το κυβερνοέγκλημα (35%) αποτελούν τις κυριότερες μορφές απάτης, με τις οποίες ήρθαν αντιμέτωπες οι ελληνικές εταιρείες το 2017. Σύμφωνα με την έρευνα της PwC για το “Οικονομικό Έγκλημα και την Απάτη 2018”, στην οποία συμμετέχει η Ελλάδα, μόλις το 43% των ερωτηθέντων που δραστηριοποιούνται στη χώρα ανέφερε ότι έπεσε θύμα κάποιας μορφής απάτης. Σε παρόμοιο ποσοστό κινήθηκαν και οι αναφορές παγκοσμίως (49% από 36% το 2016) – αποτελώντας το ανώτατο επίπεδο που έχει καταγραφεί στην έρευνα που πραγματοποιεί η PwC για το οικονομικό έγκλημα κάθε δύο χρόνια.
Όπως αποκαλύπτει η έρευνα (2018 Global Economic Crime and Fraud Survey), το 45% των περιπτώσεων απάτης, με τις οποίες ήρθαν αντιμέτωπες οι ελληνικές εταιρείες το 2017, έχει διαπραχθεί από εσωτερικούς δράστες. Ωστόσο, ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι στο 85% των περιπτώσεων ανιχνεύθηκε ως αποτέλεσμα είτε εταιρικών ελέγχων (όπως εσωτερικός έλεγχος, data analytics, σχέδια ανίχνευσης και αντιμετώπισης οικονομικού εγκλήματος) είτε της εταιρικής κουλτούρας (tip-off και whistleblowing).
Κυβερνοέγκλημα
Η έρευνα επισημαίνει ότι η τεχνολογία θα βρεθεί στο επίκεντρο τα επόμενα χρόνια, με το 27% των ερωτηθέντων να θεωρεί ότι την προσεχή διετία το κυβερνοέγκλημα θα είναι η πιο επιβλαβής μορφή απάτης (έναντι της 5ης θέσης κοιτώντας πίσω στην τελευταία διετία). Οι διάφορες μέθοδοι των κυβερνοεπιθέσεων τα τελευταία δύο χρόνια, με κυριότερες το phishing (44%) και το malware (41%), χρησιμοποιήθηκαν ως μέσο για την πραγματοποίηση άλλων μορφών απάτης, όπως η υπεξαίρεση περιουσιακών στοιχείων ή η διατάραξη των εργασιών της επιχείρησης. Η τεχνολογία, ωστόσο, όπως επισημαίνει η έρευνα, μπορεί να παίξει καθοριστικό παράγοντα στην προστασία των επιχειρήσεων καθώς σήμερα υπάρχει μια πληθώρα καινοτόμων τεχνολογιών όπως, predictive analytics και η τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ), τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να αμυνθούν απέναντι στις διάφορες μορφές απάτης.
Οικονομικό κόστος
Σύμφωνα με την έρευνα, ιδιαίτερα υψηλό είναι το οικονομικό κόστος της απάτης, δεδομένου ότι δεν περιορίζεται μόνο στη άμεση ζημία που προέρχεται από το εκάστοτε συμβάν: στο 46% των περιπτώσεων το ύψος της ζημίας ήταν μεταξύ 100.000 και 5 εκατ.δολ.. Αντίθετα, επεκτείνεται και σε δευτερεύοντα έξοδα που προκύπτουν από το κόστος της διερεύνησης, με το 34% να αναφέρει ότι αυτό ήταν ίδιο ή μεγαλύτερο από τη ζημία που προκλήθηκε από το έγκλημα ή την απάτη.
Στην Ελλάδα δεν φαίνεται να γίνεται επαρκώς αντιληπτός ο αντίκτυπος που επιφέρει ένα περιστατικό οικονομικού εγκλήματος στη φήμη της επιχείρησης, στο ηθικό των υπαλλήλων αλλά και στις επιχειρηματικές της σχέσεις. Στο σημείο αυτό παρουσιάζεται σημαντική απόκλιση (περισσότερο από 20%) των ευρημάτων της Ελλάδας σε σχέση με τον παγκόσμιο χάρτη.
Οι ευκαιρίες
Στην Ελλάδα το 67% δήλωσε ότι η ύπαρξη ευκαιρίας αποτελεί τον κυριότερο παράγοντα για την διάπραξη εσωτερικής απάτης. Αυτός είναι και ο λόγος που το 60% κατανάλωσε σημαντικούς πόρους στη βελτίωση των εσωτερικών διαδικασιών για την εξάλειψη της. Ιδιαίτερη βαρύτητα, όμως, σύμφωνα με την έρευνα, θα πρέπει να δοθεί και στην καταπολέμηση των κινήτρων και της εκλογίκευσης. Με ένα ποσοστό 46% να εστιάζει στην υιοθέτηση πολιτικών για την προάσπιση της λήψης αποφάσεων με βάση την ηθική, οι εταιρείες θα πρέπει να προωθούν την διαφάνεια για να καταπολεμήσουν την ύπαρξη κινήτρων. Τέλος, η μικρότερη επένδυση (33%) παρατηρείται στη ανάπτυξη της εταιρικής κουλτούρας, η οποία διαμορφώνει το πλαίσιο της μη αποδεκτής συμπεριφοράς, ώστε να αποτρέπεται η διαδικασία της εκλογίκευσης.
Καταπολέμηση
Η έρευνα της PwC καταλήγει με 4 βήματα για την καταπολέμηση της απάτης και του οικονομικού εγκλήματος: εγκαιρη αναγνώριση της απάτης, υιοθέτηση μιας δυναμικής προσέγγισης, αξιοποίηση της τεχνολογίας ως μέτρο προστασίας και επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό.
Στην έρευνα, που πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 2017, συμμετείχαν περισσότεροι από 7.200 συμμετέχοντες από 123 χώρες, με 61 εξ αυτών από την Ελλάδα. Τα αποτελέσματα για την Ελλάδα παρουσιάστηκαν πρόσφατα στο ετήσιο συνέδριο του Ελληνικού Ινστιτούτου κατά της Απάτης (ACFE Greek Chapter).
Πηγή