Η συντριπτική πλειοψηφία των τουριστών που τραβάνε τις σέλφι τους, πανευτυχείς, μέσα σε μια...
γόνδολα στην ωραία Βενετία, μάλλον δεν γνωρίζουν πως αυτές οι γραφικές, μακρόστενες, αβαθείς, με επίπεδο πάτο βάρκες, που οδηγούνται από ένα όρθιο βαρκάρη, ο οποίος χειρίζεται το μακρύ κουπί του τραγουδώντας γραφικότατα, δηλαδή οι γόνδολες, οφείλουν το όνομά τους στην ελληνική γλώσσα.
Δε ξέρω εάν σας κατέστρεψα τώρα την γοητεία των διακοπών που σχεδιάζετε στη γραφική βυθιζόμενη ιταλική πόλη, αλλά, ναι, η λέξη γόνδολα είναι ένα αντιδάνειο. Προήλθε από το μεσαιωνικό ελληνικό «κοντούρα», δηλαδή το μικρό πλοίο που περιπλέει τις ακτές, το θηλυκό της λέξης «κόντουρος», δηλαδή αυτός με κοντή ουρά.
Τώρα θα μου πείτε, ποιος Έλληνας έχει πλέον τα λεφτά για να κάνει διακοπές στη Βενετία – σωστό κι αυτό, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Η κρίση για τους πολλούς είναι ευκαιρία για κάποιους λίγους, και δεν εννοώ μόνον εκείνους τους Έλληνες που δεν ξέρουν σε ποιο φορολογικό παράδεισο να καβατζώσουν τα μαύρα τους λεφτουδάκια, αλλά στους ίδιους τους Βενετσιάνους, τους Ενετούς, οι οποίοι πριν από αιώνες είχαν σπεύσει να αρπάξουν ό,τι μπορούσαν από τα πλούτη του ελληνικού και ευρύτερου βυζαντινού χώρου.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ το βυζαντινό ορειχάλκινο τέθριππο άρμα σε φυσικό μέγεθος που κοτσάρισαν με υπερηφάνεια οι Ενετοί στην προμετωπίδα του Αγίου Μάρκου. Πώς διάβολο το βούτηξαν από την Πόλη, στην πρώτη Άλωσή της από τους αλήτες τους Σταυροφόρους το 1204, πώς το μετέφεραν, πώς το ανέβασαν εκεί πάνω, πώς δεν ντράπηκαν να κάνουν κηδεία με ξένα κόλλυβα, μέγα μυστήριον. Θαυμάστε το πάντως, καθώς κάνετε τη βόλτα σας στο Κανάλ Γκράντε, το Μεγάλο Κανάλι της Βενετίας, με τη γόνδολα, προς 80 ευρώ τη μισή ώρα...
Από πού κρατάει η σκούφια μας
Κάθε λέξη κρύβει μια ιστορία. Η ετυμολογία της, δηλαδή η αναζήτηση της προέλευσής της και της αρχικής της σημασίας, μπορεί να μας οδηγήσει πολύ μακριά, τόσο στα ονόματα των ανθρώπων και των τόπων, όσο και στις λέξεις που περιγράφουν αντικείμενα και αφηρημένες έννοιες.
Πηγή