ημερών της θερινής άδειας, ενώ ο εργοδότης ο οποίος δεν χορήγησε πλήρη την άδεια στο μισθωτό κατά τη διάρκεια του έτους είναι υποχρεωμένος να καταβάλει τις αποδοχές του μηνός που θα ελάμβανε την άδεια προσαυξημένες κατά 100%.
Αυτό αποφάνθηκε o Άρειος Πάγος επισημαίνοντας ότι σκοπός του Συντάγματος (άρθρο 28), της Διεθνούς Σύμβασης 52/1936 για τους κανόνες χορήγησης αδειών μετ' αποδοχών, της Ελληνικής Εργατικής Νομοθεσίας και των Ευρωπαϊκών Οδηγιών 93/104 και 2003/88 είναι «να εξασφαλισθεί με τη χορήγηση της ετήσιας άδειας η περιοδική ανάπαυση και η ανανέωση των σωματικών και ψυχικών δυνάμεων του εργαζομένου για τη διατήρηση της σωματικής και ψυχικής του υγείας».
Από τις διατάξεις αυτές «προκύπτει σαφώς ότι δεν επιτρέπεται, ούτε με συμφωνία μεταξύ του εργαζόμενου και του εργοδότη, η μεταφορά των ημερών της ετήσιας άδειας που δεν του χορηγήθηκαν από τον εργοδότη στο επόμενο ή στα μεθεπόμενα έτη, με συνέπεια να είναι ανίσχυρη (άκυρη) κατά τα άρθρα 174 και 180 του Αστικού Κώδικα τέτοια συμφωνία και ο εργοδότης ο οποίος δεν χορήγησε πλήρη την κανονική άδεια στο μισθωτό του, κατά τη διάρκεια του έτους που αυτή αφορά, να είναι υποχρεωμένος, από το τέλος του αντίστοιχου έτους, να καταβάλει σε αυτόν τις αντίστοιχες προς τις ημέρες αυτές αποδοχές αδείας, και μάλιστα με προσαύξηση κατά 100% σε περίπτωση υπαιτιότητάς του, μη δυνάμενος να εκπληρώσει τη συγκεκριμένη υποχρέωσή του προς το μισθωτό με τη χορήγηση σ’ αυτόν των παραπάνω ημερών αδείας και τον συμψηφισμό αυτών προς το ανύπαρκτο σύνολο ήδη συσσωρευμένων ημερών άδειας περασμένων ετών, που δεν του χορηγήθηκαν».
Πάντως, ο Άρειος Πάγος διευκρινίζει ότι «η προσαύξηση 100% αφορά μόνον στις αποδοχές και όχι στο επίδομα αδείας, αφού ο νόμος αναφέρεται ρητά στις αποδοχές αδείας και όχι στο επίδομα».
Ακόμη, η αρεοπαγιτική απόφαση επισημαίνει ότι για τη θεμελίωση του δικαιώματος αδείας του μισθωτού δεν απαιτείται η υποβολή σχετικής αίτησης (έγγραφης ή προφορικής), όμως για τη θεμελίωση της αξίωσης του μισθωτού προς λήψη της κατά 100% προσαύξησης, απαιτείται υπαιτιότητα του εργοδότη, έστω και σε βαθμό ελαφράς αμέλειας, η οποία υπάρχει όταν ο μισθωτός ζήτησε την άδεια και ο εργοδότης δεν του την χορήγησε.
Τους αρεοπαγίτες τους απασχόλησε περίπτωση τραπεζοϋπαλλήλου, ο οποίος κατά την τριετία 2005 - 2008 έλαβε τμήμα της θερινής του αδείας και όχι το σύνολο των προβλεπομένων ημερών.
Ο Άρειος Πάγος, επικυρώνοντας εφετειακή απόφαση, επιδίκασε στον τραπεζοϋπάλληλο τις διαφορές των ημερών που εργάστηκε την εν λόγω τριετία, προσαυξημένες κατά 100%.