Ο Δαλάι Λάμα είχε ορίσει τη συμπόνια ως «το ενδιαφέρον μας για τον πόνο των άλλων και τη...
δέσμευσή μας να τους ανακουφίσουμε» και συμβούλευε τους ανθρώπους να στρέψουν την προσοχή τους στη συμπόνια, αν θέλουν να είναι ευτυχισμένοι τόσο οι ίδιοι, όσο και οι φίλοι τους. Στις μέρες μας η συμπόνια κατέχει κεντρική θέση στο λεξιλόγιό μας, αποτελώντας μια έννοια που μελετάται συνεχώς από τους επιστήμονες και οδηγώντας τους συχνά σε ενδιαφέροντα κι απροσδόκητα ευρήματα.
Αν και οι συμπονετικοί άνθρωποι χαρακτηρίζονται από επίκτητες ικανότητες, όπως την ικανότητα ν’ αναγνωρίζουν τα συναισθήματα των άλλων χωρίς να τους κρίνουν και να τους κατηγορούν, η παροχή βοήθειας και η ευαισθησία απέναντι στον πόνο των άλλων φαίνεται ν’ αποτελεί μία αυθόρμητη αντίδραση, που δεν συναντάται μόνο στο ανθρώπινο είδος.
Σύμφωνα με πειράματα που πραγματοποιήθηκαν στη Γερμανία, οι χιμπαντζήδες ανταποκρίνονται στο κάλεσμα άλλων χιμπαντζήδων, βοηθώντας τους χωρίς να περιμένουν ανταμοιβή και χωρίς να έχουν εκπαιδευτεί γι’ αυτό, ενώ έρευνες στο πανεπιστήμιο του Σικάγο έδειξαν πως και μια παρόμοια ικανότητα υπάρχει και στα ποντίκια. Συν τοις άλλοις, τα μωρά πολύ συχνά ευαισθητοποιούνται στο κλάμα άλλων παιδιών, προσπαθώντας ενίοτε να τα βοηθήσουν, παρόλο που δεν έχουν μάθει ακόμα απ’ τους γονείς τους τούς κανόνες «καλής συμπεριφοράς».
Φαίνεται, λοιπόν, πως υπάρχει ένα ισχυρό ένστικτο που μας ωθεί να βοηθάμε τους άλλους, ωφελώντας έτσι και τους εαυτούς μας: όταν ενδιαφερόμαστε για τις δυσκολίες των άλλων, ξεχνάμε προσωρινά τα δικά μας προβλήματα και η προσοχή μας μετατοπίζεται στους φίλους μας και στην προσπάθειά μας να τους βοηθήσουμε. Επίσης, προσπαθώντας να σκεφτούμε πώς θα τους βοηθήσουμε, είναι πιθανό να σκεφτούμε λύσεις και στρατηγικές αντιμετώπισης και για τα δικά μας προβλήματα.
Από την άλλη, η γενναιοδωρία και ο αλτρουισμός μπορούν να φέρουν τα αντίθετα αποτέλεσμα, κάνοντας κακό τόσο στους άλλους, όσο και στον εαυτό μας. Αρκετοί άνθρωποι αισθάνονται αναγκασμένοι ν’ αφοσιωθούν στη φροντίδα ενός συγγενή τους, σε περίπτωση π.χ. που δεν υπάρχουν άλλοι συγγενείς ή φίλοι για να τον βοηθήσουν, με αποτέλεσμα να παραμερίζουν τις προσωπικές τους ανάγκες και να μην ενδιαφέρονται για τη δική τους ευτυχία.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι σημαντικό να βρίσκουν χρόνο για τα πράγματα που τους ευχαριστούν και να συνειδητοποιήσουν πως η δική τους υγεία είναι εξίσου σημαντική με του ανθρώπου που φροντίζουν. Ακόμη, κάποιοι συμπονετικοί άνθρωποι έχουν την τάση να μην επισημαίνουν στους άλλους τα ελαττώματά τους, βρίσκοντας συνέχεια δικαιολογίες για την απρεπή συμπεριφορά τους και πιστεύοντας πως αν έρθουν σε σύγκρουση μαζί τους θα διακυβευτεί η σχέση τους.
Αποφεύγοντας όμως να μιλήσουν στους άλλους για τις αδυναμίες τους, τούς στερούν τη δυνατότητα ν’ αναγνωρίσουν το λάθος τους και να το διορθώσουν, αφού είναι πιθανό η καλή συμπεριφορά του φίλου τους να μην τούς αφήνει να το αντιληφθούν. Σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή προβαίνουν εκούσια σε άσχημες πράξεις, τότε οι συμπονετικοί υιοθετούν εν τέλει μια παθητική στάση, προσπαθώντας συνέχεια να δικαιολογούν και να διορθώνουν τα λάθη των άλλων.
Είναι, λοιπόν, αναγκαίο να θυμόμαστε πόσο σημαντικό είναι να βοηθάμε τους άλλους χωρίς να περιμένουμε ανταλλάγματα, αλλά εξίσου ζωτικό να μην παραμερίζουμε τις δικές μας ανάγκες. Δυστυχώς, ορισμένες φορές τα όρια ανάμεσα στη συμπόνια και στην εκμετάλλευση είναι δυσδιάκριτα και η ευγένεια κι ο αλτρουισμός μπορεί να φέρουν τ’ αντίθετα αποτελέσματα.
Πηγή