Οι άγριες περιοχές του πλανήτη έχουν κατατεμαχιστεί τις τελευταίες δεκαετίες από...
έργα οδοποιίας, κατασκευής φραγμάτων, ενεργειακών υποδομών και άλλων μεγάλων πρότζεκτ.
Σήμερα, καθώς οι περιβαλλοντικές ομάδες, οι ντόπιοι, αλλά και η χρηματοπιστωτική κοινότητα αντιτίθενται όλο και περισσότερο στην ανάπτυξη μεγάλων υποδομών, η περιβαλλοντική καταστροφή μπορεί να ανακοπεί.
Ζούμε στην πιο εκρηκτική εποχή της επέκτασης των υποδομών στην ανθρώπινη ιστορία. Για να επιτευχθούν οι αναπτυξιακοί στόχοι των Ηνωμένων Εθνών, θα πρέπει να επενδυθούν δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε νέους δρόμους, σιδηρόδρομους, ενεργειακές επιχειρήσεις, λιμάνια και άλλα έργα μέχρι το 2030. Ενισχύοντας, έτσι, δραματικά το «τσουνάμι» των υποδομών που καταστρέφει ήδη τα βιολογικά πιο πλούσια οικοσυστήματα.
Εν τούτοις, αυτό το τρομερό κύμα ανάπτυξης των υποδομών ξαφνικά δείχνει να καταρρέει.
Το πιο εντυπωσιακό σημάδι της επιβράδυνσης των υποδομών είναι η εκπληκτική απόφαση της Μαλαισίας να ακυρώσει τον τεράστιο σιδηρόδρομο μεγάλης ταχύτητας από την Κουάλα Λουμπούρ στη Σιγκαπούρη, συν άλλα έργα 22 δισ. δολαρίων σε σιδηρόδρομους και πετρελαιαγωγούς.
Αυτά τα έργα αποτελούσαν βασικά στοιχεία της κινεζικής πρωτοβουλίας Belt and Road (γνωστή και ως Οικονομική Ζώνη του Δρόμου του Μεταξιού), η οποία σχεδιάζει περίπου 7.000 έργα υποδομών και εξορυκτικής βιομηχανίας σε τουλάχιστον 70 κράτη, που εκτείνονται από την Κίνα προς τον Νότιο Ειρηνικό και σε μεγάλο μέρος της Ασίας, της Ευρώπης και της Αφρικής.
Η απόφαση της Μαλαισίας -που εκπορεύτηκε από απογοητεύσεις για το αυξανόμενο βάρος δανεισμού από Κινέζους, ενώ παράλληλα έπρεπε να πληρώσει κινεζικές εταιρείες και Κινέζους εργαζομένους για την κατασκευή του σιδηρόδρομου- έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή.
Η κινεζική οικονομία επιβραδύνεται, με το χρέος της να αυξάνεται όλο και περισσότερο και πολλά σχέδια υπό την ηγεσία της Κίνας υποχωρούν.
Και δεν είναι μόνο η Belt and Road που δείχνει ευάλωτη. Κι άλλα προγράμματα αλλάζουν σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως οι μαζικοί αναπτυξιακοί διάδρομοι της Αφρικής που περιλαμβάνουν αρκετές δεκάδες μεγάλα οδικά, σιδηροδρομικά και ενεργειακά έργα και η Πρωτοβουλία για την Ενσωμάτωση των Περιφερειακών Υποδομών στη Νότια Αμερική που πλήττονται επίσης από μεγάλα εμπόδια.
Τέτοιες ειδήσεις, που αποτελούν αναμφισβήτητα ένα πλήγμα για τις γεωπολιτικές και οικονομικές φιλοδοξίες της Κίνας και μια αρνητική εξέλιξη για τους πιθανούς επενδυτές, συμπίπτουν με την αυξανόμενη συνειδητοποίηση ότι τα μεγάλα έργα υποδομών έχουν βαθύτερους και σοβαρότερους κινδύνους από πολλούς άλλους.
Δεν είναι τυχαίο ότι όσο πιο κοντά υπάρχουν υποδομές τόσο περισσότερο αλληλένδετοι γίνονται οι περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί και πολιτικοί κίνδυνοι.
Η σφοδρή επέκταση των υποδομών αποτελεί τον μεγαλύτερο άμεσο μοχλό των περιβαλλοντικών διαταραχών, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες όπου σχεδιάζονται ή βρίσκονται σε εξέλιξη περίπου τα εννέα δέκατα των νέων έργων υποδομών.
Εξαιτίας του ανθρώπινου αποτυπώματος, το 70% των δασών του πλανήτη απέχει πλέον λιγότερο από ένα χιλιόμετρο από έναν δρόμο ή από κάποιο εκχερσωμένο σημείο.
Περαιτέρω, τα μισά από τα 35 παγκόσμια hotspots για τη βιοποικιλότητα διατηρούν μόνο το 3-10% του αρχικού άθικτου οικοτόπου τους.
Πολλοί πληθυσμοί άγριας ζωής καταρρέουν, ειδικά στις τροπικές περιοχές, ενώ οι προστατευόμενες περιοχές γίνονται ολοένα και πιο προσβεβλημένες από τους παράνομους εποίκους, τους υλοτόμους και τους λαθροκυνηγούς.
Οι δρόμοι είναι πανταχού παρόντες πιο πολύ από όλες τις υποδομές και συχνά ανοίγουν ένα κουτί της Πανδώρας περιβαλλοντικών προβλημάτων, όπως η αποδάσωση, ο κατακερματισμός των οικοτόπων, οι πυρκαγιές και η παράνομη εξόρυξη.
Στη Βραζιλιάνικη Αμαζονία, ένα απίστευτο 95% του συνόλου των δασικών καταστροφών εμφανίζεται σε απόσταση 5,5 χιλιομέτρων από τους δρόμους.
Νέοι δρόμοι διασχίζουν τη Λεκάνη του Κονγκό, όπου κατά την τελευταία δεκαετία έχουν βοηθήσει τους λαθροκυνηγούς ελεφαντόδοντου να σκοτώσουν τα δύο τρίτα όλων των ελεφάντων των δασών.
Και επειδή δεν είναι μόνο οι αριθμοί που αποδεικνύουν την πραγματικότητα, ας θυμηθούμε το σπαρακτικό βίντεο που κυκλοφόρησε πρόσφατα στο διαδίκτυο με έναν ουρακοτάγκο που προσπαθεί να αποκρούσει έναν εκσκαφέα που καταστρέφει το σπίτι του στο δάσος.
Η ανακούφιση της φτώχειας συγκαταλέγεται στα πιο συνηθισμένα επιχειρήματα για την αναγκαιότητα των μεγάλων υποδομών, αλλά η Παγκόσμια Τράπεζα έχει χαρακτηρίσει τέτοια έργα «αδύναμα για να βοηθήσουν τους φτωχούς».
Στην Παπούα-Νέα Γουινέα, ένας αγωγός ύψους 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων και ένα έργο υγρού φυσικού αερίου, γνωστά ως PNG-LNG, είχαν προαναγγελθεί ευρέως ως η οικονομική σωτηρία της χώρας.
Ωστόσο, οι πρόσφατες αναφορές του Κέντρου Ερευνών Jubilee Australia έχουν χαρακτηρίσει την PNG-LNG «αποτυχία για την ανάπτυξη», καθώς μόνο ένα μέρος των εσόδων θα δοθεί στη χώρα.
Στην άλλη πλευρά του πλανήτη, οι επενδυτές εξοργίστηκαν όταν η Βραζιλία ανέτρεψε πρόσφατα την πολιτική της για την οικοδόμηση γιγάντιων φραγμάτων υδροηλεκτρικής ενέργειας στη λεκάνη του Αμαζονίου.
Τα φράγματα αυτά μπορεί να έχουν σοβαρό περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος που αφορά τις πλημμύρες δασών, εκτοπισμούς ανθρώπων, απαιτήσεις νέων δρόμων και γραμμών ηλεκτρικής ενέργειας σε απομακρυσμένες δασικές περιοχές, γεγονότα που προκαλούν απότομες ανόδους στην αποψίλωση, τον παράνομο αποικισμό και την κερδοσκοπία της γης.
Ωστόσο, οι διακρατικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των μεταφορικών και ενεργειακών έργων που εκτείνονται για χιλιάδες χιλιόμετρα, αντιμετωπίζουν σκληρή πολιτική και οικονομική αντίσταση.
Η έλλειψη στρατηγικού προγραμματισμού για τη χρήσης της γης, η εκτίμηση περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων, οι ασταθείς τιμές για τα προϊόντα εξαγωγών που βρίσκονται στο επίκεντρο των μεγάλων έργων και το μεταβαλλόμενο πολιτικό στάτους στις χώρες υποδοχής μπορούν να ανατρέψουν συθέμελα τα επενδυτικά σχέδια για τις νέες υποδομές.
Πηγή