tromaktiko: Περί ελπίδας

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2011

Περί ελπίδας



Χρόνο δεν έχουμε για να ελπίζουμε. Ούτε ελπίδα, όμως, για να έχει κάποιο νόημα ο χρόνος.

Ας μη γελιόμαστε, κάθε διέξοδος μας στέλνει ακόμη πιο βαθιά μες στη παγίδα. Το παιχνίδι είναι αριστοτεχνικά παιγμένο και γραπωνόμαστε κάθε φορά, σαν αστεία στρατιωτάκια, σε άλλο παράπηγμα κατακτήσεων, για λίγο, μέχρι να μας απωθήσουν πιο πίσω. Μπορούμε πια κι επισήμως να παραιτηθούμε και απλά να ζητήσουμε από τους νικητές λίγη επιείκεια, ως καλά παιδιά που στην πραγματικότητα δε τους δυσκολέψαμε και πολύ τα τελευταία χρόνια (ίσως και ποτέ). Θα είναι και πιο εύκολο έτσι για εμάς.

Εγώ αναλογίζομαι να ζητήσω από τον Μπο τον «τροΐκο-μάστορα» να μου στερήσει όμορφα κάθε περιουσιακό στοιχείο. « Σα τσιρότο Μπο. Όχι σιγά-σιγά, γιατί είμαι και λίγο τριχωτός. Κάνε το απότομα. Πάρτο. Αυτό δεν είναι ακίνητο, είναι ένας γιγαντιαίος μουσακάς δόσεων και φόρων στη Πανόρμου. Πάρε τις καταθέσεις μου. Δεν είναι δυο μισθοί, είναι ομολογίες αυτών που δεν εμπιστεύομαι. Θα σου έδινα και τη δουλειά μου αλλά δεν την έχω πια. Πάρε και την χώρα μου, εγώ έφυγα.Νόμοι; Μη βγάζεις άλλους. Δεν υπάρχει τίποτα προς διανομή που να με αφορά.»

Κι εάν, λοιπόν, τα χάσουμε όλα, τι θα είμαστε;
Άστεγοι; Άφραγκοι; Άνεργοι; Απάτριδες; Άναρχοι; Άν αφήσαμε να μας ορίζει αυτό που έχουμε, τότε το άλφα, στερητικά θα μας ορίζει και στο μέλλον. Αλλά, είναι όλα τόσο απλά;
Είμαστε πολύ περισσότερα από αυτά που έχουμε ή χάνουμε. Δίχως στέγη (έστω και πρόσκαιρα) μετά από το σεισμό, μαζί φοβηθήκαμε, γελάσαμε κι αγαπηθήκαμε στους δρόμους. Δίχως χρήματα σταματήσαμε στο φανάρι και στερηθήκαμε ή κοντοσταθήκαμε και φύγαμε με τύψεις. Δίχως δουλειά δημιουργήσαμε, αγωνιστήκαμε με αγωνία. Κουβαλήσαμε την Ελλάδα σαν τραγούδι στο Κυριακάτικο ξύπνημά μας, ακόμα και στην άλλη άκρη της γης. Δε δεχτήκαμε το νόμο να ορίσει την ηθική μας.

Τα χάνουμε όλα, τί ήμαστε;
Ήμαστε η πίστη που αγαπάμε, φοβόμαστε ή απεχθανόμαστε. Ήμαστε η γλώσσα που γνωρίζουμε, κακοποιούμε, και αντιλαμβανόμαστε. Ήμαστε η ιστορία που αναμασάμε, ξεχνάμε και ερωτευόμαστε. Ήμαστε η ποίηση που δεν ακούμε, σνομπάρουμε μα αφουγκραζόμαστε και η μουσική που ξεχνάμε, χορεύουμε και συγκινούμαστε. Ήμαστε η αγάπη, ο κυνισμός, η σύγχυση, ο κλαυσίγελος.

Τα χάσαμε όλα. Τί είμαστε;
Είμαστε ο χειρότερος τους Εφιάλτης. Και οι πλανεμένοι, λαμπεροί και θεϊκοί κατακτητές ακολούθησαν την καμπούρα της στέρησής μας στις Θερμοπύλες που θα ματώσει το είναι μας.
Είμαστε η χειρότερή τους ήττα.
Είμαστε ο καλύτερός μας εαυτός, μαζί.
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!