εισάγει μία «ελαστικότητα» στις εργασιακές σχέσεις.
«Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν». Μόνο έτσι μπορεί να χαρακτηρισθεί το πολύμηνο show κυβέρνησης και συνδικάτων (εργαζομένων και εργοδοτών) που κατέληξε στη χθεσινή παρουσίαση των διατάξεων του σχεδίου νόμου που αφορούν στις επιχειρησιακές σ.σ.ε. και στη σχέση τους με τις κλαδικές. Θα ήταν πολύ απλό η κυβέρνηση να πάρει στα σοβαρά και να εφαρμόσει τη διάταξη του Ν. 3845/2010, που ή ίδια ψήφισε το καλοκαίρι, με την οποία, λιτά και χωρίς ασάφειες, δινόταν η ευχέρεια στους κοινωνικούς συνομιλητές να συνομολογούν ελεύθερα, σύμφωνα με τα οικονομικά δεδομένα και τις εργασιακές συνθήκες του κάθε κλάδου, επαγγέλματος ή επιχείρησης, τη συλλογική σύμβαση που θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα και των δύο μερών.
Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση προτίμησε, εκτιθέμενη άλλη μία φορά, μετά αλλεπάλληλα ήξεις-αφήξεις, να αναιρέσει τον εαυτό της και τις δεσμεύσεις της και να παρουσιάσει μια δέσμη ρυθμίσεων με περιττή φιοριτούρα και ελάχιστη αποτελεσματικότητα. Σπουδαιότερο όμως είναι ότι «ξέχασε» να τηρήσει ακόμη μια βασική δέσμευσή της, που περιλήφθηκε μάλιστα για δεύτερη φορά στο όλως πρόσφατα αναθεωρημένο μνημόνιο: ότι δηλαδή μέχρι τέλους του έτους θα πρέπει να καταργηθεί η επέκταση των κλαδικών συμβάσεων σε όσους δεν συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις, πράγμα για το οποίο δεν γίνεται η παραμικρή νύξη στο σχέδιο νόμου.
Ως προς το ζήτημα της Διαιτησίας, στο σχέδιο νόμου γίνονται κάποια θετικά βήματα, χωρίς ωστόσο να τολμήσει η κυβέρνηση να κάνει την υπέρβαση και να καταργήσει την αναγκαστική διαιτησία και να την καταστήσει μια διαδικασία ελεύθερα επιλεγόμενη από τα μέρη, πράγμα που αποτελεί κανόνα σε όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Τέλος, η ΔΡΑΣΗ διαπιστώνει με ευχάριστη έκπληξη ότι στο νομοσχέδιο περιέχονται διατάξεις με τις οποίες αμβλύνονται ακαμψίες στις ατομικές εργασιακές σχέσεις (μερική απασχόληση, εκ περιτροπής εργασία, προσωρινή απασχόληση), οι οποίες είχαν θεσπιστεί τον περασμένο Μάιο και ταυτόχρονα εισάγεται η οφειλόμενη κατά το μνημόνιο ρύθμιση σχετικά με τη «δοκιμαστική περίοδο» των νεοπροσληφθέντων.
«Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν». Μόνο έτσι μπορεί να χαρακτηρισθεί το πολύμηνο show κυβέρνησης και συνδικάτων (εργαζομένων και εργοδοτών) που κατέληξε στη χθεσινή παρουσίαση των διατάξεων του σχεδίου νόμου που αφορούν στις επιχειρησιακές σ.σ.ε. και στη σχέση τους με τις κλαδικές. Θα ήταν πολύ απλό η κυβέρνηση να πάρει στα σοβαρά και να εφαρμόσει τη διάταξη του Ν. 3845/2010, που ή ίδια ψήφισε το καλοκαίρι, με την οποία, λιτά και χωρίς ασάφειες, δινόταν η ευχέρεια στους κοινωνικούς συνομιλητές να συνομολογούν ελεύθερα, σύμφωνα με τα οικονομικά δεδομένα και τις εργασιακές συνθήκες του κάθε κλάδου, επαγγέλματος ή επιχείρησης, τη συλλογική σύμβαση που θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα και των δύο μερών.
Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση προτίμησε, εκτιθέμενη άλλη μία φορά, μετά αλλεπάλληλα ήξεις-αφήξεις, να αναιρέσει τον εαυτό της και τις δεσμεύσεις της και να παρουσιάσει μια δέσμη ρυθμίσεων με περιττή φιοριτούρα και ελάχιστη αποτελεσματικότητα. Σπουδαιότερο όμως είναι ότι «ξέχασε» να τηρήσει ακόμη μια βασική δέσμευσή της, που περιλήφθηκε μάλιστα για δεύτερη φορά στο όλως πρόσφατα αναθεωρημένο μνημόνιο: ότι δηλαδή μέχρι τέλους του έτους θα πρέπει να καταργηθεί η επέκταση των κλαδικών συμβάσεων σε όσους δεν συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις, πράγμα για το οποίο δεν γίνεται η παραμικρή νύξη στο σχέδιο νόμου.
Ως προς το ζήτημα της Διαιτησίας, στο σχέδιο νόμου γίνονται κάποια θετικά βήματα, χωρίς ωστόσο να τολμήσει η κυβέρνηση να κάνει την υπέρβαση και να καταργήσει την αναγκαστική διαιτησία και να την καταστήσει μια διαδικασία ελεύθερα επιλεγόμενη από τα μέρη, πράγμα που αποτελεί κανόνα σε όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Τέλος, η ΔΡΑΣΗ διαπιστώνει με ευχάριστη έκπληξη ότι στο νομοσχέδιο περιέχονται διατάξεις με τις οποίες αμβλύνονται ακαμψίες στις ατομικές εργασιακές σχέσεις (μερική απασχόληση, εκ περιτροπής εργασία, προσωρινή απασχόληση), οι οποίες είχαν θεσπιστεί τον περασμένο Μάιο και ταυτόχρονα εισάγεται η οφειλόμενη κατά το μνημόνιο ρύθμιση σχετικά με τη «δοκιμαστική περίοδο» των νεοπροσληφθέντων.