Αν έπρεπε να χαρακτηρίσουμε μόνο με μία λέξη τον Βασίλη Αυλωνίτη, ίσως αυτή είναι η «μούτα». Στην καλλιτεχνική αργκό σημαίνει την «έκφραση», τον «μορφασμό». Μπορούσε να διαχειριστεί κάθε σπιθαμή του προσώπου του όπως εκείνος ήθελε, με μοναδικό σκοπό να προκαλέσει το ακατάπαυστο γέλιο του κοινού.
Τα συγγενικά του πρόσωπα μιλούν για τον άνθρωπο που γεννήθηκε με το γονίδιο της κωμωδίας και του αυτοσχεδιασμού στο αίμα του. Μπορεί να βυθιζόταν ώρες ολόκληρες στις δικές του σκέψεις, αλλά είχε πάντα τον τρόπο να επικοινωνεί με τις ατάκες του.
Σε μια από τις πρώτες του δουλειές, σε ένα εργαστήριο που έφτιαχνε δερμάτινες τσάντες και πορτοφόλια, έκανε τόσο πολύ τους συναδέλφους του να γελάνε που το αφεντικό του μια μέρα τον έπιασε από το αυτί και τον πήγε στη μάνα του. «Τι θα γίνει κυρία Ντίνα; Δεν γίνεται δουλειά έτσι. Δεν μπορώ να τον κρατήσω», της είπε. «Τι έκανε πάλι το χαϊβάνι;» ήταν η απάντηση.
Τα βήματά του τον οδήγησαν στο θεατρικό σανίδι. Ήταν ένας αυτοδημιούργητος άνθρωπος χωρίς εγκύκλια παιδεία. Ξεκίνησε να δουλεύει αμισθί στο θέατρο Έντεν ως βοηθός σκηνογράφου. Η μόνη του επιθυμία ήταν να βρίσκεται μαζί με τους ηθοποιούς. Απολάμβανε το κλίμα των παρασκηνίων.
Πήρε το βάπτισμα του πυρός κατά τύχη, όταν από ένα παραπάτημα βρέθηκε επάνω στη σκηνή. Εκεί κατάλαβε ότι γεμίζει από το γέλιο των θεατών. Λίγο καιρό μετά αντικατέστησε έναν ηθοποιό που είχε αρρωστήσει. Από εκεί και πέρα δεν κατέβηκε ποτέ ξανά από το σανίδι. Η καριέρα του εκτινάχθηκε. Στην αρχή δεν είχε ανάγκη να δημιουργήσει δικό του θίασο, γιατί τον ζητούσαν από παντού. Το συμβάν που στιγμάτισε την καριέρα του ήταν ο θάνατος του τεχνικού στο θέατρο Περοκέ, όταν φανατικοί βενιζελικοί του επιτέθηκαν πάνω στην σκηνή, ενώ σατίριζε τους πολιτικούς της εποχής.
Καρδιοκατακτητής
Μπορεί η εικόνα που έχουμε για εκείνον να μην παραπέμπει εξωτερικά σε έναν ζεν πρεμιέ, η αλήθεια είναι όμως ότι στα νιάτα του είχε μεγάλη πέραση στο γυναικείο φύλο. Την πρώτη του σύζυγο την άφησε για τα μάτια μιας άλλης γυναίκας. Από τότε που παντρεύτηκε στη Γαλλία τη Γιογιό όλα άλλαξαν. Της έμεινε πιστός και μαζί με τα δυο παιδιά τους έζησαν αρμονικά. powered by Rubicon Project.
Ο άγνωστος τσακωμός με τον Βουτσά
Ο Κώστας Βουτσάς μιλώντας στη «Μηχανή του Χρόνου» για τον Βασίλη Αυλωνίτη, αποκάλυψε ένα ατυχές συμβάν στο ξεκίνημα της καριέρας του. Χωρίς να αποκαλύψει λεπτομέρειες αρκέστηκε μόνο να πει ότι ο Αυλωνίτης του μίλησε με μεγάλη αυθάδεια και εκείνος νευρίασε τόσο πολύ που του είπε «Τι λες ρε βλάκα;». «Το κουβαλάω αυτό. Δεν έπρεπε να το κάνω. Του ζητώ νοερά μέχρι σήμερα συγνώμη», εξομολογήθηκε.
Γιατί η Βασιλειάδου τον έλεγε «κεφάλα»
Η συνεύρεση επί σκηνής με τη Βασιλειάδου ήταν κάτι μοναδικό. Η χημεία τους σπάνια. Η φιλία τους σπανιότερη. Μιλούσαν με τα μάτια. Ο Αυλωνίτης είχε πάθος με τα χαρτιά και τον ιππόδρομο. Έχανε πολλά λεφτά και αναγκαζόταν να παίξει σε ταινίες χαμηλότερης ποιότητας προκειμένου να κάνει το «χόμπι» του. Η Βασιλειάδου, για να τον προστατεύσει, του πρότεινε να της δώσει τα λεφτά του να του τα φυλάει, ώστε να μην παρασύρεται. Έτσι κι έγινε. Κάποια στιγμή όμως δεν άντεξε άλλο και της ζήτησε επίμονα τα χρήματα. Εκείνη τον αποκάλεσε «κεφάλα» και του τα έδωσε. Τον φώναζε έτσι γιατί θεωρούσε ότι έκανε μεγάλο κακό στον εαυτό του. Παλιοί συνάδελφοι του ηθοποιού θυμούνται ότι ο Αυλωνίτης είχε γίνει αρκετά απόμακρος εξαιτίας αυτού του πάθους.
Το τέλος
Ο Βασίλης Αυλωνίτης έφυγε σε ηλικία 66 ετών από οξεία λοίμωξη του αναπνευστικού. Πέθανε στις 7 Μαρτίου 1970. Όλα ξεκίνησαν από μια έντονη αδιαθεσία. Νοσηλεύτηκε αλλά τα βράδια το έσκαγε και πήγαινε να τα πιει στο καφενεδάκι του Βοριά, το οποίο ήταν δίπλα στο νοσοκομείο. Ενώ οι γιατροί του είχαν απαγορεύσει να συνεχίσει τη δουλειά, εκείνος τους αγνόησε μέχρι που κατέρρευσε.
Πηγή