προέρχεται από το λατινικό «sursum» ή «susum», το οποίο υποδηλώνει κίνηση από κάτω προς τα πάνω. Στέκομαι σούζα, μπροστά σε κάποιον ανώτερο εννοείται, σημαίνει πως είμαι ακίνητος μπροστά του, δείχνοντας απόλυτη υπακοή, κι ίσως φόβο, στην κλασική στάση του υποτελούς που περιμένει διαταγές ή κατσάδα.
Απ’ την άλλη, «κάνω σούζα», σημαίνει σηκώνω το δίκυκλο όχημα, ποδήλατο, μηχανάκι ή μοτοσικλέτα, στην πίσω ρόδα, σε μια μάλλον παρακινδυνευμένη οδήγηση, για να κάνω τη φιγούρα μου και να δείξω πόσο φοβερός οδηγός και γενικότερα μάγκας είμαι. Είναι ευνόητο πως το «κάνω σούζα» είναι νοηματικά εκ διαμέτρου αντίθετο με το «στέκομαι σούζα», το οποίο μάλλον σχετίζεται με την όρθια στάση των σκύλων, δηλαδή με τη στήριξη στα πίσω πόδια μετά από διαταγή του αφέντη.
Αυτό σημαίνει υποταγή, ενώ το άλλο υποδηλώνει την περιφρόνηση του οδικού, αλλά και του κοινωνικού κώδικα, για τη χαρά και τη γοητεία του κινδύνου, για το βίβερε περικολοζαμέντε, γιατί η ζωή είναι μικρή και στο τέλος, στη γκρίζα ζώνη του γήρατος, αυτό που θα νοσταλγούμε με χαρά και υπερηφάνεια μάλλον δεν θα είναι ο απόλυτος σεβασμός στη νομιμότητα, την ασφάλεια και την κανονικότητα που δείξαμε όλα τα χρόνια της ζωής μας, αλλά οι πέντε φάσεις που κάναμε την τρελή μας και το καταφχαριστηθήκαμε.
Από πού κρατάει η σκούφια μας
Κάθε λέξη κρύβει μια ιστορία. Η ετυμολογία της, δηλαδή η αναζήτηση της προέλευσής της και της αρχικής της σημασίας, μπορεί να μας οδηγήσει πολύ μακριά, τόσο στα ονόματα των ανθρώπων και των τόπων, όσο και στις λέξεις που περιγράφουν αντικείμενα και αφηρημένες έννοιες.
Πηγή