅταν καταφρονοῦμε τίς ἐντολές, πού ὁδηγοῦν στή σωτηρία, Ὅπως λ.χ. «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς, εὐλογεῖτε τούς καταρωμένους ὑμᾶς, προσεύχεσθε ὑπέρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς» (Λκ. 6: 27-28);
Ὅταν ὅλη μας ἡ καθημερινή ἀγωνία εἶναι πῶς νά γεμίζουμε τίς τσέπες μας εὐρώ, ἀδικώντας ἀκόμα καί τόν ἀδερφό μας;! Ὅταν ἔχουμε τήν κοιλιά μας ὡς θεό ( Φιλ. 3:19), ὁλοπρόθυμοι νά ἐκπληρώσουμε τά θελήματά της, καί ἀπρόθυμοι νά τή «λυπήσουμε» πρός χάρη τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ;
Ὅταν μεταχειριζόμαστε κάθε τρόπο, γιά νά δοξασθοῦμε ἀπό τόν κόσμο αὐτό, πού σημειωτέον τόν θεωροῦμε διεφθαρμένο, ἀλλά ἐπιζητοῦμε τούς ἐπαίνους του;!
Ὅταν δηλαδή τό μόνο πού μᾶς νοιάζει εἶναι ἡ δική μας δόξα καί ὄχι τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ;! Καλαβαίνουμε ποτέ Χριστούγεννα μέ αὐτό τό φρόνημα;
Τό μόνο πού καταλαβαίνουμε εἶναι «τή βρώση καί τή πόση».
Ἀλήθεια. Σέ μιά τέτοια περίπτωση, τί χριστουγεννιάτικο μήνυμα θά δώσουμε ὡς Ποιμένες στόν ἀπελπισμένο κόσμο; Ἡ «γλώσσα τοῦ σώματος» θά μᾶς καταγγέλει πώς λέμε ξένα πράγματα...!
Μακάρι νά συνειδητοποιήσουμε ἐν ταπεινώσει τήν πτωχεία μας αὐτή, καί νά τήν ἐξαγορεύσουμε ἐν μετανοίᾳ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου. Καί αὐτό θά εἶναι ἡ ἀρχή γιά Χριστούγεννα μέ τόν Χριστό καί γιά τόν Χριστό.
Πηγή