Παράλληλα, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο θέμα της εθνικής συναίνεσης, κατηγορώντας τη ΝΔ για καιροσκοπισμό και ιδιοτελή τακτική, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ποντάρει στην αποτυχία μας».
Ο Γ.Παπανδρέου έκανε ιδιαίτερη μνεία στις μάχες που δίνει η κυβέρνηση για τη διάσωση της χώρας, την υλοποίηση μεγάλων μεταρρυθμίσεων και την επιστροφή στην ανάπτυξη.
Συνταγματικές αλλαγές και δημοψήφισμα
Όπως αναφέρει η εφημερίδα «Τα Νέα», ο κ. Παπανδρέου αναφέρθηκε σε συνταγματικές αλλαγές, αλλά και σε αλλαγές που «θα εμπεδώσουν ένα κλίμα σίγουρης θεσμικής ανάταξης διότι οι δημοκρατικοί θεσμοί και το κράτος είναι ο μεγάλος ασθενής».
Κυβερνητικά και κομματικά στελέχη εξηγούσαν αργότερα ότι υπάρχουν κάποιες πρώτες σκέψεις για τις αλλαγές που θα επιδιώξει να επιφέρει στο πολιτικό σύστημα ο πρωθυπουργός και επαναλάμβαναν την αποφασιστικότητά του να ακολουθήσει τη γραμμή «όλα τα γκρεμίζουμε» χωρίς να σκέφτεται το πολιτικό κόστος.
Τα ίδια στελέχη επιβεβαίωναν ότι στο δημοψήφισμα που θα πραγματοποιηθεί έως το τέλος του Νοεμβρίου θα συμπεριληφθούν κάποιες καίριες αλλαγές.
«Στόχος του δημοψηφίσματος είναι να αναδειχθούν κάποιες νέες κοινωνικές ομάδες» έλεγαν τονίζοντας ότι εάν για παράδειγμα τεθεί θέμα μείωσης του αριθμού των βουλευτών αυτό το αίτημα θα συσπειρώσει πιθανότατα ψηφοφόρους όλων των κομμάτων και όχι μόνο του ΠΑΣΟΚ.
Οι μεταρρυθμίσεις που προγραμματίζει ο Πρωθυπουργός θα είναι «εντυπωσιακές», έλεγαν συνεργάτες του, μη αποκλείοντας την πιθανότητα ο Γ. Παπανδρέου να ανοίξει εν μέρει τα χαρτιά του στην Εθνική Συνδιάσκεψη της 3ης του Σεπτέμβρη.
Επίθεση στη ΝΔ για τη συναίνεση
Παράλληλα, ως «αποπροσανατολιστική» χαρακτήρισε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στην εισήγηση του στο Πολιτικό Συμβούλιο του Κινήματος την «προσπάθεια όσων τώρα επαναφέρουν τη λογική των κυβερνήσεων προσωπικοτήτων κ.λπ.» προσθέτοντας: «Κάναμε κι εγώ προσωπικά, μία προσπάθεια με τη Νέα Δημοκρατία, μήπως υπάρχει πράγματι μια διάθεση εθνικής συναίνεσης. Η αίσθηση την οποία εγώ εισέπραξα απ' όλη αυτή την προσπάθεια είναι ότι είναι εξαιρετικά κοντόφθαλμη η πολιτική τους, πολύ περιστασιακή και συγκυριακή».
«Αυτό δυστυχώς δεν νομίζω να έχει αλλάξει, παρότι είναι σημαντικό να επιδιώξουμε συγκλίσεις όπως και καλώς τις επιδιώξαμε στο χώρο της παιδείας, αλλά και σε άλλους τομείς. Γιατί όσο ευρύτερη η συναίνεση, τόσο εμπεδώνονται θεσμικά οι αλλαγές αυτές και έχουν και μια διαχρονικότητα πολύ μεγαλύτερη. Δημιουργείται και η πεποίθηση στην ελληνική κοινωνία, ότι λειτουργούμε θεσμικά και όχι ευκαιριακά ή απλώς θεματικά. Από την πλευρά μας, εμείς έχουμε αποδείξει ότι το επιδιώκουμε και, βεβαίως, αυτό θα το συνεχίσουμε» πρόσθεσε ο κ. Παπανδρέου.
Αναφερόμενος, πάντα, στη ΝΔ, ο κ. Παπανδρέου είπε ότι «αυτή τη στιγμή, έχει επιλέξει μια πολύ καθαρή -όπως την βλέπουμε εμείς- τακτική, όχι καλή, αλλά θα έλεγα καθαρή από πλευράς σκοπιμοτήτων. Θέλει την αποτυχία μας, ποντάρει στην αποτυχία μας, ή τουλάχιστον στη φθορά μας».
«Γι' αυτό και είχε οξύνει και θα οξύνει την κριτική και θα αναπαράγει συνεχώς κινδυνολογία, όποτε βλέπει ότι υπάρχουν προβλήματα μπροστά μας, ελπίζοντας ότι δεν θα μπορέσει να "γυρίσει" αυτή η οικονομική κατάσταση ή, εάν γυρίσει, να έχει τέτοια φθορά η παράταξή μας, ώστε να μην χρεωθεί αυτή το οτιδήποτε, ενώ εμείς μόνο τα αρνητικά» πρόσθεσε.
Οι μάχες της κυβέρνησης
Ο κ. Παπανδρέου υπογράμμισε ότι το ΠΑΣΟΚ τα δύο τελευταία χρόνια είναι μπροστά σε πολύ δύσκολες μάχες σε κάθε επίπεδο εντός και εκτός Ελλάδας με πρώτη εκείνη της αντιμετώπισης του προβλήματος του χρέους, των ελλειμμάτων και της αναξιοπιστίας της χώρας, «λόγω των τόσων προβλημάτων που κληρονομήσαμε».
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ είπε ότι ήταν «πατριωτικό μας χρέος να παλέψουμε, να διαπραγματευθούμε και να ανακτήσουμε τη φωνή και την αξιοπιστία μας ξανά. Και όπως θα έχετε δει, βήμα - βήμα, κάπου και με άλματα, αντιμετωπίζουμε αυτό το ζήτημα, πείθοντας και για την καλύτερη διαχείριση αυτών των θεμάτων, όπως είναι το χρέος».
«Η απόφαση της 21ης Ιουλίου ήταν μια ιστορική απόφαση καταρχήν για την Ευρώπη, αλλά οπωσδήποτε και για εμάς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι λύθηκαν τα προβλήματα της Ευρώπης» είπε ο κ. Παπανδρέου επισημαίνοντας στην συνέχεια, από τη μια ότι «ως Ευρώπη έχουμε μείνει πίσω από τα γεγονότα και συνεχώς μένουμε πίσω» και τονίζοντας από την άλλη ότι «έχουμε καταφέρει, όμως, με τις κινήσεις μας, να προστατεύεται όλο και περισσότερο η χώρα μας, να διευκολύνεται και να ανοίγονται προοπτικές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουμε κι άλλες μάχες μπροστά μας».
Ο κ. Παπανδρέου ανέφερε ως δεύτερη μεγάλη μάχη τις «μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές» για τις οποίες είπε ότι αν είχαν γίνει νωρίτερα τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά με πιό ήπιο τρόπο και με συστηματικότερη διαβούλευση, ενώ έφερε ως παράδειγμα το θέμα της Παιδείας. Ταυτόχρονα συνεχάρη όλους όσους συνεργάστηκαν και συνέβαλλαν στην προσπάθεια αυτή.
«Αλλαγές, όπως αυτές στην παιδεία, όπως το άνοιγμα των επαγγελμάτων, όπως οι αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα, στη Δημόσια Διοίκηση, είναι αλλαγές που έπρεπε να είχαν γίνει» είπε ο κ. Παπανδρέου επισημαίνοντας ότι αν είχαν γίνει αυτά και άλλα πολλά «δεν θα είχαμε το θέμα του χρέους ή τουλάχιστον θα ήμασταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση».
«Δεν είναι τυχαίο, παραδείγματος χάρη, ότι η Ιρλανδία τώρα, μη έχοντας τα ίδια προβλήματα, αλλά έχοντας ένα δημόσιο σύστημα πολύ πιο οργανωμένο και θεσμούς που λειτουργούν, θα βγει πολύ πιο σύντομα στις αγορές απ' ό,τι η Ελλάδα», επισήμανε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.
«Τρίτη μάχη -και όλα αυτά συνδέονται- είναι η μάχη της ανάπτυξης μέσα σε μία κατάσταση ύφεσης, που εκ των πραγμάτων δημιουργείται. Η ανάπτυξη, όμως, δεν μπορεί να στηρίζεται σε πήλινα πόδια, ούτε σε παρασιτικές δυνάμεις, ούτε στον κρατισμό ή μια πελατειακή αντίληψη» είπε ο κ. Παπανδρέου, υπογραμμίζοντας ότι «καθήκον μας είναι να δημιουργήσουμε όλες τις δυνατότητες, για να έχουμε μια ανταγωνιστική οικονομία και να αξιοποιήσουμε τις νέες ευκαιρίες που έχει η χώρα μας».
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ είπε ότι δεν είναι τυχαίο πως «αυτή την στιγμή η Γερμανία ενδιαφέρεται σοβαρά -όπως έχει πει και ο Σόιμπλε- η Ελλάδα να πουλήσει ήλιο και αέρα, για να μπορέσουμε να αναπτύξουμε αυτές τις δυνατότητες που έχουμε, κάτι το οποίο βεβαίως είναι πάρα πολύ σημαντικό για την κίνηση της οικονομίας, αλλά και για τη βιωσιμότητά της. Δεν είναι απλώς επανεκκίνηση, δεν γυρίζουμε πίσω, είναι και μία εκκίνηση πάνω σε στέρεες βάσεις».