Είναι μια από τις σειρές που έγραψαν ιστορία στην ελληνική ιδιωτική τηλεόραση. Οι «Δυο Ξένοι», το σήριαλ των Ρήγα-Αποστόλου ακόμα και σήμερα, 17 χρόνια μετά, σημειώνει νούμερα τηλεθέασης που άλλες σειρές δεν μπορούν ούτε να τα ονειρευτούν...
Μπορείτε να φανταστείτε πώς θα ήταν η αγαπημένη σειρά μικρών και μεγάλων αν δεν είχε γίνει η σωστή (όπως φάνηκε εκ του αποτελέσματος) επιλογή ηθοποιών;
Μπορείτε να φανταστείτε για παράδειγμα τους «Δυο Ξένους» με άλλον ηθοποιό να υποδύεται τον Κωνσταντίνο Μαρκορά; Όχι δεν είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας, αλλά πραγματικότητα.
Διότι όπως αποκάλυψαν στο Down Town οι δημιουργοί τη σειράς, ο πρώτος που είχε επιλεγεί για τον συγκεκριμένο ρόλο δεν ήταν ο Νίκος Σεργιανόπουλος. Για την ακρίβεια δεν ήταν καν η δεύτερη επιλογή, καθώς δυο άλλοι, γνωστοί ηθοποιοί ήταν στην κορυφή της προτίμησης των δυο δημιουργών. Ποιοι;
Ο Σπύρος Παπαδόπουλος
Μπορείτε να φανταστείτε πώς θα ήταν η αγαπημένη σειρά μικρών και μεγάλων αν δεν είχε γίνει η σωστή (όπως φάνηκε εκ του αποτελέσματος) επιλογή ηθοποιών;
Μπορείτε να φανταστείτε για παράδειγμα τους «Δυο Ξένους» με άλλον ηθοποιό να υποδύεται τον Κωνσταντίνο Μαρκορά; Όχι δεν είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας, αλλά πραγματικότητα.
Διότι όπως αποκάλυψαν στο Down Town οι δημιουργοί τη σειράς, ο πρώτος που είχε επιλεγεί για τον συγκεκριμένο ρόλο δεν ήταν ο Νίκος Σεργιανόπουλος. Για την ακρίβεια δεν ήταν καν η δεύτερη επιλογή, καθώς δυο άλλοι, γνωστοί ηθοποιοί ήταν στην κορυφή της προτίμησης των δυο δημιουργών. Ποιοι;
Ο Σπύρος Παπαδόπουλος
Ο Γρηγόρης Βαλτινός
Τελικά όταν ήρθε η ώρα για το τελικό καστ έγινε η αλλαγή της τελευταίας στιγμής και είδαμε τον Νίκο Σεργιανόπουλο στο ρόλο του Κωνσταντίνου Μαρκορά.
Και αυτή δεν ήταν η μοναδική αλλαγή, όπως αποκαλύπτουν Ρήγας και Αποστόλου: «Αρχικά τον ρόλο της Ντίνας Κώνστα ήταν να τον ερμηνεύσει η Μάρθα Βούρτση και τον ρόλο της Χρυσούλας Διαβάτη η Κώνστα. Τελευταία στιγμή όλα άλλαξαν. Και έτσι η Ντίνα Κώνστα έγινε η Ντένη Μαρκορά και η Χρυσούλα Διαβάτη η Φλώρα, δημιουργώντας δύο θρυλικές τηλεοπτικές περσόνες που αντέχουν 20 χρόνια μετά και, κατά έναν μαγικό τρόπο, παραμένουν φρέσκες και επίκαιρες».