Καμία σοβαρή κυβερνητική πρωτοβουλία ή φωνή δεν ξεπετάχτηκε, αφού οι υπουργοί ήταν σε κατάσταση… αφασίας λες και είχαν πέσει θύματα τυφώνα.
Η τριήμερη απουσία του Γ. Παπανδρέου αποδεικνύει ότι ο πρωθυπουργικός τρόπος λειτουργίας αυτής της κυβέρνησης, όπου ο κάθε υπουργός αναφέρεται στον πρωθυπουργό προσωπικά και φυλάει τα νώτα του χωρίς συνεννόηση με τους συναδέλφους του, είναι η μεγάλη παθογένεια αυτής της κυβέρνησης. Τρανή απόδειξη αυτής της τάσης, η δύσκολη συνεργασία Παπακωνσταντίνου με μια σειρά υπουργούς, από τους οποίους ζητά δραματικές περικοπές κονδυλίων, χωρίς ουσιαστικά να έχουν γίνει τέτοιες τομές, ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν τα υπουργεία με όσα ζητά το οικονομικό επιτελείο.
Η πλήρης αρρυθμία του κυβερνητικού σχήματος δεν είναι ένα ακόμα δημοσιογραφικό εφεύρημα, αλλά μια ορατή πραγματικότητα, η οποία προβλήθηκε με ηχηρό τρόπο.
Ο πρωθυπουργός, που προετοίμαζε την παρέμβασή του στο Εθνικό Συμβούλιο της Παρασκευής και μαζί μ’ αυτήν και την επάνοδό του στην πολιτική επικαιρότητα, ήταν αποφασισμένος από τη Δευτέρα να περάσει στην αντεπίθεση σε όλα τα επίπεδα:
- Να επιχειρήσει να διαλύσει τη φιλολογία περί προσφυγής στις κάλπες.
- Να αντεπιτεθεί στη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ με το σκεπτικό ότι ενθαρρύνουν, αν δεν σχεδιάζουν, τις αποδοκιμασίες εναντίον κυβερνητικών στελεχών.
- Να εξωραΐσει τις εντυπώσεις ότι η κυβέρνηση είναι εντελώς άρρυθμη και ασυντόνιστη, αποκρούοντας τα σενάρια ανασχηματισμού.
Όλα τα παραπάνω επιχείρησε να τα διατυπώσει τις προηγούμενες μέρες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιώργος Πεταλωτής χωρίς μεγάλη επικοινωνιακή επιτυχία, γι’ αυτό και οι πληροφορίες επιμένουν ότι ο πρωθυπουργός με την ομιλία του στο Εθνικό Συμβούλιο αύριο, θα προσπαθήσει να ανατάξει το κλίμα των τελευταίων εβδομάδων και να καθησυχάσει τους πολίτες ότι όλα βαίνουν καλώς. Και όλα αυτά σε μια στιγμή όπου όλοι διαπιστώνουν πως η κυβέρνηση έχει χάσει πυξίδα, προσανατολισμό και στόχους, με δεδομένο ότι είχε ποντάρει όλα της τα χαρτιά στην κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής της 25ης Μαρτίου.
Στο βάθος εκλογές;
Το θέμα των εκλογών απασχολεί πολύ το πρωθυπουργικό γραφείο, αφού εκτιμά ότι η συνεχιζόμενη παρασκηνιακή συζήτηση προκαλεί παραλυτικά φαινόμενα στην κυβέρνηση και την Κοινοβουλευτική Ομάδα, ενώ ακυρώνει οποιαδήποτε πιθανότητα αιφνιδιασμού από την πλευρά του Γιώργου Παπανδρέου. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση επιθυμεί να το κλείσει, ανεξάρτητα αν παρόμοιες εισηγήσεις έχουν πέσει στο πρωθυπουργικό τραπέζι, ιδιαίτερα αν η έκβαση της Συνόδου Κορυφής που θα ασχοληθεί με το σύμφωνο ανταγωνιστικότητας είναι απόλυτα αρνητική για τις ελληνικές επιδιώξεις και η χώρα παραμείνει στα πρόθυρα της πτώχευσης χωρίς καμία προοπτική διευθέτησης του διογκούμενου χρέους, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να σταθεί για πολύ καιρό μια κυβέρνηση.
Οι επερχόμενες επώδυνες αποφάσεις σε μια τέτοια περίπτωση δεν νομιμοποιούν την παρούσα κυβέρνηση, η οποία δέχεται καθημερινά ομοβροντία πυρών από την αντιπολίτευση, τη συνδικαλιστική ηγεσία της χώρας, αλλά και κοινωνικές ομάδες. Προ του αδιεξόδου, όπως εκτιμούν πολλοί στο ΠΑΣΟΚ, ο πρωθυπουργός θα αναγκαστεί να καταφύγει σε εκλογές, ζητώντας νέα επιβεβαίωση από τον ελληνικό λαό για να προχωρήσει ακόμα σε πιο επώδυνες αλλαγές.
Μάλιστα κυβερνητικά στελέχη εκτιμούν ότι κανένα κόμμα της αντιπολίτευσης στην παρούσα φάση δεν επιθυμεί εκλογές, αφού προεκλογικά θα πρέπει να πάρουν θέση και να καταθέσουν συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς θα πρέπει να κινηθεί η χώρα με ανοιχτό το ενδεχόμενο χρεοκοπίας.
Στο ζήτημα των επιθέσεων από «αγανακτισμένους πολίτες» και φοιτητές εναντίον κυβερνητικών στελεχών, ο πρωθυπουργός έδωσε εντολή στον Πεταλωτή να στραφεί συγκεκριμένα κατά του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ.
Η αντεπίθεση κρίθηκε απαραίτητη, αφού μάλιστα η αμηχανία που έδειξε η κυβέρνηση μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες «ντόμινο», αλλά και να εμπεδώσει ένα κλίμα ενοχής, όπως λένε στην κυβέρνηση.
Μάλιστα κυβερνητικές πηγές έλεγαν ότι έχει και το ΠΑΣΟΚ δυνάμεις που μπορεί να παρατάξει και να χαλάσει εκδηλώσεις και ομιλίες στελεχών άλλων κομμάτων δημιουργώντας εκρηκτικό πολιτικό κλίμα στη χώρα. Εκτιμούν λοιπόν ότι όχι μόνο το αυστηρό μήνυμα που έστειλε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, αλλά και η τοποθέτηση του πρωθυπουργού επ’ αυτού θα δημιουργήσουν ένα ανάχωμα απέναντι στο φαινόμενο αυτό πριν πάρει μορφή χιονοστιβάδας.
Ήδη κυβερνητικά στελέχη θεωρούν ότι η ανάδειξη του θέματος από την κυβέρνηση έκανε την επίσημη Νέα Δημοκρατία να πάρει θέση αποδοκιμάζοντας πρακτικές φιμώματος των πολιτικών στελεχών, ενώ «στριμώχνει» πολιτικά και τον ΣΥΡΙΖΑ, που κατά τη γνώμη των κυβερνητικών στελεχών τον εκθέτει στα μάτια της κοινής γνώμης.
Μάλιστα τα κυβερνητικά στελέχη κάνουν λόγο για φασιστικό πογκρόμ, το οποίο δημιουργεί συνθήκες λιντσαρίσματος που δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από τη δημοκρατική πολιτική ζωή.
topontiki.gr