αμερικανικού δολαρίου ανήλθε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών ετών και οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης αυξήθηκαν αφότου οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρωζώνης άφησαν να εννοηθεί πως ίσως αλλάξουν άποψη για το πόσο καιρό ακόμη θα διατηρήσει η ΕΚΤ την πολύ χαλαρή νομισματική της πολιτική.
Οι προαναφερθείσες κινήσεις των αγορών ισοδυναμούν με σκλήρυνση της νομισματικής πολιτικής, γεγονός που παρέχει κάποιο χρονικό περιθώριο ώστε ο Μάριο Ντράγκι να αυξήσει σταδιακά τα αρνητικά επιτόκια δανεισμού που δεν συμβαδίζουν με επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης.
Την Παρασκευή, η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου ξεπέρασε το 1,21 ευρώ για πρώτη φορά την τελευταία τριετία, ενώ η απόδοση του γερμανικού δεκαετούς ομολόγου είχε ανέλθει στο 0,54%, υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών μηνών. Αφορμή γι’ αυτές τις κινήσεις ήταν η δημοσίευση την περασμένη Πέμπτη των πρακτικών από τη συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο, όπου φάνηκε πως οι κεντρικοί τραπεζίτες ενδέχεται να τροποποιήσουν το μήνυμά τους προς τις αγορές ώστε να περιλαμβάνει την ισχυρή ανάπτυξη της οικονομίας της Ευρωζώνης.
Ετσι περιορίστηκε η εικασία πως η ΕΚΤ θα επέκτεινε ενδεχομένως την αγορά ομολόγων μετά τον Σεπτέμβριο του 2018, ενώ εντάθηκε η εικασία ότι η Φρανκφούρτη θα μπορούσε να αυξήσει το επιτόκιο δανεισμού για τράπεζες, το οποίο βρίσκεται προς το παρόν στο -0,4%, πριν από το τέλος του έτους. Ομως οι επενδυτές σκληραίνουν τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ προτού το κάνει η ίδια η κεντρική τράπεζα. Αξιωματούχοι της ΕΚΤ υπολογίζουν πως ανατίμηση του ευρώ κατά 10% έναντι των νομισμάτων των βασικών εμπορικών εταίρων της Ευρωζώνης μειώνει τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης κατά 0,40-0,5 ποσοστιαία μονάδα. Το ευρώ είχε ενισχυθεί πέρυσι κατά 6,5% έναντι των νομισμάτων των βασικών εμπορικών εταίρων. Εν τω μεταξύ η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού στις αγορές θα μεταφραστεί τελικά σε αύξηση του κόστους δανεισμού για κράτη, επιχειρήσεις και καταναλωτές.
Η ΕΚΤ ίσως να μην έχει αντίρρηση, εντός λογικού πλαισίου. Η κεντρική τράπεζα της Ευρωζώνης είχε μειώσει τελευταία φορά το επιτόκιο δανεισμού για τράπεζες τον Μάρτιο του 2016, όταν μεγαλύτερη ανησυχία αποτελούσε η απειλή του αποπληθωρισμού ενώ υπήρχαν διαφωνίες για την αναπτυξιακή προοπτική.
Πλέον, φαντάζουν αναχρονιστικά τα μέτρα έκτακτης ανάγκης που είχε λάβει η ΕΚΤ προκειμένου να αντιμετωπίσει την κρίση. Το τρίτο τρίμηνο του 2017 η οικονομία της Ευρωζώνης είχε αναπτυχθεί με ταχύτερο ρυθμό από την αμερικανική οικονομία, ενώ η γερμανική οικονομία αναπτύχθηκε το 2017 με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων έξι ετών. Είναι αλήθεια πως η ΕΚΤ δεν έχει καταφέρει ακόμη να πετύχει τον στόχο της για πληθωρισμό ύψους 2%. Ομως, οι τιμές καταναλωτή αυξάνονται με ρυθμό 1,4% ενώ είχαν κολλήσει γύρω από το 0% την τελευταία φορά που είχε μειώσει η ΕΚΤ τα επιτόκια δανεισμού για τράπεζες. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι πιθανό να είναι αλλαγή στη ρητορική και στη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ. Ομως με τις χρηματοπιστωτικές αγορές να είναι τόσο πρόθυμες να σκληρύνουν τη νομισματική πολιτική, ο Μάριο Ντράγκι έχει την πολυτέλεια να περιμένει λίγο περισσότερο.
Πηγή