που έριξαν ή ακόμα και να αυξήσουν περισσότερο το βάρος τους σε σχέση με πριν. Αυτό συμβαίνει επειδή προκάλεσαν μεταβολές στον τρόπο που ο εγκέφαλός τους αντιδρά στις καταστάσεις του στρες, με συνέπεια να ωθούνται να φάνε μεγάλες ποσότητες φαγητού, όταν είναι αγχωμένοι, κι έτσι να πηγαίνει χαμένη η μέχρι τότε δίαιτά τους, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, υπό τον νευροεπιστήμονα Τρέισι Μπέιλ, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό νευροεπιστήμης «Journal of Neuroscience», έκαναν πειράματα με ποντίκια, μελετώντας τις αλλαγές στη συμπεριφορά τους και τα επίπεδα των ορμονών τους σε σχέση με το είδος της δίαιτας στην οποία υποβάλλονταν. Διαπίστωσαν ότι τα ποντίκια που βρίσκονταν σε συνθήκες στρες και τα οποία προηγουμένως είχαν υποβληθεί σε απότομες δίαιτες, έτρωγαν στη συνέχεια περισσότερες λιπαρές τροφές σε σχέση με όσα πειραματόζωα δεν είχαν στο παρελθόν ιστορικό τέτοιας δίαιτας.
Οι ερευνητές, εφαρμόζοντας μια δίαιτα γρήγορου περιορισμού των καθημερινών θερμίδων σε ποσοστό 25%, οδήγησαν τα ποντίκια μέσα σε τρεις εβδομάδες να χάσουν το 10-15% του αρχικού βάρους τους, δηλαδή περίπου όσο και οι άνθρωποι που κάνουν ανάλογες δίαιτες. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα πειραματόζωα είχαν αυξημένα επίπεδα της ορμόνης του στρες κορτικοστερόνης, εμφάνιζαν συμπτώματα καταθλιπτικής συμπεριφοράς και, επιπλέον, είχαν τροποποιηθεί αρκετά γονίδιά τους που παίζουν ρόλο-κλειδί στη ρύθμιση του στρες και της διατροφής. Το αποτέλεσμα ήταν ότι αργότερα, υπό συνθήκες στρες, αυτά τα ποντίκια έτρωγαν ακόμη περισσότερο από ό,τι πριν.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι εμπειρίες της ζωής μπορούν να επιφέρουν αλλαγές στο γενετικό υλικό, μια διαδικασία που οι βιολόγοι αποκαλούν επιγενετική. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, ακόμα και αφού τα πειραματόζωα είχαν επιστρέψει στην κανονική διατροφή τους και στο προηγούμενο βάρος τους, οι επιγενετικές αλλαγές παρέμειναν στο DNA τους.
Η έρευνα δείχνει γιατί μια πίτσα φαντάζει τόσο λαχταριστή μετά μια γεμάτη άγχος μέρα στη δουλειά και μπορεί να εξηγήσει γιατί τόσοι άνθρωποι, που θέλουν να χάσουν βάρος, παγιδεύονται σε ένα επαναλαμβανόμενο φαύλο κύκλο απώλειας και ξανά προσθήκης βάρους.
«Τα πορίσματά μας δείχνουν ότι η δίαιτα όχι μόνο αυξάνει το στρες, κάνοντας την επιτυχή απώλεια βάρους πιο δύσκολη, αλλά, επίσης, μπορεί να επαναπρογραμματίσει τις αντιδράσεις του εγκεφάλου στα μελλοντικά άγχη και να αυξήσει έτσι τη συναισθηματική ανάγκη για φαγητό», δήλωσε ο Μπέιλ.
Το στρες αναγκάζει το σώμα να απελευθερώσει ορμόνες όπως η κορτιζόλη, που τροφοδοτούν το αίμα με ενέργεια σε μορφή σακχάρου, ώστε ο οργανισμός να μπορεί να φύγει μακριά από ένα δυνητικό κίνδυνο, πραγματικό ή φανταστικό. Με το πέρασμα του χρόνου, όμως, αν το άγχος είναι χρόνιο, η κορτιζόλη αυξάνεται σε χρόνια υψηλά επίπεδα, που μπορεί να προκαλέσει αύξηση της όρεξης και τελικά του βάρους. Μια απότομη δίαιτα κάνει τα ζώα και τους ανθρώπους πιο ευάλωτους στο στρες της καθημερινής ζωής, καθώς πυροδοτεί στον εγκέφαλο την πιεστική ανάγκη για λήψη τροφής, γυρνώντας έτσι «μπούμερανγκ».
Όπως είπε χαρακτηριστικά ο Μπέιλ, «η δίαιτα είναι δύσκολη γιατί ο εγκέφαλός σου δουλεύει εναντίον σου». Εξέφρασε πάντως την ελπίδα ότι, στο μέλλον, θα υπάρξουν νέα φάρμακα που θα στοχεύουν στις βιοχημικές οδούς του στρες και θα βοηθάνε όσους κάνουν δίαιτα να κρατάνε τα κιλά που έχασαν με τόσο κόπο.
ert.gr