10 χρόνια με αποτέλεσμα να υποστούν μεγαλύτερη συρρίκνωση της οικονομίας τους ήταν η Λιβύη, η Υεμένη, η Βενεζουέλα και η Γουινέα. Πιθανότατα, στη λίστα να μπορούσε να συμπεριληφθεί και η Συρία αν υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία. Το «εύρημα» αποτέλεσε τον κεντρικό τίτλο δημοσιεύματος της Washington Post για την Ελλάδα.
Ενός δημοσιεύματος το οποίο αναφέρει ότι οι Ευρωπαίοι μπορεί να παρουσιάζουν την Ελλάδα ως «success story» αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για τη μεγαλύτερη αποτυχία που έχει καταγραφεί με εξαίρεση περιόδους πολέμου ή εμφύλιας σύρραξης. Αυτό προκύπτει και από τα στατιστικά στοιχεία που παρουσίασε η εφημερίδα με πηγή προέλευσης το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο:
Η Λιβύη (χώρα στην οποία έχει ξεσπάσει εμφύλιος) έχει χάσει το 64,3% του ΑΕΠ της από το 2008 μέχρι σήμερα
Η Υεμένη (επίσης χώρα με εμφύλια σύρραξη) έχει χάσει το 63%
Στη Βενεζουέλα το ΑΕΠ έχει υποχωρήσει κατά 41,5% την τελευταία 10ετία (λόγω πετρελαίου και εκτεταμένης διαφθοράς σύμφωνα με τον συντάκτη του κειμένου ενώ
Στην Γουινέα η μείωση του ΑΕΠ ανήλθε στο 27,2%
Η ύφεση στην Ελλάδα ήταν μεγαλύτερη ακόμη και από την αντίστοιχη της Ουκρανίας, μιας χώρας η οποία ενεπλάκη σε διαμάχη με την Ρωσία μετά το 2014. Εντυπωσιακά είναι τα στοιχεία που παρατίθενται και τα οποία αφορούν στην πορεία του ΑΕΠ από το 1900. Περιπτώσεις οικονομιών που υποχώρσαν όπως αυτή της Ελλάδας σε διάστημα 10ετών, καταγράφηκαν ιστορικά μόνο κατά τη διάρκεια του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, του 2ου Παγκοσμίου πολέμου ή σε περιπτώσεις πτώσης του κομμουνιστικού καθεστώτος. Στον κατάλογο, δεν υπάρχει καν η περίοδος της Μεγάλης Ύφεσης καθώς τότε πολλές χώρες έσπευσαν έγκαιρα να εγκαταλείψουν τον κανόνα του χρυσού για να μπορέσουν να διαφύγουν από την ύφεση με «όπλο» την νομισματική πολιτική. Αυτή την «πολυτέλεια» η Ελλάδα δεν την έχει σήμερα καθώς η νομισματική πολιτική ασκείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ποιος ήταν ο δρόμος που ακολούθησε η χώρα; Λιτότητα, και σε αυτό τον δρόμο θα παραμείνει για ακόμη τέσσερις δεκαετίες αναφέρει η Washington Post στηλιτεύοντας τη δέσμευση για παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξεως του 2,2% για όλη την περίοδο από το 2023 μέχρι και το 2060.Και όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Δεν θα εκπλήξει κανέναν αν χρειαστεί να φτάσουμ στο 2030 για να επιστρέψει η ελληνική οικονομία στο επίπεδο που βρισκόταν το 2008».