Όταν οι κοινωνίες αντιμετωπίζουν ανταγωνιστικά, ως κατακτητές, ασελγούν και ασεβούν σε βάρος της Φύσης, τότε είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή, όταν τα...
όρια αντοχής της Φύσης, αλλά και τα όρια ανοχής της ίδιας της κοινωνίας εξαντληθούν, θα πληρώσουν το τίμημα και θα καταστραφούν, κι όχι γιατί τάχα η Φύση εκδικείται, αλλά γιατί η κοινωνία συγκροτείται και συμπεριφέρεται ανορθολογικά κι ενάντια στους αναλλοίωτους νόμους της Φύσης. Αυτό είναι το δίδαγμα της σχετικά πρόσφατης ανθρώπινης ιστορίας από τη στιγμή που κάποιοι αποφάσισαν με τη βία των όπλων, των θεσμών, των κοινωνικών και οικονομικών δομών να ιδιοποιηθούν τμήμα της κοινής κληρονομιάς και να μετασχηματιστούν σε εκμεταλλευτική, απάνθρωπη και καταστροφική εξουσία μειοψηφίας σε βάρος της υπόλοιπης κοινωνίας, με την εμφάνιση, δηλαδή, της ατομικής ιδιοκτησίας.
Από τότε που η επιβίωση, η ασφάλεια και η ευημερία των μελών των κοινωνιών έπαψε να είναι συλλογική-κοινωνική υπόθεση, φορτώθηκε στις πλάτες αδύναμων, αμαθών και αβοήθητων ατόμων και έγινε κανόνας ο νόμος της καπιταλιστικής ζούγκλας, σύμφωνα με τον οποίον ο δυνατότερος επιβιώνει σε βάρος των αδυνάτων και συνεπώς ‘ο σώζων εαυτόν σωθήτω’ και ‘όποιον πάρει ο χάρος’. Από τότε οι λίγοι μεγαλοϊδιοκτήτες γης και μέσων παραγωγής εκμεταλλεύονται τους πολλούς πουλώντας τους ένα οικοπεδάκι και παραχωρώντας τους το ‘πλασματικό δικαίωμα’ απόκτησης, κατά κανόνα παράνομα και με υπέρογκα τοκογλυφικά τραπεζικά δάνεια, ένα αυθαίρετο σπιτάκι στην πόλη, άντε και ένα εξοχικό σε κάποιο βουνό ή σε κάποια κοντινή παραλία . Το αποτέλεσμα δεν ήταν βέβαια η αύξηση του αισθήματος ασφάλειας των πλασματικών ιδιοκτητών, ούτε φυσικά και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κατόχων πλασματικής ιδιοκτησίας, γιατί αυτή συνδέθηκε με την αγωνία της εξασφάλισης της δόσης για το τραπεζικό δάνειο, για τον φόρο ακίνητης περιουσίας, για τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων, για το αναπόφευκτο ‘λάδωμα’ του αρμόδιου υπαλλήλου του Δήμου, της Πολεοδομίας, του εφοριακού, του δασάρχη, της ΕΥΔΑΠ αλλά και με τον φόβο της κατεδάφισης του αυθαιρέτου και συνεπώς της απώλειας των κόπων μιας ζωής, βιώματα και εμπειρίες μιας ‘ψευδαίσθησης ιδιοκτησίας’ που καθηλώνει τους φορείς της ως εθελόδουλους και υποτακτικούς μικρών και μεγάλων αφεντικών. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις αυτή η σχέση παράνομης ή ημινομιμοποιημένης, για λόγους διατήρησης της πολιτικής πελατείας των κυβερνητικών κομμάτων, κατοχής πλασματικής ιδιοκτησίας οδήγησε τους κατόχους της στις φυλακές και σε κάποιες άλλες στον θάνατο εξαιτίας πλημμυρών ή πυρκαγιάς, λόγω έλλειψης της αναγκαίας υποδομής, αλλά και της οφειλόμενης πολιτικής για την προστασία αυτών των ‘ιδιοκτησιών’. Έτσι φτάσαμε στα φαινόμενα της Ολυμπίας, της Μάντρας και του οικισμού Μάτι για να περιοριστούμε σε όσα δεν προλάβαμε, εξαιτίας των δεκάδων αδικοχαμένων πλασματικών ιδιοκτητών, να ξεχάσουμε.
Κάποιοι επιζήσαντες αυτών των καταστροφών ονειρεύονται και κάποιοι πολιτικάντηδες έμποροι ελπίδων υπόσχονται να ξαναστήσουν τα καμένα και πνιγμένα χωριά και να ξαναχτίσουν το Μάτι καλύτερο από ότι ήταν, ακόμα κι αν χρειαστεί να γκρεμιστούν και όσα σπίτια δεν κάηκαν αλλά είναι ακόμα, και παρά τις αλλεπάλληλες πανάκριβες νομιμοποιήσεις, αυθαίρετα, χωρίς ωστόσο να θίξουν την λεγόμενη ιερότητα της ατομικής ιδιοκτησίας, τη βάση, δηλαδή, του πυρομανούς καπιταλισμού. Δεν είναι λογικό να αμφισβητήσει κανείς τις προθέσεις όσων ελπίζουν και πασχίζουν για κάτι καλύτερο, αλλά είναι απόλυτα λογικό να ξανασκεφτούν τους λόγους που τους έδεσαν για μια ζωή στο άρμα της εκμετάλλευσής τους από το μεγάλο κεφάλαιο και τους οδήγησαν στη καταστροφή. Με αντικειμενική σκέψη θα καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο βασικότερος λόγος αυτής προδιαγεγραμμένης καταστροφής τους είναι το γεγονός ότι κάποιοι κατακερμάτισαν κοινή-κοινωνική περιουσία σε μικρές ατομικές ιδιοκτησίες χωρίς τις αναγκαίες υποδομές και χωρίς τους απαραίτητους πολεοδομικούς σχεδιασμούς που θα εξασφάλιζαν μια ασφαλή, αξιοπρεπή, κοινωνικά και πολιτιστικά γόνιμη συμβίωση που αργά ή γρήγορα θα οδηγούσαν, πέρα από τους μίζερους ανταγωνισμούς και τις άγονες συγκρούσεις στην συνολική κατάρρευση του συγκεκριμένου μοντέλου στέγασης και κοινωνικής συμβίωσης.
Αν αυτή η πραγματικότητα γίνει συνείδηση όσων επέζησαν και όσων έχουν το κουράγιο να ξαναπροσπαθήσουν, τότε θα πρέπει να επεξεργαστούν ένα διαφορετικό χωροταξικό σχέδιο που θα εγκαταλείπει την ανταγωνιστική ατομιστική νοοτροπία που διασπά και εχθροποιεί αδέρφια, φίλους, γείτονες και συμπολίτες και θα οικοδομεί το μέλλον όλων των νέων κατοίκων πάνω στο κοινό, συλλογικό όραμα που θα εδράζεται στην ανακήρυξη όλης της περιοχής του οικισμού Μάτι σε συλλογική και εξ αδιαιρέτου κοινωνική περιουσία, πάνω στην οποία θα οικοδομήσουν έναν πρότυπο οικισμό που θα αξιοποιεί με άριστο τρόπο ολόκληρη την έκταση, ώστε όλοι να ζουν σε αξιοπρεπείς κατοικίες με τις αντίστοιχες υποδομές, πράγμα που θα τους επιτρέπει να εξασφαλίσουν μεγάλες εκτάσεις για την δημιουργία των αναγκαίων δημόσιων χώρων και των απαραίτητων πάρκων αναψυχής. Γι αυτό δεν χρειάζεται παρά να αναζητήσει και να μελετήσει κανείς παρόμοια χωροταξικά-πολεοδομικά σχέδια, όπως λ. χ. αυτό της συνοικίας Brondby[1] έξω από την Κοπεγχάγη της Δανίας και να τα προσαρμόσει στις τοπικές συνθήκες. Ας γίνει το πάθημα μάθημα. Ας πάψουμε να μοιρολογούμε, κάνοντας το πένθος για τα χαμένα αδέρφια μας δημιουργικό θυμό και αγώνα για κάτι καλύτερο και ασφαλέστερο συλλογικό και κοινωνικά αυτοπροσδιοριζόμενο. Αντί, λοιπόν, τα θύματα να ξαναμπούν στο ρινγκ του μεγάλου κεφαλαίου για μια από τα ίδια, ας ξεκινήσουν με μια Γενική Συνέλευση όλων όσων υπήρξαν και θέλουν να συνεχίσουν να είναι κάτοικοι του συνοικισμού ΜΑΤΙ ΑΤΤΙΚΗΣ και να συσπειρωθούν σε έναν συνεταιρισμό για να καταργήσουν ότι και όσα τους χώριζαν και να ανακηρύξουν ολόκληρο το κομμάτι γης που κατείχαν σε εξ αδιαιρέτου κοινή περιουσία με σκοπό να την αναπλάσουν σε ένα πρότυπο πολεοδομικό συγκρότημα με κριτήριο το «μέτρον άριστον» και «όλων των πραγμάτων μέτρο είναι ο άνθρωπος». Θα τους κοστίσει πολύ λιγότερο, ίσως και τίποτα, αν διεκδικήσουν από το κράτος και από την Ευρωπαϊκή Ένωση τις οφειλόμενες αποζημιώσεις και φυσικά διαχειριστούν οι ίδιοι τα χρήματα που ήδη κατατίθενται και θα συνεχίσουν να κατατίθενται από συνανθρώπους τους στους τραπεζικούς λογαριασμούς αλληλεγγύης.
Ας αποδεχτούμε το μήνυμα της πρότασης Brondby, (https://www.google.gr/search?q=brondby+city+denmark&tbm=isch&tbo=u&source=univ&sa=X&ved=2ahUKEwjqtpjXi8LcAhVpLsAKHV0hDcgQsAR6BAgGEAE&biw=1067&bih=742), ως πρόκληση και ας αποδείξουμε ότι μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο, αλλάζοντας τον εαυτό μας για λογαριασμό της πόλης μας, της χώρας μας, των παιδιών μας και του μέλλοντός τους. Η κοινωνική ισότητα, η άμεση δημοκρατία και ο αταξικός ουμανισμός δεν είναι κούφιες θεωρίες, αλλά συγκεκριμένες πράξεις και ρεαλιστικές λύσεις που μας απελευθερώνουν από την καπιταλιστική βαρβαρότητα. Ας γίνουμε η αλλαγή που ονειρευόμαστε κι ας πάψουμε να είμαστε ποίμνια/οπαδοί/θύματα σκοταδιστικών ιερατείων και εξουσιαστικών συμμοριών κάθε εκδοχής, χρώματος και κοπής. Ας αξιοποιήσουμε την ευκαιρία να γίνουμε Πολίτες που χτίζουν καινούργιες και σύγχρονες Πολιτείες, που παράγουν Πολιτική Κοινωνικής Ισότητας και Ουμανιστικό Πολιτισμό.
[1] Περιοδικό ΕΨΙΛΟΝ, 946/31.05.2009