ακόμα χρυσωμένα από την αυγή. Τουρλίδες και μπεκατσόνια προσγειώνονται στην υγρή άμμο, ενώ στο βάθος διακρίνονται πάνω στους λόφους οι λευκές βίλες των πλούσιων κατοίκων του Λος Άντζελες. Για οκτακόσια μέτρα περίπου η παραλία είναι σχεδόν έρημη. Μετά, βόρεια του ναυαγοσωστικού σταθμού, βρίσκω αυτό που ψάχνω.
Μερικοί άνθρωποι κάθονται στη σειρά, σταυροπόδι πάνω σε πετσέτες θαλάσσης, λίγα μέτρα από το κύμα. Αποτελούν μέλη μιας τοπικής βουδιστικής ομάδας και ετοιμάζονται να ξεκινήσουν έναν ωριαίο σιωπηλό διαλογισμό. Παίρνω τη θέση μου στην άκρη της σειράς κοιτώντας προς τη θάλασσα. Επί αιώνες, οι πιστοί των ανατολικών θρησκευτικών παραδόσεων διαλογίζονται αναζητώντας την πνευματική φώτιση. Η συγκεκριμένη πρακτική έφτασε στη Δύση στη δεκαετία του 1960 ως μέρος της αντικουλτούρας των χίπηδων, υιοθετημένη από διασημότητες και συγκροτήματα όπως οι Beatles και οι Doors. Έκτοτε έχει αυξηθεί η δημοφιλία της, καθώς οι άνθρωποι αναζητούν γαλήνη και νόημα εν μέσω των υλικών ανησυχιών της σύγχρονης ζωής, και τώρα θεωρείται εξίσου συνηθισμένο να δεις ανθρώπους που διαλογίζονται σε μια παραλία της Καλιφόρνια όσο και σε έναν ναό στο Θιβέτ.
Όμως, εγώ δεν βρίσκομαι εδώ λόγω πνευματικής αναζήτησης. Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι οι επιστημονικοί ισχυρισμοί ότι ο διαλογισμός μπορεί να βελτιώσει τη σωματική και την πνευματική υγεία μειώνοντας το στρες. Από όλα τα είδη της ιατρικής πνεύματος-σώματος, ο διαλογισμός, με τους στενούς δεσμούς του με τη θρησκεία και την πνευματικότητα –για να μην αναφερθώ στα ναρκωτικά διεύρυνσης της συνείδησης–, διέθετε μια θυελλώδη σχέση με την επιστήμη. Διάφορες μελέτες της δεκαετίας του 1970 υποστήριξαν ότι οι μοναχοί που διαλογίζονται μπορούν να επιτύχουν διάφορα εντυπωσιακά σωματικά αποτελέσματα, από την εκούσια μείωση της πίεσης του αίματος μέχρι να πλημμυρίσουν τον εγκέφαλό τους με εξαιρετικά συγχρονισμένα ηλεκτρικά κύματα.
Ορισμένοι ερευνητές, με στενούς δεσμούς με θρησκευτικές οργανώσεις, κατηγορήθηκαν ότι ανακάλυψαν αυτό που ήθελαν να δουν. Και παρότι μοναχοί που έχουν περάσει τη ζωή τους σε διάφορα απομονωμένα ησυχαστήρια είναι αναμφίβολα ικανοί για μερικά εντυπωσιακά κατορθώματα, δεν είναι ξεκάθαρο πόσο όλο αυτό έχει σχέση με εμάς τους υπόλοιπους. Την τελευταία δεκαετία, όμως, μια καινούρια γενιά μελετών απεικόνισης του εγκεφάλου και κλινικές μελέτες έχουν θέσει αποφασιστικά τον διαλογισμό στον επιστημονικό χάρτη. Δείχνουν ότι, παρόλο που το να παρακολουθούμε τις σκέψεις μας ίσως φαίνεται εφήμερο, μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στον εγκέφαλο και στο σώμα μας.
Όμως, πρώτα είναι καιρός να δοκιμάσουμε αυτή τη μυστηριώδη τεχνική. Υπάρχουν εκατοντάδες τρόποι να διαλογιστεί κανείς: ο ευσπλαχνικός διαλογισμός περιλαμβάνει την αποστολή αισθημάτων αγάπης και καλοσύνης σε όλα τα ζωντανά όντα, ο υπερβατικός διαλογισμός βάζει τους ανθρώπους να εστιάζουν σε ένα επαναλαμβανόμενο μάντρα. Η ενσυνειδητότητα, πάλι, σημαίνει να δίνεις προσοχή στις σκέψεις και στο περιβάλλον σου. Αυτή είναι μία από τις πιο δημοφιλείς –και πιο μελετημένες– τεχνικές, οπότε σήμερα θα δοκιμάσω μια μορφή διαλογισμού με ενσυνειδητότητα η οποία ονομάζεται ανοιχτή παρακολούθηση. Κάθεσαι ίσιος και ακίνητος και παρακολουθείς τις σκέψεις που σου έρχονται στο μυαλό. Δεν τις κρίνεις, ούτε αντιδράς σε αυτές, απλώς τις αφήνεις να φύγουν. Κάθομαι στην πετσέτα μου και αρχίζω να στοχάζομαι το λαμπερό νερό. Η θέα απλώνεται χιλιάδες μίλια στον Ειρηνικό ωκεανό και η ομορφιά της σου κόβει την ανάσα.
Το να ατενίζω αυτή την απεραντοσύνη χωρίς σκέψεις και ονειροπολήσεις να γεμίζουν το μυαλό μου είναι, ωστόσο, κάπως τρομακτικό. Το κεφάλι μου είναι συνήθως γεμάτο με ένα κουβάρι από ιδέες και λέξεις, προφορικές, γραπτές, ιδέες και λέξεις που έχω ακούσει, φανταστεί ή θυμάμαι. Δεν είμαι σίγουρη ότι θα είναι τόσο εύκολο να τις διώξω. Δεν είμαι η μόνη που γεμίζω το μυαλό μου με αφηρημένες σκέψεις, λέει ο Μαρκ Γουίλιαμς (Mark Williams), επίτιμος καθηγητής κλινικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Είναι ειδικός στις ψυχολογικές επιπτώσεις του διαλογισμού, και συν-συγγραφέας ενός βιβλίου που εκδόθηκε το 2011 με τον τίτλο Μindfulness («Ενσυνειδητότητα»), το οποίο εξηγεί πώς, εκπαιδεύοντας το μυαλό να γίνει πιο συνειδητό, μπορούμε να μειώσουμε το στρες και την ανησυχία στην καθημερινή ζωή. Το βιβλίο έγινε απρόσμενο μπεστ σέλερ, με θετικές κριτικές από διασημότητες όπως οι ηθοποιοί Ρούμπι Γουάξ και Γκόλντι Χον.
«Οι περισσότεροι από εμάς είμαστε απασχολημένοι κάθε στιγμή, και δεν συνειδητοποιούμε πραγματικά πού βρισκόμαστε ή τι κάνουμε», μου λέει. «Συνήθως σχεδιάζουμε το μέλλον ή ξαναπαίζουμε στο μυαλό μας κάτι που έχει ήδη συμβεί». Όταν πλένεις τα πιάτα, για παράδειγμα, μπορεί να σκέφτεσαι το φλιτζάνι τσάι που θα πιεις μετά. Όταν πηγαίνεις με το αυτοκίνητο στο σουπερμάρκετ, σκέφτεσαι τι θα αγοράσεις. Αντί να παρατηρούμε στο περιβάλλον μας, είμαστε απασχολημένοι με τον εσωτερικό μας κόσμο. Αυτό μπορεί να αποτελεί μια χαρούμενη εμπειρία: να ονειροπολούμε για διακοπές πολυτελείας, ίσως, ή να σχεδιάζουμε το τέλειο δώρο γενεθλίων για έναν φίλο. Αλλά μπορεί, επίσης, να σκεφτόμαστε αρνητικές, στρεσογόνες καταστάσεις.
Μπορεί να τρώμε ένα υπέροχο γεύμα, να κάνουμε μπάνιο τα παιδιά μας ή να περπατάμε στην παραλία, αλλά μέσα στο κεφάλι μας να ξαναπαίζουμε τον χθεσινό καβγά ή να αγχωνόμαστε για τις υποχρεώσεις της αυριανής ημέρας, σε βαθμό πολύ πιο έντονο απ’ ό,τι πραγματικά χρειάζεται. Το να χανόμαστε σε τέτοιου είδους ζοφερές ή αγωνιώδεις σκέψεις είναι από μόνο του στρεσογόνο, αλλά σημαίνει επίσης ότι δεν προσέχουμε όλα τα θετικά στον κόσμο γύρω μας που μπορεί να ανακουφίσουν την αγωνία μας. Καθώς ετοιμαζόμαστε για τη δουλειά το πρωί και είμαστε ήδη χαμένοι στα προβλήματα της ημέρας, δεν προσέχουμε την ανακουφιστική ζεστασιά του τσαγιού μας, ένα όμορφο τραγούδι στο ραδιόφωνο, το χαμόγελο του παιδιού μας.
«Μπορείς να ζήσεις τη ζωή σου χάνοντας συνεχώς τις στιγμές σου», λέει ο Γουίλιαμς. Είμαστε μέσα σε μια φούσκα, αποκλεισμένοι από τις μικρές ομορφιές και απολαύσεις που κάνουν τη ζωή να αξίζει να τη ζει κανείς. Αν δεν είμαστε προσεκτικοί, το μυαλό και το σώμα μπορεί να ανατροφοδοτούν το ένα από το άλλο σε μια κατηφορική πορεία», λέει ο Γουίλιαμς. «Οι αρνητικές σκέψεις πυροδοτούν αντιδράσεις στρες στο σώμα. Αλλά η όλη διαδικασία δουλεύει και αντίθετα: όταν βρισκόμαστε σε κατάσταση «πολεμάς ή το βάζεις στα πόδια», ο εγκέφαλος βρίσκεται σε υπερβολική εγρήγορση για απειλές. Όσο πιο στρεσαρισμένοι αισθανόμαστε, τόσο πιο πιθανό είναι να έχουμε αρνητικές σκέψεις.
Ο διαλογισμός με ενσυνειδητότητα βοηθά να σταματήσουμε κάτι τέτοιο. Δίνοντας περισσότερη προσοχή στις σκέψεις μας, επιτρέπουμε στον εαυτό μας να κάνει ένα βήμα πίσω και να συνειδητοποιήσει ότι μια αρνητική ή στρεσογόνα ιδέα δεν είναι απαραίτητο να αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα, εξηγεί ο Γουίλιαμς. Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να ανταποκριθούμε συναισθηματικά. Είναι απλώς αυθόρμητη φλυαρία που παράγει ο εγκέφαλος. Και μόλις το αναγνωρίσουμε αυτό, θα πάψουμε να την ακούμε. Μελέτες απεικόνισης του εγκεφάλου υποστηρίζουν την παραπάνω ιδέα. Για παράδειγμα, ο Τζιουζέπε Πανιόνι (Giuseppe Pagnoni), νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Μόντενα και Ρέτζιο Εμίλια της Ιταλίας, έκανε σάρωση εγκεφάλου ανθρώπων έμπειρων στον διαλογισμό Ζεν, ο οποίος, όπως ο διαλογισμός με ενσυνειδητότητα, περιλαμβάνει την παρακολούθηση των σκέψεων και, στη συνέχεια, την αποβολή τους από το μυαλό.
Ο εσωτερικός μας μονόλογος, αποτελούμενος από τυχαίες σκέψεις, θεωρείται ότι παράγεται από ένα σύνολο εγκεφαλικών περιοχών που ονομάζεται «δίκτυο αυτόματης λειτουργίας», το οποίο είναι πολύ πιο ενεργό όταν δεν εστιάζουμε σε εξωτερικές υποθέσεις. Ο Πανιόνι ανακάλυψε ότι όσοι διαλογίζονται μπορούσαν να μειώσουν τη δραστηριότητα αυτού του δικτύου και ήταν σε θέση να επιστρέψουν σε μια κατάσταση ηρεμίας πολύ πιο γρήγορα ύστερα από κάτι που τους απέσπασε την προσοχή. Η δυνατότητά μας να κάνουμε σκέψεις για τον κόσμο μάς έβαλε ένα σκαλί πιο πάνω από τη ζέβρα – αλλά με κάποιο κόστος. Η αγωνία μας για πράγματα που έχουν ήδη συμβεί, που δεν έχουν συμβεί ακόμα ή μπορεί και να μη συμβούν καθόλου, μπορεί να μας εξουθενώσει.
Η ενσυνειδητότητα δείχνει να μπορεί να μας βάλει ακόμα ένα σκαλί πιο πάνω – μπορούμε να έχουμε σκέψεις, αλλά δεν είμαστε υποχρεωμένοι να τις αφήνουμε να μας κυβερνούν. Στην αρχή, παρά την υπέροχη θέα, το μυαλό μου προσπαθεί απελπισμένα να βρεθεί οπουδήποτε αλλού εκτός από αυτή την παραλία. Στροβιλίζεται και τρέχει, αρνείται να παραμείνει σιωπηλό, σκέψεις και εικόνες εμφανίζονται με ταχύτητα η μία μετά την άλλη. Αυγά (σκέφτομαι πού θα πάρω πρωινό), δρομολόγια ταξί (έχω να προφτάσω μια πτήση), ερωτήσεις συνέντευξης (έχω συνάντηση με έναν ερευνητή το απόγευμα). Καθεμία σκέψη με προσκαλεί, με βάζει σε πειρασμό να την ακολουθήσω, να χαθώ στις στροφές και στα μονοπάτια της.
Κάθε φορά που διώχνω μια σειρά σκέψεων, κάποια άλλη εμφανίζεται αμέσως, λες και το μυαλό μου είναι πωλητής που προσπαθεί απελπισμένα να πουλήσει κάτι: «Δεν σου αρέσει αυτό; Τότε δοκίμασε αυτό!» Ένα κόκκινο μπουφάν που αγόρασα την προηγούμενη φορά που ήμουν σε αυτή την παραλία. Τι δώρα να αγοράσω για τα παιδιά μου πίσω στην πατρίδα. Σε μια προσπάθεια να σταματήσω αυτόν τον ανεμοστρόβιλο του μυαλού μου, εστιάζω στις λεπτομέρειες του τοπίου μπροστά μου, με το βλέμμα καρφωμένο αποφασιστικά εμπρός. Στην αρχή, η παραλία μοιάζει γεμάτη κίνηση. Τα κύματα σκάνε στην ακτή με τον χαρακτηριστικό παφλασμό τους. Λευκοσκαλίδρες σεργιανίζουν στην άμμο. Άνθρωποι με σκυλιά μπαίνουν στο οπτικό πεδίο μου, ενώ ομάδες πελεκάνων χαζολογούν στο νερό πριν πετάξουν μακριά. Ένας σέρφερ, μια μαύρη σιλουέτα στο φόντο του ουρανού, ανεβοκατεβαίνει στα κύματα για είκοσι λεπτά περίπου, πριν χαθεί κι αυτός μακριά.
Για λίγη ώρα έχω απορροφηθεί αλλά, καθώς ο χρόνος κυλάει, αρχίζω να αισθάνομαι παράξενα αποκομμένη από τη δραστηριότητα της παραλίας. Φαντάζομαι ότι τα πουλιά, οι άνθρωποι και ο σέρφερ είναι σαν τις σκέψεις μου, λαμβάνουν διάφορα σχήματα και χρονικά διαστήματα, αλλά στο τέλος, όλα περνούν. Κατά κάποιον τρόπο, αρχίζουν να φαίνονται λιγότερο σημαντικά, λιγότερο αληθινά, και αντί να τους παρακολουθώ να έρχονται και να φεύγουν, πιάνω τον εαυτό μου να εστιάζει πιο μακριά, στον ορίζοντα. Με ελκύουν η σαγηνευτική σιωπή του και η αμετάβλητη γραμμή από το βαθύ, ακίνητο μπλε. Στο τέλος της ώρας, τα πόδια μου πονάνε και ο πρωινός ήλιος πέφτει καυτός στο μάγουλό μου. Καθώς κοιτάω πάνω κάτω στην ακτή μετά την πρώτη προσπάθεια, αισθάνομαι πραγματικά ήρεμη και αλλόκοτα συνδεδεμένη, αισθάνομαι περισσότερο κομμάτι ενός ευρύτερου τοπίου, ίσως, και λιγότερο απασχολημένη με τις μικρολεπτομέρειες της ημέρας μου.
Μου αρέσει η ιδέα να απελευθερωθώ από τις αρνητικές σκέψεις (ποιανού δεν του αρέσει;) και μπορώ να καταλάβω ότι, με τον καιρό, αυτό μπορεί να αποτελέσει μια επιτυχημένη τεχνική για να κερδίσεις μια διαφορετική οπτική στη ζωή. Αλλά πράγματι λειτουργεί; Οι περισσότεροι δεν είμαστε μοναχοί και δεν μπορούμε να διαλογιζόμαστε όλη την ώρα. Μπορούν μερικές σύντομες συνεδρίες να μας προστατέψουν –ακόμα και να αντιστρέψουν– από τη φθορά του στρες; Και αυτό με τη σειρά του, μπορεί να επηρεάσει τη σωματική υγεία μας;
Ο Γκάρεθ Γουόκερ (Gareth Walker) κάτι ξέρει για το πώς μπορεί να μας βασανίσουν το παρελθόν και το μέλλον. Πριν από δέκα χρόνια εργαζόταν στο Σέφιλντ, στη βόρεια Αγγλία, ως αστυνομικός ή, όπως το θέτει ο ίδιος, «ένας παθιασμένος μπάτσος». Ο 26χρονος απολάμβανε τη δραστήρια εργασία του και, στον ελεύθερο χρόνο του, του άρεσε να πηγαίνει στους λόφους και να κάνει πεζοπορία στις όμορφες κοιλάδες του Γιορκσάιρ. Μετά, ένα πρωινό του 2006, ο Γκάρεθ με το που ξύπνησε ανακάλυψε ότι η όραση του αριστερού ματιού του είχε θολώσει. Ο οφθαλμίατρός του δεν μπόρεσε να βρει τι έφταιγε. Ο γιατρός τού έδωσε αντιβιοτικά για επιπεφυκίτιδα, αλλά δεν βελτίωσαν την κατάσταση. Τελικά, έκανε μια μαγνητική τομογραφία και ήρθε η αποκάλυψη: το ανοσοποιητικό σύστημα του Γκάρεθ έκανε επίθεση στο οπτικό νεύρο του.
Η πιο πιθανή εξήγηση ήταν ότι υπέφερε από σκλήρυνση κατά πλάκας ή πολλαπλή σκλήρυνση (multiple sclerosis, MS). Πρόκειται για χρόνια ασθένεια όπου μια αφύσικη φλεγμονή καταστρέφει σταδιακά το νευρικό σύστημα∙ η σκλήρυνση κατά πλάκας προκαλεί ευρείας έκτασης συμπτώματα, καθώς ο ασθενής χάνει σταδιακά τον έλεγχο του σώματός του. Το ένα μετά το άλλο, τα άκρα, τα μάτια, τα έντερα και η ουροδόχος κύστη μπορεί να πάψουν να λειτουργούν. Οι ασθενείς υποφέρουν επίσης από πόνους και κόπωση, καθώς και από γνωστικά και συναισθηματικά προβλήματα – ειδικά κατάθλιψη. Η σκλήρυνση κατά πλάκας συνήθως ξεκινά με μια μορφή «επαναληπτικών επιδρομών», κατά την οποία συμβαίνουν ξαφνικές κρίσεις οι οποίες στη συνέχεια εξασθενίζουν. Σταδιακά, όμως, η ασθένεια γίνεται «προοδευτική», πράγμα που σημαίνει ότι η βλάβη σταδιακά μεγαλώνει. Οι θεραπευτικές αγωγές είναι ελάχιστες και καμία δεν οδηγεί σε ίαση.
Χρειάζονται δύο τέτοιες κρίσεις φλεγμονής για να διαγνωστεί η σκλήρυνση κατά πλάκας, γιατί κάποιες φορές οι άνθρωποι παθαίνουν μια τέτοια κρίση και μετά δεν έχουν άλλα προβλήματα. Αλλά αν συνέβαινε κάτι ακόμα, προειδοποίησε ο νευρολόγος τον Γκάρεθ, θα βρισκόταν αντιμέτωπος με μια αμείλικτη, επιδεινούμενη αναπηρία. Για τρία χρόνια ο Γκάρεθ προσπάθησε να συνεχίσει να ζει μια φυσιολογική ζωή. Μετά, το 2009, άρχισε να χάνει τον έλεγχο της ουροδόχου κύστης του. Το 2010 διαγνώστηκε επίσημα με σκλήρυνση κατά πλάκας. Περιγράφει το διάστημα που ακολούθησε τη διάγνωση ως «φρικτά στρεσογόνο». Λίγο μετά, ο Γκάρεθ άρχισε να έχει πρόβλημα με το περπάτημα και αναγκάστηκε να πάρει άδεια από τη δουλειά που αγαπούσε. Και εκείνο τον Ιούνιο έγινε πατέρας.
Θυμάται ότι τον Αύγουστο του 2010 πήρε τη γυναίκα και τον γιο του να πάνε μία εβδομάδα διακοπές σε μια αγροικία στο γραφικό χωριό Τόσαϊντ. Ήταν μια ευκαιρία να φύγουν ως οικογένεια και να χαρούν το καινούριο μωρό. Μια ηλιόλουστη μέρα έκαναν πικ νικ σε ένα κοντινό φυσικό καταφύγιο και έτρωγαν σάντουιτς σε ένα παγκάκι δίπλα στο ρυάκι. Η γυναίκα του Γκάρεθ πρότεινε να περπατήσουν μέχρι την άκρη του νερού, λίγα μόλις μέτρα πιο πέρα, κατεβαίνοντας ένα σχετικά βραχώδες μονοπάτι. Καθώς ο Γκάρεθ άρχισε να κατεβαίνει, ένιωσε ότι τα πόδια του δεν ήταν σταθερά και ότι θα έπεφτε. Και τότε, ξαφνικά, έκανε την εξής σκέψη: Αν δυσκολευόταν τώρα, πώς θα ήταν σε μερικά χρόνια; Κοίταξε το δύο μηνών αγοράκι του και τον συγκλόνισε η σκέψη ότι ποτέ δεν θα πήγαινε μαζί με τον γιο του σε τέτοιου είδους περιπάτους. Ποτέ δεν θα έκαναν πέτρες να αναπηδήσουν στην επιφάνεια της θάλασσας, ποτέ δεν θα έπαιζε ποδόσφαιρο μαζί του, ή αναρίθμητα άλλα πράγματα που οι φυσιολογικοί μπαμπάδες κάνουν με τα παιδιά τους. Αντίθετα, θα ήταν σε ένα αναπηρικό καροτσάκι, ανάπηρος και ανήμπορος.
Εκείνη η μοναδική στιγμή κατέστρεψε αυτό που θα μπορούσε να είναι ειδυλλιακή οικογενειακή βόλτα και απελευθέρωσε μια χιονοστιβάδα φόβων και εικόνων από τις οποίες δεν μπορούσε να ξεφύγει. «Ξαφνικά μου έκλεψαν κάθε όνειρο που είχα για το μέλλον», λέει. «Δεν ήξερα τι να κάνω. Ήταν μια πολύ, πάρα πολύ τραγική εποχή για εμένα». Πέντε χρόνια μετά, όμως, ο Γκάρεθ απέχει πολύ από το να είναι απελπισμένος, για την ακρίβεια λέει ότι είναι πιο χαρούμενος από ποτέ. Πιστεύει ότι ο διαλογισμός με ενσυνειδητότητα μεταμόρφωσε τη ζωή του, και τώρα είναι από τους παθιασμένους υποστηρικτές του, με δική του ιστοσελίδα και πάνω από 60.000 ακολούθους στο Twitter. Κανόνισα να τον συναντήσω για να μάθω περισσότερο γι’ αυτή την εντυπωσιακή μεταστροφή.
Με παίρνει από τον σταθμό του τρένου του Μπάρνσλεϊ όπου κατοικεί, κάποτε πόλη ανθρακωρύχων στην καρδιά του Γιορκσάιρ. Είναι η ώρα του μεσημεριανού φαγητού μια κρύα μέρα του Ιανουαρίου, και αμέσως κατευθύνεται εκτός πόλεως διασχίζοντας χιονισμένους αγρούς καθ’ οδόν προς το χωριό Σίλκστοουν. Στο Μπάρνσλεϊ δεν υπάρχει κανένα καλό μέρος για φαγητό, απολογείται. Τριάντα έξι χρονών πια, ο Γκάρεθ είναι φιλικός, χαλαρός και ρεαλιστής, με σταθερό βλέμμα και βόρεια προφορά. Ντυμένος με κόκκινο πουλόβερ και τζιν, είναι λεπτός αλλά όχι υπερβολικά. Κουβεντιάζει ανάλαφρα –για την ενσυνειδητότητα, θα μπορούσε να μιλάει όλη μέρα για τα πλεονεκτήματά της, λέει– μέχρι να φτάσουμε στο μέρος που θα φάμε. Αφήνει το αυτοκίνητο στη θέση των αναπήρων και μετά χρησιμοποιεί ένα δεκανίκι για να διασχίσει τη σύντομη απόσταση από το πάρκινγκ μέχρι το καφέ.
Αφού βολευτήκαμε, ρωτάω τον Γκάρεθ πώς ανακάλυψε την ενσυνειδητότητα. Λίγο μετά την απογοητευτική βόλτα στο ρυάκι, λέει, κάποιος του πρότεινε την ενσυνειδητότητα ως τρόπο για να αντιμετωπίσει το στρες της διάγνωσης της σκλήρυνσης κατά πλάκας. «Δεν είχα ιδέα πώς κάνουν διαλογισμό», μου λέει. «Είχα ακούσει τη λέξη, αλλά νόμιζα ότι ήταν κάτι για χίπηδες». Οπότε αγόρασε ένα μπεστ σέλερ σχετικά με την ενσυνειδητότητα, ενός Αμερικανού συγγραφέα ονόματι Τζον Κάμπατ-Ζιν (Jon Kabat-Zinn): Wherever You Go, There You Are («Όπου κι αν πας, εδώ βρίσκεσαι»). Ξεκίνησε να διαλογίζεται πέντε λεπτά τη φορά, με έναν κάπως αυτοσχέδιο τρόπο. Έκλεινε τα μάτια του και μετρούσε τις εισπνοές και τις εκπνοές του. Αν είχε κάποια σκέψη πριν φτάσει στο δέκα, γυρνούσε στην αρχή και ξεκινούσε πάλι. Τίποτα σπουδαίο δεν συνέβη στην αρχή.
Αλλά ύστερα από μερικούς μήνες παρατήρησε μια αλλαγή. Αν η Ελίζαμπεθ Μπλάκμπερν ξεπέρασε το χάσμα ανάμεσα στην ψυχιατρική και τη βιοχημεία στις μελέτες της για τα τελομερή, το χάσμα που ξεπέρασε ο Κάμπατ-Ζιν ήταν ακόμα μεγαλύτερο. Μοριακός βιολόγος και δάσκαλος της γιόγκα από τη Μασαχουσέτη, ήταν πεπεισμένος ότι ο διαλογισμός, στον οποίο επιδιδόταν ως μέρος της βουδιστικής πίστης του, μπορούσε να βοηθήσει ανθρώπους για τους οποίους οι γιατροί δεν μπορούσαν να κάνουν πολλά∙ ετοιμοθάνατους, για παράδειγμα, ή όσους βασανίζονταν από τον πόνο. Αλλά ήξερε ότι οι γιατροί ποτέ δεν θα συνταγογραφούσαν μια θρησκευτική πρακτική.
Μετά, μια μέρα, ενώ διαλογιζόταν σε ένα ησυχαστήριο, είχε ένα όραμα. Θα εφεύρισκε εκ νέου την ενσυνειδητότητα και θα την απάλλασσε από τις θρησκευτικές και πνευματικές πλευρές της, για να την κάνει εύπεπτη στο ιατρικό επάγγελμα. Το 1979 ανέπτυξε έναν κύκλο μαθημάτων οκτώ εβδομάδων, ο οποίος περιλάμβανε στοιχεία διαλογισμού με ενσυνειδητότητα, καθώς και τεχνικές χαλάρωσης και χάθα γιόγκα. Τον ονόμασε «Μείωση του Στρες μέσω Ενσυνειδητότητας» (Mindfulness Based Stress Reduction, MBSR) και ίδρυσε μια κλινική στο Πανεπιστήμιο Μασαχουσέτης στο Άμχερστ. «Είπε στους γιατρούς στο νοσοκομείο, «Δώστε μου τους ασθενείς για τους οποίους δεν έχετε καμία ελπίδα», λέει η Τρούντι Γκούντμαν, η οποία διευθύνει το InsightLA, τη βουδιστική ομάδα που συνάντησα στην παραλία της Σάντα Μόνικα, και η οποία δούλευε εκείνη την εποχή με τον Κάμπατ-Ζιν. «Τους έστειλαν, δεν ήξεραν τι άλλο να τους κάνουν. Κάποιων ο πόνος μαλάκωσε. Κάποιοι πέθαναν γαλήνια».
Η εκκοσμίκευση του διαλογισμού ήταν ριψοκίνδυνη στρατηγική εκείνη την εποχή. «Ο κόσμος έλεγε ”Βάζεις νερό στις διδασκαλίες“», λέει η Γκούντμαν. «Ήταν ανήκουστο να αποκόψεις την ενσυνειδητότητα από τον βουδισμό που μελετούσαμε όλοι μας». Αλλά αυτό μεταμόρφωσε την τεχνική από μια παράπλευρη θρησκευτική μέθοδο σε πολιτιστικό φαινόμενο. Από τότε που ο Κάμπατ-Ζιν ίδρυσε την κλινική του, περισσότεροι από 20.000 άνθρωποι έχουν ολοκληρώσει το πρόγραμμα των οκτώ εβδομάδων.
Η μείωση του στρες μέσω ενσυνειδητότητας έχει εμφανιστεί σε αναρίθμητες εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και σε τηλεοπτικά προγράμματα, ακόμα και στο σόου της Όπρα Γουίνφρι. Σύμφωνα με τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας, σχεδόν ένας στους δέκα Αμερικανούς διαλογίζεται πλέον. Υπάρχει ένα ειδικό μηνιαίο περιοδικό που ονομάζεται Mindful («Ενσυνείδητος») και εκατοντάδες εφαρμογές ενσυνειδητότητας. Ψάχνοντας στο Amazon τη λέξη «ενσυνειδητότητα» εμφανίστηκαν 19.000 βιβλία και DVD, από πνευματικά ταξίδια μέχρι πρακτικά σχεδιαγράμματα για μείωση του στρες, ακόμα και ασκήσεις για παιδιά, ενώ σχετικές συνεδρίες και διαλέξεις γίνονται παντού, από τη Σίλικον Βάλεϊ μέχρι το Κάπιτολ Χιλ.
Αυτό συνέβη κατά κύριο λόγο επειδή, απομακρύνοντας την ενσυνειδητότητα από τη θρησκευτική καταγωγή της, άνοιξαν οι πόρτες για επιστημονικές μελέτες των δυνητικών πλεονεκτημάτων της, νομιμοποιώντας ακόμα περισσότερο την τεχνική. Τώρα, υπάρχουν εκατοντάδες τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες θεραπειών που στηρίζονται στην ενσυνειδητότητα. Συστηματικές μελέτες και μετα-αναλύσεις καταλήγουν σταθερά ότι το πρόγραμμα MBSR μπορεί να μειώσει τον χρόνιο πόνο και την ανησυχία, και ότι μειώνει το στρες και βελτιώνει την ποιότητα ζωής σε όλους, από επιζήσαντες καρκινοπαθείς μέχρι υγιείς εθελοντές.
Μερικοί ανησυχούν γι’ αυτή την έκρηξη δημοφιλίας. Ορισμένοι βουδιστές δάσκαλοι παραπονιούνται ότι η ενσυνειδητότητα έχει εμπορευματοποιηθεί και ότι έχουν χαθεί κάποιες από τις λεπτές αποχρώσεις της. Οι ψυχολόγοι έχουν προειδοποιήσει ότι κάποια μαθήματα που αφορούν την ενσυνειδητότητα παραδίδονται από ανθρώπους χωρίς τα απαραίτητα προσόντα, οι οποίοι παρουσιάζονται ως ειδικοί, ενώ πρόσφατα πρωτοσέλιδα εφημερίδων περιγράφουν τις τραγικές συνέπειες σε ευάλωτα άτομα που συμμετείχαν σε ησυχαστήρια διαλογισμού: κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας διδασκαλίας στην έρημο της Αριζόνα, για παράδειγμα, οι συμμετέχοντες έπρεπε να διαλογίζονται για μεγάλα χρονικά διαστήματα χωρίς τροφή ή νερό πριν παρακολουθήσουν την τελετή της «καλύβας του ιδρώτα» – τρεις πέθαναν και δεκαοκτώ διακομίστηκαν στο νοσοκομείο με βλάβες από ηλίαση μέχρι νεφρική ανεπάρκεια.
Στο μεταξύ, η Κριστίν Μπάρκερ (Kristin Barker), κοινωνιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Νιου Μέξικο στην Αλμπουκέρκη, θεωρεί το κίνημα ως ένα τεράστιο ταξίδι ενοχής, περιγράφοντας τον διαλογισμό με ενσυνειδητότητα ως «αυτοσχέδια ιατρικοποίηση της κάθε στιγμής». Αναφέρεται σε συμβουλές του Κάμπατ-Ζιν όπως το να διαλογίζεσαι «σαν να εξαρτάται η ζωή σου από αυτό, επειδή πράγματι εξαρτάται σε πολύ σημαντικό βαθμό». Η ιδέα ότι η υγεία μας εξαρτάται από το να είμαστε όλη την ώρα ενσυνείδητοι μας μετατρέπει όλους σε ασθενείς που χρειάζονται θεραπεία για να διορθώσουμε τις άρρωστες σκέψεις μας, προειδοποιεί, και μας κάνει να αισθανόμαστε αποτυχημένοι αν δεν επιτύχουμε αυτή την κατάσταση γαλήνης.
Ο Γκάρεθ βάζει τα γέλια με την τελευταία παρατήρηση. «Κανένας δεν μπορεί να είναι ενσυνείδητος όλη την ώρα», λέει. Ωστόσο, ύστερα από μερικούς μήνες που διαλογιζόταν μόνο για πέντε λεπτά την ημέρα, λέει, άρχισε να του είναι πιο εύκολο να βρίσκεται εστιασμένος στην παρούσα στιγμή. Το αποτέλεσμα ήταν ότι αισθανόταν πιο υπομονετικός και λιγότερο ενοχλημένος από σωματικές προκλήσεις όπως το να ανέβει μια σκάλα. «Αν δεν προχωρούσα πολύ πιο πέρα και έμενα απλώς συγκεντρωμένος στη στιγμή, τα πράγματα γίνονταν πολύ πιο εύκολα», λέει. Στη συνέχεια, άρχισε να διαλογίζεται για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα και ισχυρίζεται ότι τα οφέλη ήταν «αστρονομικά». Η περισσότερη αγωνία της σκλήρυνσης κατά πλάκας προέρχεται από το παρελθόν ή το μέλλον, εξηγεί.
Μετά τη διάγνωση, τον βασάνιζαν οι σκέψεις για όλα όσα αγαπούσε –τη δουλειά του, τους περιπάτους– και δεν θα έκανε ποτέ ξανά, και για το μέλλον, όπως ο φόβος ότι λόγω της ασθένειας θα έμενε τυφλός, δεν θα έβλεπε τα παιδιά του να μεγαλώνουν (τώρα έχει δύο αγόρια), ή ότι θα υπέφερε από αφόρητους πόνους. «Κάθε μέρα αναγκάζομαι αναρίθμητες φορές να αποσπάσω τον εαυτό μου από τέτοιου είδους σκέψεις», λέει. Και πιστεύει ότι η τακτική εκπαίδευσή του στην ενσυνειδητότητα το κάνει πιο εύκολο. «Είμαι μόλις 36 ετών, πώς στα κομμάτια θα είμαι σε δέκα χρόνια; Έτσι ξεκινάει η ιστορία, αλλά δεν την αφήνω να προχωρήσει πιο πέρα». Αν μπορέσει να μείνει στην παρούσα στιγμή και να εστιάσει σε όσα συμβαίνουν γύρω του, λέει, το μεγαλύτερο μέρος της αγωνίας για την αρρώστια του φεύγει και η ζωή είναι καλή – ακόμα και υπέροχη.
Ο Γκάρεθ τώρα διαλογίζεται μισή ώρα κάθε μέρα. Βάζει το ξυπνητήρι του να χτυπήσει νωρίς και διαλογίζεται καθισμένος στο κρεβάτι, είτε εστιάζοντας στην αναπνοή του είτε προσηλωμένος στη μουσική, φορώντας ακουστικά. Αλλά προσπαθεί επίσης να εντάξει την ενσυνειδητότητα στη ζωή του. «Αν ο γιος μου έρθει και με διακόψει, τότε γίνεται αυτός το κέντρο του συνειδητού διαλογισμού μου». Αυτό σημαίνει ότι, αντί να αφήσει την προσοχή του να αποσπαστεί ενώ παίζει, εστιάζει αποκλειστικά στον γιο του. Εκτός από το να τον βοηθάει να απολαμβάνει και να εκτιμά τη ζωή που έχει, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου που περνάει με τα παιδιά του, ο Γκάρεθ πιστεύει ότι η ενσυνειδητότητα τον έχει βοηθήσει να γίνει πιο ανεκτικός και συμπονετικός: «Δεν μπορείς παρά να συμπάσχεις με τους ανθρώπους όταν προσέχεις όσα συμβαίνουν –όπως ένα κατσούφιασμα στο πρόσωπο του συντρόφου σου– και ενσυνειδητότητα σημαίνει να προσέχεις τα πράγματα».
Επίσης, τον βοηθάει να αντιμετωπίζει τον πόνο. Ο Γκάρεθ υποφέρει από νευραλγία τριδύμου: επεισόδια έντονου πόνου σαν να σε μαχαιρώνουν –με παγοκόφτη, λέει– στα πλαϊνά του προσώπου του. Αυτά προβλέπεται να χειροτερέψουν καθώς η ασθένειά του εξελίσσεται. Μου λέει μια βουδιστική ιστορία για το πώς ο πόνος έχει δύο βέλη: τον φυσικό πόνο και μετά την ιστορία που συνδέουμε με αυτόν τον πόνο. Η μεταφορά του μου θυμίζει τους εγκαυματίες ασθενείς που συναντήσαμε νωρίτερα, των οποίων ο πόνος μεγεθύνεται από την αγωνία και τον φόβο. Αλλά αντί να αποσπώνται από τον πόνο με ένα εργαλείο όπως ο Κόσμος του Χιονιού, όσοι εξασκούν τον διαλογισμό με ενσυνειδητότητα στοχεύουν στην απομάκρυνση του συναισθηματικού περιεχομένου αντιμετωπίζοντας κατά μέτωπο τον πόνο.
«Αφήνεις τον πόνο να σε πλημμυρίσει», εξηγεί ο Γκάρεθ. «Τον αποδέχεσαι, τον καλείς για ένα φλιτζάνι τσάι και του δίνεις μια αγκαλιά. Ακούγεται τρελό, αλλά λειτουργεί πραγματικά. Τα συμπτώματα των επεισοδίων πόνου είναι πολύ, πολύ μικρότερα». Και τι γίνεται με την κόπωση, ρωτάω; Συνήθως αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για τους ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας. Ο Γκάρεθ λέει ότι παλιά αισθανόταν εξουθενωμένος, αλλά όχι από τότε που άρχισε τον διαλογισμό. Τώρα έχει μια από κάθε άποψη πολυάσχολη ζωή: εκτός από την πατρότητα και την αντιμετώπιση της ασθένειάς του, έχει επιστρέψει με πλήρη απασχόληση στη δουλειά του – τώρα κάνει δουλειά γραφείου ερευνώντας τα παράπονα εναντίον της αστυνομίας.
Και συνεχίζει να ασχολείται με την ιστοσελίδα του, Everyday Mindfulness («Καθημερινή Ενσυνειδητότητα») και με τον λογαριασμό στο Twitter. (Η ανάρτησή του με τις περισσότερες αναδημοσιεύσεις είναι μια ρήση του Βούδα: «Ο πόνος είναι αναπόφευκτος, το να υποφέρεις είναι θέμα επιλογής».) «Ο κόσμος θεωρεί ότι ο διαλογισμός καταναλώνει χρόνο, αλλά ισχύει το αντίθετο», λέει. «Μας προσφέρει χρόνο, εξαιτίας όλης αυτής της ώρας που δεν σπαταλάμε ακολουθώντας την αλληλουχία άχρηστων σκέψεων. Δεν θα ήμουν σε θέση να ζω τη ζωή που κάνω τώρα, αν δεν υπήρχε ο διαλογισμός».
Δεν είμαι σίγουρη ότι είχα «πιάσει» το νόημα του διαλογισμού μέχρι να μιλήσω με τον Γκάρεθ. Δεν είναι μια γρήγορη λύση, απαιτεί ώρες καθημερινής εξάσκησης, και χρειάζονται περισσότερες μελέτες για να ξεκαθαρίσουμε τι και πώς ακριβώς βοηθάει. Αλλά εδώ, τρώγοντας σάντουιτς στις χιονισμένες κοιλάδες του Γιορκσάιρ και ακούγοντας αυτόν τον πατέρα και αστυνομικό να περιγράφει τον καθημερινό πόνο, το στρες και τον φόβο που ξεπερνάει κατά πολύ οτιδήποτε αναγκάστηκα εγώ να αντιμετωπίσω, δεν μπορώ να μη σκεφτώ ότι αν η ενσυνειδητότητα του επιτρέπει να αντιμετωπίζει με κουράγιο τους δαίμονές του, μέχρι και να τους απολαμβάνει, τότε θα πρέπει να είναι ένα πολύ ισχυρό εργαλείο.
Από το βιβλίο της Jo Marchant «Ίαση – Ένα ταξίδι στην επιστήμη της επίδρασης του μυαλού στο σώμα», Πεδίο
Πηγή