Σαν βγεις στον πηγαιμό για τον παιδικό σταθμό, να εύχεσαι να είναι σύντομος ο δρόμος...
Αλλά φυσικά δεν θα είναι, γιατί θα φροντίσει το ζωηρό σου νήπιο γι’ αυτό.
Να, λοιπόν, γιατί στις 10 το πρωί νιώθω ήδη ψυχολογικά ψόφια και να γιατί φτάνουμε ΠΑΝΤΑ αργοπορημένοι στο σχολείο.
1. Ο αγώνας «δεν θέλω να πάω στο σχολείο»
«Πηγαίνετε τα παιδάκια σας στον παιδικό σταθμό», μας είπαν. «Θα ανυπομονούν να πάνε», μας είπαν, αλλά κανείς δεν μας είπε πως θα ακούμε από τόσο νωρίς αυτή την καταραμένη φράση. Γιατί παιδάκι μου δεν θες να πας σχολείο; Αφού όλη μέρα παίζετε και τραγουδάτε και κάνετε κούνια και κολλάτε φακές και φασόλια και μπαμπάκια και καπάκια επάνω σε χαρτιά και μας τα φέρνεις σπίτι και όλοι αναφωνούμε «ΑΑΑΑ, ΥΠΕΡΟΧΟ» σαν να βλέπουμε το αριστούργημα του Νταλί. Γιατί λοιπόν δεν θες να πας σχολείο; Κάθε φορά που το ακούω, πληγώνομαι. Και πληγώνομαι γιατί ξέρω ότι κι εγώ τα ίδια έλεγα και γιατί νομοτελειακά θα την ακούω αυτή τη φράση περίπου κάθε μέρα για τα 12 χρόνια που κρατάει το σχολείο (οπότε με πρόχειρους υπολογισμούς: 20 μέρες τον μήνα * 9 μήνες * 12 χρόνια = 2.160 φορές). Μάνα, κουράγιο.
2. Η μάχη «δεν θέλω να πλύνω τα δόντια μου»
Ειλικρινά, δεν ξέρω πώς να αντιμετωπίσω αυτό το πρόβλημα. Κάθε μέρα εφαρμόζω ό,τι παιδαγωγική και αντιπαιδαγωγική μέθοδο ξέρω: τη μια της λέω «σε καταλαβαίνω, κι εγώ πολλές φορές δεν θέλω να πλύνω τα δόντια μου, πάμε μαζί να το κάνουμε», την άλλη της λέω «μα τι λες, το πλύσιμο των δοντιών είναι θαυμάσιο!», μια την απειλώ πως θα χαλάσουν τα δόντια της, μια την δωροδοκώ πως αν πλύνει τα δόντια της θα παίξουμε στον κήπο – γενικώς ό,τι να ‘ναι. Και μη φανταστείς ότι όλα αυτά πάντα πιάνουν. Υπάρχουν και φορές που η μάχη χάνεται και η οδοντόβουρτσα μένει άθικτη στο ποτηράκι της.
3. Το ανθρωποκυνηγητό για να φορέσει τα ρούχα της
Το παθαίνει μόνο το δικό μου παιδί ή όλα; Γιατί αφιονίζεται έτσι με τη γύμνια; Από εκεί που έχω ένα ήσυχο παιδάκι με πιτζάμες, με το που βγαίνουν οι πιτζάμες μεταμορφώνεται σε κρι-κρι που πηδάει από καναπέδες σε τραπέζια και από τραπέζια σε κρεβάτια για να γλιτώσει από τον «εχθρό», τα ρούχα. Για να μη σου πω τι γίνεται αν έχει ξυπνήσει στραβά και τα ρούχα που της έχω διαλέξει δεν της αρέσουν – τα «ΟΧΙΙΙΙΙΙ» ακούγονται μέχρι το διπλανό τετράγωνο.
4. Η ύπουλη κίνηση με το σπρέι
Το προληπτικό σπρέι για τις ψείρες, που φυσικά της έχω πει ότι είναι «άρωμα», αλλά δεν το έχει χάψει. Οπότε αντί να προσπαθώ να την ακινητοποιήσω για να της το ρίξω, έχω καταλήξει πως είναι αποτελεσματικότερο να την αιφνιδιάζω μουλωχτά από πίσω. Έπειτα προσεύχομαι πως θα το δεχθεί και δεν θα πάθει υστερία με ατάκες τύπου «μου μπήκε στη μύτη μου/ μου μυρίζει στο στόμα μου/ μου λερώθηκε η μπλούζα μου/ θέλω να πλύνω τα μαλλάκια μου».
5. Το debate του περιεχομένου της τσάντας
Κάθε πρωί διαφωνούμε για το τι μπορεί και δεν μπορεί να πάρει μαζί της στο σχολείο. Παραδείγματα: -«το μουσικό σκυλάκι;» -«να το πάρεις». –«το σουτιέν σου;» – «να μην το πάρεις». Τελικά καταλήγει με μια τσάντα γεμάτη χρήσιμα και απαραίτητα για εκείνη, όπως μια αλλαξιά ρούχα, μια πετσέτα, μια μπανάνα, έναν συνδετήρα, μια πιπίλα (την έχει κόψει αλλά whatever), έναν ανανά, έναν λογαριασμό της ΔΕΗ και το περιτύλιγμα μιας τσίχλας.
6. Η αναζήτηση κρυψώνας για τα πολύτιμα αντικείμενα
Σε συνέχεια των παραπάνω, αυτά που δεν μπορεί να πάρει μαζί της (συνήθως επειδή είναι ογκώδη), καταλήγει να τα κρύψει, διότι τρέμει στην ιδέα πως μόλις κλείσει η πόρτα πίσω της, θα την βρει η συμφορά, ΘΑ ΠΑΙΞΕΙ ΜΑΖΙ ΤΟΥΣ Η ΒΙΚΤΩΡΙΑ. Οπότε θα συγκεντρώσει 5-6 παιχνίδια και θα τα κρύψει είτε κάτω από το κρεβάτι της, είτε στη ντουλάπα μου, είτε στη μπανιέρα. Ίσα για να χάσουμε κι εκεί άλλα 5-10 λεπτά.
7. Η ξαφνική όρεξη να φάει όλο το σπίτι πριν φύγουμε
Πλυμένη, ντυμένη, χτενισμένη και έτοιμη στην πόρτα θα θυμηθεί πως θέλει νερό/ ψωμάκι/ αχλάδι/ βρώμη/ μπισκότο/ χυμό/ γεμιστά/ γιουβαρλάκια ή οτιδήποτε άλλο φαγώσιμο (ή και όχι) υπάρχει στο σπίτι.
8. Η παράλογη συζήτηση για το σχολικό
Έξω από το αυτοκίνητο: «Θέλω να πάρω το σχολικό». «Μα, αγάπη μου, εσύ δεν παίρνεις το σχολικό, σε πάει στο σχολείο η μαμά». «Όχι, θέλω». «Ναι, αλλά δεν γίνεται». «Μα εγώ θέλω» (φάτσα που κοκκινίζει και μάτια που υγραίνονται). «Καλά, μπες τώρα στο αυτοκίνητο και θα ρωτήσουμε αν γίνεται να το πάρεις αύριο». Και η απορία μου είναι: τα παιδιά που παίρνουν το σχολικό, ζητάνε κι αυτά αντίστοιχα να πάνε με το αυτοκίνητο; Ή μόνο εμείς οι σοφερίνες την πατήσαμε έτσι;
9. Οι αναπάντεχες χρονοκαθυστερήσεις
Όταν πλέον το «έχουμε αργήσει δραματικά» δεν επαρκεί για να περιγράψει την κατάστασή σας, στον κήπο θα εμφανιστεί μια χελώνα. Ας χαϊδέψουμε την χελώνα. Αφού ξεκολλήσουμε από τη χελώνα, λίγο έξω από το σχολείο, θα υπάρχει ένας γερανός. Πάμε να δούμε από κοντά τον γερανό. Στο προαύλιο θα έχουν μαζευτεί πολλά παιδάκια που θα προχωράνε με ρυθμούς σαλιγκαριού (και όπως διάβασα κάπου και γέλασα, «έτσι όπως σέρνουν τα νήπια τις τσάντες τους με τα ροδάκια, είναι σαν να πηγαίνουν όλα μαζί αεροδρόμιο»).
10. Οι αγκαλιές που δεν τελειώνουν ποτέ
Και όταν πια έχεις περάσει όλα τα παραπάνω, έχεις ήδη γονατίσει από την κούραση, η ψυχολογική μπαταρία σου είναι στο 1% και σου κάνουν ήδη αναπάντητες κλήσεις από τη δουλειά, εκεί, έξω ακριβώς από την πόρτα της τάξης, ξεκινάνε οι αγκαλιές. Οι πιο σφιχτές, πιο ζεστές, πιο μεγάλες αγκαλιές. Οι αγκαλιές που σε κάνουν ένα με το παιδάκι σου, που δένει τα χέρια του στο λαιμό σου και τα πόδια του στη μέση σου. Οι αγκαλιές που δεν τελειώνουν ποτέ. Κι όταν νομίζεις ότι πάνε να τελειώσουν και αρχίζει να χαλαρώνει τα χεράκια του, πέφτει πάλι πάνω σου με φόρα και οι αγκαλιές αρχίζουν ξανά από την αρχή. Και κάπως έτσι, η μπαταρία σου είναι και πάλι στο 100%.
Πηγή