Ανεβαίνει ο βαθμός δυσκολίας για τις τράπεζες και τη μείωση των "κόκκινων" δανείων τους, καθώς τον Σεπτέμβριο αναμένεται όχι μόνο...
αύξηση των στόχων, αλλά "καμπανάκι" από τον SSM και για την κάλυψη από προβλέψεις.
Η προοπτική αύξησης των προβλέψεων για την κάλυψη μη εξυπηρετούμενων δανείων θα αυξήσει κατακόρυφα τον συντελεστή δυσκολίας των τραπεζών, με αντίκτυπο στην κεφαλαιακή τους θέση, ειδικά από τη στιγμή που υπολογίζουν, χονδρικά, δάνεια 30 δισ. ευρώ ως αβέβαιης είσπραξης. Το ποσό αυτό, που αποτελεί το 1/3 των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, θα αποτελέσει τον κρίσιμο παράγοντα που θα διαμορφώσει το επιπλέον ύψος των πρόσθετων προβλέψεων που θα κληθούν να σχηματίσουν οι τράπεζες, εις βάρος της κερδοφορίας τους, αλλά και της κεφαλαιακής τους θέσης.
Τι συζητείται
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, το θέμα των πρόσθετων προβλέψεων στα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται συζητείται έντονα το τελευταίο διάστημα στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων, τα οποία έχουν ανακοινώσει ήδη την αύξηση των προβλέψεων για τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Πρόκειται για τα δάνεια που καθίστανται μη εξυπηρετούμενα από την 1η Απριλίου 2018 και εφεξής.
Το θέμα των πρόσθετων προβλέψεων είχε αρχίσει να συζητείται σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη το τελευταίο τρίμηνο του 2017, και τον Μάρτιο του 2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε την πρότασή της. Η πρόταση αυτή ανέφερε ότι πλέον οι τράπεζες θα πρέπει να λαμβάνουν προβλέψεις στο 100% των δανείων που θα χορηγούν εντός δύο ετών για κάθε νέο δάνειο χωρίς εξασφαλίσεις (καταναλωτικά) που καθίσταται μη εξυπηρετούμενο. Στην περίπτωση των δανείων με εξασφαλίσεις (στεγαστικά, επιχειρηματικά με εξασφαλίσεις σε ακίνητα) που θα καθίστανται μη εξυπηρετούμενα, οι τράπεζες θα έχουν περιθώριο έως οκτώ χρόνια για να λαμβάνουν προβλέψεις. Παράλληλα, η πρόταση της Κομισιόν προβλέπει και τη δημιουργία ελάχιστων επιπέδων κεφαλαίων που θα πρέπει να έχει η τράπεζα για να καλύψει ζημίες δανείων τα οποία στο μέλλον μπορεί να καταστούν μη εξυπηρετούμενα. Αν μια τράπεζα δεν έχει τα ελάχιστα διαθέσιμα για τον σκοπό αυτό, τότε θα γίνονται μειώσεις από τα δικά της κεφάλαια.
Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε εμφανιστεί πιο σκληρή, θέτοντας στην επταετία το όριο για την εξολοκλήρου κάλυψη από προβλέψεις των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων με εξασφαλίσεις. Ωστόσο, έκανε ένα βήμα πίσω, "παγώνοντας" τα σχέδιά της για άμεση επιβολή νέων κανόνων, με ισχύ μάλιστα και στα υφιστάμενα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αναγνωρίζοντας ότι η διαμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου ανήκει στην αρμοδιότητα της Κομισιόν. Σημειώνεται ότι το νέο πλαίσιο θα ενσωματωθεί υποχρεωτικά στη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (SREP) από το 2021. Στα δεδομένα αυτά, η ΕΚΤ φέρεται να επιθυμεί να προσθέσει πλέον και τα υφιστάμενα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ζητώντας από τις τράπεζες έναν αντίστοιχο "μηχανισμό" (100% κάλυψη από προβλέψεις αναλόγως στη 2ετία ή στην 7ετία) για το στοκ των NPLs τους.
Τα δάνεια αβέβαιης είσπραξης
Για τις τράπεζες με υψηλό απόθεμα NPLs, όπως είναι κατεξοχήν οι ελληνικές, η προοπτική αυτή δυσκολεύει περαιτέρω τους χειρισμούς για τη μείωση των "κόκκινων" δανείων με διατήρηση κεφαλαιακών "ισορροπιών". Ειδικά από τη στιγμή που δάνεια ύψους 30 δισ. ευρώ θεωρούνται από τις τράπεζες ως αβέβαιης είσπραξης, κάτι που σημαίνει ότι τα δάνεια αυτά θα εμφανιστούν ως μη εξυπηρετούμενα φέτος και του χρόνου. Σημειώνεται ότι τα θεωρούμενα ως αβέβαιης είσπραξης δάνεια περιλαμβάνουν ως επί το πλείστον δάνεια που έχουν ρυθμιστεί, αλλά έγιναν εκ νέου "κόκκινα".
Υπενθυμίζεται ότι στην Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2017-2018 που δημοσίευσε πρόσφατα η ΤτΕ τονιζόταν ως ανησυχητικά υψηλό το ποσοστό των δανείων που σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά τη ρύθμιση, εμφανίζουν και πάλι καθυστέρηση στην εξυπηρέτησή τους. Όπως ανέφερε η ΤτΕ, το 30,8% των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων αφορά δάνεια αβέβαιης είσπραξης, ποσοστό οριακά χαμηλότερο από το αντίστοιχο του 2017 (31%) και υψηλότερο από αυτό του 2016 (27,6%). Στην πράξη, πρόκειται για δάνεια ύψους 28,5 δισ. ευρώ, που θεωρείται από πολύ δύσκολο έως απίθανο να εισπραχθούν από τις τράπεζες.
Σημειώνεται ότι διεθνείς οίκοι, όπως η BofA, έχουν εκτιμήσει για τις ελληνικές τράπεζες ότι, σε ακραία περίπτωση, οι πρόσθετες προβλέψεις για τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (και όχι τα υφιστάμενα) μπορεί να αντιστοιχούν και στο 1/3 της κεφαλαιακής τους βάσης.
Πάντως, όπως ανακοίνωσε η ΤτΕ στην τελευταία αναφορά για τους επιχειρησιακούς στόχους μείωσης των NPEs, η κάλυψη από προβλέψεις σε επίπεδο τραπεζικού συστήματος έχει αυξηθεί σημαντικά, αγγίζοντας το 49% τον Μάρτιο 2018, από 46,2% τον Δεκέμβριο 2017. Αν συμπεριληφθεί στις προβλέψεις και η αξία των εξασφαλίσεων (με ανώτατη αξία το υπόλοιπο του δανείου προ προβλέψεων απομείωσης), η κάλυψη των μη εξυπηρετούμενων δανείων που επιτυγχάνεται ξεπερνά το 100%. Η αύξηση στην κάλυψη από προβλέψεις οφείλεται κυρίως στην υιοθέτηση του νέου λογιστικού προτύπου IFRS 9.
Αύξηση των στόχων για τα NPLs κατά 2 δισ. ευρώ
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του "Κ", με την ανοδική αναθεώρηση της στοχοθεσίας για τη μείωση των NPEs τον Σεπτέμβριο, το ποσό κατά το οποίο οι τράπεζες θα πρέπει να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους αναμένεται να αυξηθεί κατά 2 δισ. ευρώ. Το επιπλέον ποσό θα καλυφθεί με αύξηση των πωλήσεων NPLs και διαγραφές.
Όπως είχε γράψει το "Κ", οι αρχικές εκτιμήσεις τραπεζιτών κάνουν λόγο για αύξηση των πωλήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 5%-10%. Πράγμα που σημαίνει ότι τα χαρτοφυλάκια που θα βγουν προς πώληση μπορεί να φτάσουν άνετα τα 13 δισ. ευρώ συνολικά για την περίοδο Ιουνίου 2017 - Δεκεμβρίου 2019, αγγίζοντας για πρώτη φορά και τα "κόκκινα" στεγαστικά δάνεια. Ο σχεδιασμός για τις πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων θα συστηματοποιηθεί από τον Σεπτέμβριο και αναμένεται ότι τα πρώτα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά χαρτοφυλάκια θα βγουν προς πώληση από τις αρχές του νέου έτους.
Πηγή