μία βόμβα 2,5 δισ ευρώ, είναι αντιμέτωπη η κυβέρνηση, την ώρα που στο παρασκήνιο δίνει μάχη προκειμένου να πάει πίσω τις μειώσεις των συντάξεων.
Η φερόμενη απόφαση του ΣτΕ, περί αντισυνταγματικότητας του Νόμου Κατρούγκαλου με την οποία εντάσσονται στον ΕΦΚΑ οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αγρότες και οι εισφορές τους υπολογίζονται με βάση το εισόδημα, δημιουργεί ένα τεράστιο ζήτημα για την κυβέρνηση. Αφενός κινδυνεύει να τινάξει στον αέρα όλο το ασφαλιστικό οικοδόμημα και από την άλλη, φέρνει πιο κοντά το ενδεχόμενο το ΣτΕ να γνωμοδοτήσει ανάλογα και για την προσωπική διαφορά.
Εάν αυτό συμβεί τότε είναι πολύ πιθανό η κυβέρνηση θα κληθεί να βρει σχεδόν 2,3 δισ δημοσιονομικά μέτρα, πριν το τέλος του 2018. Οι δανειστές έχουν καταστήσει σαφές εδώ και πάλι πολύ καιρό, ότι οποιαδήποτε «τρύπα» δημιουργείται θα πρέπει να κλείνει αυτόματα με την λήψη νέων μέτρων.
Στην κυβέρνηση για την ώρα τηρούν στάση αναμονής και δεν σχολιάζουν την απόφαση επισήμως, αν και κάποια κυβερνητικά στελέχη (Πολάκης) ήδη στα social media έχουν πάρει ξεκάθαρη θέση, εναντίον της φερόμενης ως απόφασης του ΣτΕ.
Εκείνο που πάντως ανησυχεί ακόμη περισσότερο το υπουργείο Εργασίας, είναι η προσωπική διαφορά, που θα κοπεί από την 1/1/2019. Εάν το ΣτΕ κρίνει ότι είναι αντισυνταγματική η περικοπή, τότε θα πρέπει να αναζητηθούν ισοδύναμα, με τον τελικό λογαριασμό να φτάνει 2,3 δισ.
Όπως αναφέρουν δημοσιεύματα χθες και σήμερα στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, το ΣτΕ κρίνει ως αντισυνταγματικό τον νόμο Κατρούγκαλου σε δύο σημεία:
στην ένταξη των ελεύθερων επαγγελματιών και των αυτοαπασχολουμένων στον ΕΦΚΑ με ταυτόχρονη κατάργηση των ταμείων των αυτοαπασχολουμένων (ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ κλπ)
στον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών των αυτοαπασχολουμένων με βάση το δηλωθέν εισόδημα. Ως γνωστόν, αυτοαπασχολούμενοι (ειδικά ο επιστημονικός κόσμος της χώρας) και ελεύθεροι επαγγελματίες καλούνται να πληρώσουν ακόμη και το 37% του δηλωθέντος εισοδήματος προκειμένου να έχουν ασφαλιστική κάλυψη για σύνταξη, υγειονομική περίθαλψη, επικουρική ασφάλιση και εφάπαξ. Ο νόμος φέρεται να έχει κριθεί ως προβληματικός από το ΣτΕ και ως προς το ύψος των εισφορών και ως προς την ανταποδοτικότητα του συστήματος (σ.σ πρακτικά οι παροχές δεν είναι ανάλογες με το ποσό που πληρώνει ο κάθε επαγγελματίας στον ΕΦΚΑ).
Για να υπερασπιστεί τον νόμο Κατρούγκαλου, η κυβέρνηση είχε περιχαρακωθεί όλο αυτό το διάστημα γύρω από το επιχείρημα ότι μειώνονται τα βάρη για το 80% των αυτοαπασχολουμένων. Και αυτό είναι όντως αλήθεια, αφού η μεγάλη πλειοψηφία κλήθηκε να πληρώσει την ελάχιστη εισφορά των 168 ευρώ εξαιτίας του γεγονότος ότι οι 8 στους 10 ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι εμφανίζουν ατομικό εισόδημα κάτω των 8.000 – 9.000 ευρώ στην εφορία. Από την άλλη, το δημοσιονομικό κόστος από τη μείωση των επιβαρύνσεων για τους πολλούς κλήθηκαν να σηκώσουν οι λίγοι (κυρίως μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι κλπ) οι οποίοι και δήλωναν εισοδήματα άνω των 20.000 ευρώ σε ετήσια βάση. Έτσι κάποιος με το ανωτέρω εισόδημα, αν θελήσει να είναι συνεπής θα πληρώσει φόρους και εισφορές που θα αγγίξουν ή θα ξεπεράσουν τα 14.000 ευρώ, ήτοι θα μείνει με καθαρό εισόδημα στην τσέπη του περί τα 6.000 ευρώ το χρόνο.
Από τη στιγμή που ο νέος τρόπος υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών (σ.σ ο οποίος έχει ήδη προκαλέσει τεράστια προβλήματα καθώς ακόμη δεν έχει καν ολοκληρωθεί η εκκαθάριση των εισφορών βάσει των εισοδημάτων του 2016) θα κριθεί ως αντισυνταγματικός, η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να αλλάξει και τους συντελεστές υπολογισμού των εισφορών, και (ενδεχομένως) τους συντελεστές υπολογισμού των συντάξεων.
Το «ισοδύναμο» που θα ζητήσουν και οι δανειστές θα υποχρεώνει την κυβέρνηση να αυξήσει τις εισφορές για τους πολλούς προκειμένου αυτοί να μοιραστούν τα βάρη από τις μειώσεις που θα επέλθουν στους λίγους με τα υψηλότερα εισοδήματα.
Του Θανάση Παπαδή