επικοινωνία και στη γλώσσα, ελλειματική προσοχή, υπερκινητικότητα, τικ, ενούρηση, προβλήματα προσαρμογής, προβλήματα διαγωγής, συναισθηματικά προβλήματα, ψύχωση.
Αυτά τα προβλήματα δημιουργούνται είτε από γενετική προδιάθεση είτε από προβληματικό περιβάλλον (π.χ. σπίτι, σχολείο κλπ), είτε από συνδιασμό και των δύο. Λόγω του ότι καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη, το παρόν άρθρο θα εστιαστεί στην πρόληψη και διαπαιδαγώγηση.
Επειδή το φυσιολογικό και το προβληματικό καμιά φορά είναι δυσδιάκριτα, είναι καλό να πούμε πως κάποιοι φόβοι και προβλήματα είναι φυσιολογικά και μερικές φορές αναγκαία στην ομαλή ανάπτυξη του παιδιού.
Έτσι παραδέιγματος χάρη ο φόβος των σκυλιών σε ένα 2χρονο παιδι, ο φόβος των μαγισσών κι του μπαμπούλα σε ένα 6χρονο παιδί, ο τραυλισμός για ένα 4χρονο παιδί είναι φυσιολογικά και αναγκαία για την ομαλή του ανάπτυξη.
Γιαυτό είναι καλό να γνωρίζουμε την ομαλή ανάπτυξη των παιδιών, π.χ. Πως μέχρι και την ηλικία των 4 ετών το παιδί δεν έχει την νοητική ικανότητα να καταλάβει πως οι άλλοι σκέπτονται διαφορετικά από αυτό, ενώ μέχρι την ηλικία των 7 ετών, το παιδί δεν έχει δυνατότητα ανάληψης ευθυνών.
Η φροντίδα των γονέων δεν χρειάζεται να είναι τέλεια, αλλά αρκετά καλή, που σημαίνει οι γονείς να προσαρμόζονται στις ανάγκες του παιδιού, να κατεβαίνουν στο επίπεδό του, όμως και ομαλά να το εισάγουν στην πραγματικότητα και στους περιορισμούς που αυτή έχει, για να μπορέσει το παιδί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της πραγματικότητας, να αποκτήσει ταυτότητα και να έχει ουσιαστικές σχέσεις με συνανθρώπους.
Η διαπαιδαγώγηση του παιδιού ξεκινά από την εγκυμοσύνη. Κατα την κυοφόρηση και τους πρώτους μήνες ζωής, για τις παθήσεις του παιδιού ευθυνεται αποκλειστικά η μητέρα και για να απουφεχθούν τα προβλήματα και να βοηθηθεί η καλή ανάπτυξη του παιδιού, η μητέρα που κυοφορεί η μόλις γέννησε πρέπει να βρίσκεται σε συνεχής γαλήνη.
Έχει αποδειχτεί πως ο θηλασμός είναι από τα πιό σημαντικά πράγματα για το παιδί γιατί ενθαρύνει την νοητική, ψυχολογική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού με θετική συνέπεια για όλη την παιδική και εφηβική ηλικία, ενώ αν λείπει ο θηλασμός το παιδί μεγαλώνει με ψυχολογικές ελλείψεις.
Στην βρεφική ηλικία ή ανάπτυξη του ψυχισμού γίνεται μέσω της σχέσης που αναπτύσει το βρέφος αρχικά με την μητέρα και έπειτα με τον πατέρα, γιαυτό πρέπει να υπάρχει συναισθηματική σταθερότητα, και ο απογαλακτισμός να γίνει ομαλά και σταδιακά. Δηλαδή στην ηλικία εώς 12 μηνών, αν οιγονείς είναι σταθερά παροχείς τροφής, ζεστασιάς και ασφάλειας, το παιδί μαθάινει να κατέχει την ελπίδα.
Στην ηλικία των 1 εώς 3 ετών αν οι γονείς ενθαρύνουν την αυτονομία το παιδί αποκτά την ικανότητα να χειρίζεται μόνο του τα προβλήματά του και αποκτά την δύναμη της θέλησης.
Στην ηλικία 3 εώς 6 ετών αν οι γονείς ενθαρύνουν την διάθεση του παιδιού να παίρνει πρωτοβουλίες καθώς το βοηθούν να κάνει ρεαλιστικές και κατάλληλες επιλογές, το παιδί αναπτύσει την πρωτοβουλία και ανεξαρτησία στο να σχεδιάζει και να πραγματοποιεί δραστηριότητες με συνέπεια να αποκτά το άισθημα του σκοπού στη ζωή του.
Από τα 6 εώς τα 12 αν το παιδί ενθαρύνεται να κάνει πράγματα και επιβραβέυεται για τις επιτέυξεις του, γίνεται επιμελής και αποκτά το άισθημα την επάρκειας, ικανότητας και αυτοπεποίθησης.
Απο τα 13 εώς τα 19 χρόνια οι έφηβοι πλέον παλέυουν να αποκτήσουν ταυτότητα, την δυνατότητα να βάζουν όρια, να δεσμευτούν σε μιά κατέυθυνση της ζωής τους, να ισορροπήσουν μεταξύ του “τί έχω” και ¨τι θα κάνω με αυτό”.Επίσης να απαντήσουν στην εσωτερική τους ερώτηση: ποιός είμαι και τι κάνω στη ζωή μου.
Γιαυτό ψάχνουν έναν ρόλο στην ζωή τους που να περικλείει την φιλοσοφία της ζωής τους, να είναι ξεςκάθαρος ρόλος, να είναι δική τους επιλογή, να νιώθουν οτί ανήκουν κάπου και να δεσμευτούν με πάθος πίστη και αφοσιωση σε σε αυτό τον σκοπό.
Γιαυτό μια ξεκάθαρη και χωρίς μπερδέματα και αντιφάσεις ταυτότητα και ιδεολογία θα τους χαρίσει τη βάση για την ψυχολογική ισορρόπία ολόκληρης της ζωή τους.
Ένα σημαντικό έυρημα ερευνών για την ψυχική υγεία των παιδιών, είναι το γεγονός πως μια ομαλής και σταδιακή απεξάρτηση και αυτονομία από το παιδί βοηθούν την ανάπτυξη του παιδιού και πως όσο πιό πολύ οι γονείς μιλούν στο παιδί και όσο λιγότερο αυτό βλέπει τηλεόραση, ευνοείται η ανάπτυξη της ομιλίας και των ψυχοκοινωνικών του δεξιοτήτων.
Επίσης κάτι ακόμα πιό σημαντικό είναι η ισορροπία των γονέων και η χηρησιμοποίηση της ισορροπίας (ο χρυσός κανόνας) στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους. Δηλαδή π.χ. ενώ ο υπερβολικά πολύς έλεγχος του παιδιού προκαλέι φοβίες, άγχη, χαμηλη αυτοεκτίμηση και κατάθλιψη, ο υπερβολικά λίγος έλεγχος προκαλέι αρνητισμό, επιθετικότητα και ανυπακοή, γιαυτό το παιδί μεγαλώνει ομαλά όταν χρησιμοποιείται η ισορροπία και τα δίκαια όρια στην διαπαιδαγώγηση.
Επίσης ευεργετικα λειτουργέι για το παιδί η ισορροπία μεταξυ πολύς και λίγης προστατευτικότητας, πολύς και λίγης επιβράβευσης, πολύς και λίγης προσοχής, πολλών και λίγων απαγορέυσεων, πολλής και λίγης γονεικής εμπλοκής στα θέματα του παιδιού, πολύς και λίγης δυνατότητας συναισθηματικής έκφρασης.
Επίσης σημαντικό είναι και η ίση κατανομή της προσοχής των γονέων μεταξύ των παιδιών, για να αποφέυγονται τα μαλώματα και οι ζήλιες μεταξύ αυτών. Η αρετή της ισορροπίας που βάζουν οι γονείς σε όλες τις διαστάσεις της ζωής του παιδιού τους μαθάινει στο παιδί να ισορροπεί στην ζωή του, να μην νιώθει μπερδεμένο, με συνέπεια να μην έχει ψυχολογικά προβλήματα και να μεγαλώσει υγιές και έτοιμο για την κοινωνία.
Δημήτρης Τσουκάλης, Ψυχολόγος
Msc εφηρμοσμενη παιδοψυχολογια,
Msc Υπαρξιακη ψυχοθεραπεία
http://www.ellinikoarxeio.com/