«Είναι γιατρέ τα μικρά παιδιά σήμερα πιο ζωηρά από ότι παλιότερα;» Σε αυτό το ενδιαφέρον...
ερώτημα που μου γίνεται από νέους γονείς θα προσπαθήσω να δώσω μια απάντηση.
Σε γενικές γραμμές ισχύει ότι οι καινούργιες γενιές βρεφών και μικρών παιδιών, σε σύγκριση με 20-50 χρόνια πριν, τείνουν να είναι πιο ζωηρές, έξυπνες και να κοιμούνται λιγότερο.
Αυτό αντανακλά σε σημαντικό βαθμό θετικές αλλαγές με τα χρόνια στην ανατροφή των μικρών παιδιών, στην επικοινωνία των γονιών με τα παιδιά τους, αντανακλά όμως και κάποιες αρνητικές αλλαγές σε σχέση με το παρελθόν.
Τα βρέφη παλιά μεγάλωναν με πολύ λιγότερα ερεθίσματα. Το υπερβολικό, καταναγκαστικό φάσκιωμα ήταν πολύ διαδεδομένη πρακτική. Από τη γέννηση φάσκιωναν τα μωρά και τα άφηναν έτσι κυριολεκτικά επί μήνες. Μπορούμε να φανταστούμε βέβαια τον βαθμό της αισθητηριακής αποστέρησης και απομόνωσης που βίωναν αυτά τα μωρά.
Χωρίς αλληλεπίδραση μάθαιναν την παραίτηση και απομόνωση. Οι κακοποιητικές πρακτικές για να έχουν οι μεγάλοι την ησυχία τους να πορευτούν με τη ζωή τους χωρίς να τους ενοχλούν οι «απαιτήσεις» των μωρών δεν σταματούσαν εκεί: ούζο και κατασταλτικά για να μην πονάνε και να μην κλαίνε, επιβολή σίτισης αυθαίρετα στα σημάδια του μωρού, ανά 3 ή 4 ώρες, συχνά χωρίς απτική επαφή χάδι και αγκαλιά
Ανατροφή μικρών παιδιών παλιά συχνά με βασικές παιδαγωγικές μεθόδους την τρομοκράτηση, τον φόβο, τις απειλές, τις στερήσεις, το κλείδωμα στο σκοτάδι, την σωματική βία και συναισθηματική παραμέληση.
Αλλά και χωρίς σημαντικά επίπεδα εμφανούς κακοποίησης, στα μωρά παλιά οι γονείς δεν προσέφεραν τα ερεθίσματα, την προσοχή και την ανταπόκριση που προσφέρουμε σήμερα.
Η καθημερινή επικοινωνία και διάλογοι με το μωρό ωθούν σε ολοένα περισσότερη επικοινωνία και αλληλεπίδραση, σε ένα έξυπνο μωρό που μαθαίνει να εκφράζει τις ανάγκες του και καταλαβαίνει ότι οι ανησυχίες του θα βρουν αξιόπιστη, κατάλληλη ανταπόκριση.
Μωρά φαινομενικά «ήσυχα» ως αποτέλεσμα παιδαγωγικών μεθόδων των γονιών τους – να τα αφήνουν να κλαίνε, να κοιμούνται συνεχόμενα τη νύχτα, να μην απαιτούν αγκαλιά, να ταίζονται όποτε βολεύει στους γονείς και όχι όποτε νιώθουν εκείνα πείνα, να μη θηλάζουν – μπορεί να φαίνονται στον εξωτερικό παρατηρητή ήσυχα επειδή είναι τρομοκρατημένα, φοβισμένα, κλεισμένα, εσωστρεφή, αποσυνδεδεμένα, κατασταλμένα, παραμελημένα, αποξενωμένα, νωθρά από την έλλειψη ερεθίσματος και ανταπόκρισης, ή σε απόγνωση, με τελικό βέβαια βλαπτικό αποτέλεσμα σε βάθος χρόνου στην ψυχολογία τους, στην ασφαλή τους σύνδεση με τον έξω κόσμο, στην συναισθηματική τους ανάπτυξη και στον τελικό τους δείκτη νοημοσύνης.
Το τίμημα της συναισθηματικής υγείας και της εξυπνάδας είναι περισσότερες ανάγκες ενασχόλησης με τα μικρά παιδιά για τους γονείς, περισσότερη αφιέρωση χρόνου στα μικρά παιδιά τους.
Πέρα όμως από το διαφορετικό επίπεδο ενασχόλησης και αλληλεπίδρασης, υπάρχουν παράγοντες της σύγχρονης ζωής που κάνουν τους νέους γονείς να νιώθουν ότι το μωρό τους είναι υψηλών απαιτήσεων.
Η ανατροφή κάθε παιδιού είναι δύσκολη υπόθεση και παραδοσιακά δεν αφορούσε αποκλειστικά τους δυο γονείς του, αλλά ένα πλήθος ενήλικων γύρω του, από άλλους συγγενείς μέχρι γείτονες και φίλους. Σε σύγκριση με το παρελθόν, πολύ περισσότεροι σύγχρονοι γονείς έχουν έλλειψη υποστηρικτικού δικτύου και κοινωνικού περιβάλλοντος για να μεγαλώσουν ένα παιδί. Απομονωμένοι σε μικρά διαμερίσματα στις πόλεις, χωρίς να έχουν κοντά τους συγγενείς που θέλουν ή μπορούν να βοηθήσουν, χωρίς γνωριμίες και κεφάλαιο συλλογικής γνώσης από το παρελθόν για το τι σημαίνει μωρό.
Έτσι δημιουργείται μέσα τους η εντύπωση ότι το μωρό τους έχει υπερβολικές απαιτήσεις, κλαίει υπερβολικά, απαιτεί συνεχώς την παρουσία τους, ενώ στην ουσία πρόκειται για δική τους δυσλειτουργικότητα, έλλειψη χρόνου και ενέργειας ως αποτέλεσμα μειωμένου περιβάλλοντος και υποστήριξης στον γονεικό τους ρόλο. Τα ίδια παιδιά θα ήταν πολύ λιγότερο «απαιτητικά» αν είχαν περισσότερα πρόσωπα γύρω τους για να εισπράξουν πράγματα και αν είχαν περισσότερο φυσιολογικό χώρο να απλωθούν και να ανθίσουν.
Η σύγχρονη ζωή, οι απαιτήσεις δουλειάς και εργασιακή ανασφάλεια, η οικονομική κρίση, έχει αυξήσει σημαντικά τα ζευγάρια νέων γονιών με εμφανή σημάδια άγχους, με εμφανή σημάδια κατάθλιψης.
Οι σχέσεις των ενηλίκων έχουν συχνά πιο επιπόλαιες και χωρίς γερή βάση, με αύξηση στις μονογονεικές οικογένειες και στα διαζύγια. Η ατμόσφαιρα, το συναισθηματικό κλίμα ανάμεσα στον πατέρα και τη μητέρα μεταδίδεται ακόμα και σε ένα νεογέννητο, έτσι που ένα κλίμα αγάπης και συναισθηματικής ασφάλειας αντανακλάται ως καθρέφτης από ένα μωρό ως περισσότερη ήρεμη συμπεριφορά από την μεριά του, ενώ, αντίθετα, εντάσεις και ψυχρότητα αντανακλώνται με συμπεριφορές του μωρού αποσύνδεσης, ανησυχίας ή υπερβολικού κλάματος.
Τα μωρά σε μεγάλο βαθμό είναι καθρέφτης μας, οι προβληματικές τους συμπεριφορές είναι συχνά αποτέλεσμα δικών μας ανεπαρκειών ή προβλημάτων. Όταν είμαστε μαζί τους χωρίς να είμαστε «ολόκληροι» εκεί, όταν είμαστε σε κακή ψυχολογική κατάσταση, όταν βαριόμαστε που είμαστε εκεί, το μωρό τα εισπράττει αμέσως και δείχνει να βαριέται και να δυσθυμεί και εκείνο.
Δεν πρέπει να υποτιμάμε και τον παράγοντα του χώρου όπου κινούνται τα μικρά παιδιά σήμερα. Τυχερά παιδιά που αφήνονται από τους πρώτους μήνες της ζωής τους να κινούνται σε μεγάλους χώρους ελεύθερα με ασφαλή επίβλεψη, που απολαμβάνουν αυλές και χώμα, τείνουν να είναι πιο «ήσυχα», εφόσον οι σημαντικές τους ανάγκες για κινητικό παιχνίδι και για παιχνίδι αναστάτωσης ικανοποιούνται.
Αντίθετα, σύγχρονα παιδιά μεγαλουπόλεων, κλεισμένα σε μικρά κουτιά διαμερισμάτων, χωρίς διεξόδους καθημερινές για ορίζοντα και άπλα, τείνουν να συμπεριφέρονται πιο ζωηρά, απαιτητικά ή γκρινιάρικα. Τα μικρά παιδιά παλιά απολάμβαναν περισσότερο ελεύθερο παιχνίδι έξω από τους τέσσερις τοίχους, και άρα έδειχναν λιγότερες απαιτήσεις να θέλουν να παίζουν συνέχεια με τους γονείς τους ή να τραβούν τα καλώδια από τις πρίζες της 24ωρης φυλακής τους.
Σημερινά παιδιά δεν είναι σπάνιο να επιδεικνύουν συμπεριφορά φυλακισμένου που μόλις απελευθερώθηκε μπροστά από την πόρτα της φυλακής: όταν βγαίνουν έξω σε παιδική χαρά ή παιδότοπο, έχοντας παραμείνει κλεισμένα για μέρες, δεν ξέρουν πώς να διαχειριστούν την ξαφνική ελευθερία τους, πηγαίνουν από εδώ και από εκεί σα δαιμονισμένα.
Και άλλοι δυσάρεστοι σύγχρονοι παράγοντες συμβάλλουν στα βάσανα των μικρών παιδιών και στην αντιρροπιστική τους ανησυχία και γκρίνια: πολλές λανθασμένες προσδοκίες των γονιών τους με υπερβολικές απαγορεύσεις. Να μην καθίσουν ενώ είναι έτοιμα να το κάνουν, να μην μπουσουλήσουν γιατί θα λερωθούν, να μην πηγαίνουν στην άμμο και στο χώμα γιατί θα μολυνθούν, να κάθονται ήσυχα στο καρότσι τους και πόσα άλλα.
Τα βρέφη μας ταλαιπωρούνται από ένα κατασταλτικό και θανατηφόρο μείγμα υπερβολικής μικροαστικότητας, διαστρεβλωμένης υγιεινής, παρεξηγήσεων για την αναπτυξιακή τους ετοιμότητα και έλλειψης επικοινωνίας με τις ανάγκες τους, με γονείς που κοιτάζουν περισσότερο το ρολόι, το μέσο όρο γύρω τους, τις αυθαίρετες επιταγές ειδικών, ή το βιβλίο και το περιοδικό για γονείς, παρά τα σημάδια του δικού τους μοναδικού παιδιού.
Δεν είναι σπάνιο γονείς σήμερα να φτάνουν στο αντίθετο άκρο από τους γονείς του παρελθόντος: από την μη αλληλεπίδραση στην υπερβολική αλληλεπίδραση, στον βομβαρδισμό. Μωρά που γκρινιάζουν και ανησυχούν ως αποτέλεσμα ασφυξίας, με υπερβολικά άψυχα παιχνίδια γύρω τους που τους δίνονται καταναγκαστικά, όταν απλώς εκείνα θέλουν να ησυχάσουν.
Τα υπερβολικά παιχνίδια δεν πρέπει να γίνονται υποκατάστατο της δικής μας παρουσίας, δεν έχουν σκοπό να καλύψουν το κενό της μη επικοινωνίας με το παιδί μας. Να θυμόμαστε ότι για τα βρέφη και μικρά παιδιά εμείς είμαστε το κύριο παιχνίδι τους, ότι είναι κοινωνικά όντα και θέλουν φυσικά να αναζητούν την παρέα μας.
Στην προσπάθειά μας να καταργήσουμε τα φαντάσματα παραμέλησης του παρελθόντος καταλήγουμε και πάλι να μη διαβάζουμε το παιδί μας, πότε θέλει να επικοινωνήσει και πότε όχι, πότε απολαμβάνει την κουβέντα μας και πότε θέλει και λίγο να κλειστεί στον εαυτό του. Οι παύσεις στη μουσική είναι το ίδιο σημαντικές με τις νότες, έτσι πρέπει να σκεφτόμαστε ως γονείς.
Υπερβολικά, δεκάδες παιχνίδια που ωθούν το βρέφος να πηγαίνει εκνευρισμένο από το ένα στο άλλο, επιβολή ερεθισμάτων και καταναγκαστική απόσπαση προσοχής χωρίς αυτενέργεια από την πλευρά του παιδιού. Να θυμόμαστε ότι τα παιδιά χρειάζονται και την σιωπή, και να αφεθούν να κλάψουν ή να βγάλουν αρνητικά συναισθήματα, ότι όταν παίζουν όμορφα μόνα τους δεν χρειάζεται εμείς να ερχόμαστε από πάνω και να τα βομβαρδίζουμε, ότι χρειάζονται κάπου κάπου και να βαριούνται.
Κάπου εδώ μπαίνουν και οι οθόνες: στην απεγνωσμένη μας προσπάθεια να βρούμε δυο στιγμές μακριά τους, τα παρκάρουμε στην τηλεόραση, στην οθόνη του υπολογιστή ή στο κινητό. Για τις δυο άμεσες στιγμές ηρεμίας που κερδίσαμε, μας περιμένουν δέκα χειρότερες: οι οθόνες στα πρώτα δύο χρόνια της ζωής αλλά και αργότερα είναι ψεύτικη πανάκεια, πέρα από ακατάλληλα για την ηλικία ερεθίσματα και παθητικοποίηση δημιουργούν σε βάθος χρόνου πιο ανήσυχα παιδιά, με κατακερματισμένη προσοχή, με εθισμό.
Συμπερασματικά, ναι, τα σύγχρονα μικρά παιδιά τείνουν να είναι πιο ζωηρά από ότι παλιότερα, και αυτό είναι κάτι καλό, που αντανακλά κυρίως θετικές εξελίξεις στην ανατροφή τους, αλλά ως κάποιο βαθμό είναι και αποτέλεσμα αρνητικών νέων πρακτικών και καταστάσεων. Για περισσότερη υγεία και εξυπνάδα το τίμημα για τους γονείς είναι περισσότερη δουλειά. Οι μεγάλες δόσεις καταστολής και φόβου για τα μικρά παιδιά μπορεί να έχουν μειωθεί σήμερα, αλλά η αποσπασματική, μη κατάλληλη επικοινωνία παραμένει για πολλά.
Το κλειδί στην προσέγγισή μας χρειάζεται να είναι: το μωρό στον κόσμο των γονιών όσο και το ανάποδο. Αν στο παρελθόν υπήρχε μόνο ο κόσμος των γονιών και τα μωρά αφήνονταν στη γωνία χωρίς να έχουν αναγνωρισμένο δικό τους κόσμο, σήμερα οι νέοι γονείς πρέπει να βρουν ισορροπία ανάμεσα στην αναγνώριση του κόσμου του μωρού τους από τη μια, αλλά και τη διατήρηση του δικού τους κόσμου και το άνοιγμα του παιδιού τους σε αυτόν.
Να κάνουμε τη ζωή μας μαζί με το μωρό, να ανοίγουμε τον κόσμο μας, όχι να αυτοπεριοριζόμαστε «εξαιτίας» του μωρού. Χτίζουμε πιο ήρεμα, συναισθηματικά ασφαλή και έξυπνα μωρά όταν σεβόμαστε τις ανάγκες τους και ανταποκρινόμαστε κατάλληλα και έγκαιρα, δίνοντας τους παράλληλα μεγάλα ερεθίσματα από το δικό μας κόσμο και δείχνοντάς τους να καταλάβουν σταδιακά ότι υπάρχει και ζωή των μεγάλων, οι άλλοι έχουν και αυτοί επιθυμίες και ανάγκες, ότι η ζωή πέρα από τον ατομικό μικρόκοσμο είναι πλούσια και όμορφη.
Δεν είναι μόνο ο κόσμος τους, ούτε μόνο ο δικός μας. Οι γονείς συνειδητοποιούμε φυσικά όλα αυτά στο δεύτερο και τρίτο παιδί. Συχνά υπάρχει έκπληξη από τη μεριά μας για το γεγονός ότι το δεύτερο ή τρίτο μωρό είναι «τόσο ήσυχο» σε σύγκριση με το πρώτο: είναι κυρίως η δική μας προσέγγιση που αλλάζει, πιο χαλαροί, με κατάλληλη μεν ανταπόκριση αλλά χωρίς υπερβολές και βομβαρδισμούς, με άνοιγμα από νωρίς στον δικό μας κόσμο.
Πηγή