ΤΕΛΕΙΩΣΕ το παιχνίδι των κουκουλοφόρων, άρχισε εκείνο των κομμάτων. Με τα άσκαστα δακρυγόνα να περισσεύουν (αυτήν τη φορά), με το ασφυξιογόνο να ‘χει πάρει τη ζωή του άτυχου ΠΑΜΕίτη και στη θολούρα των καπνογόνων.
Στην Αθήνα της «μάχης» και των σκουπιδιών. Δεν πρόλαβε η άλλη μέρα και, από όρθρου βαθέως, στα κανάλια οι «ιδεολόγοι». Εκπρόσωποι κομμάτων, πολιτικοί, κομματικοί στη «μάχη» των παραθύρων και άναψε το «γυαλί». Με ό,τι καλύτερο από ρητορεία και πολεμική για την κατατρόπωση του αντιπάλου. Με αντιπαραθέσεις γνησία κομματικές, αντεγκλήσεις, κορώνες. Πολιτικοί με προοπτική την έδρα που δεν θέλουν να χάσουν («το φυλάξαι τ’ αγαθά…κ.λπ.»), ρήτορες του «ου με πείσεις καν με πείσεις» και η μάχη μαίνεται.
ΚΡΑΥΓΕΣ για την παράταξη, για το κόμμα και την «ιδεολογία» μη μας πάρει φαλάγγι ο εχθρός, μεγάλα λόγια (αντί έστω και μικρών έργων) και το κάρο όλο και βαθύτερα στο έλος. Και η Ελλάδα που κόπτονται; Σφαδάζει δίπλα τους κι ούτε μια ματιά συμπόνιας. Καθένας τον πόνο του (πολιτικό, κομματικό, ψηφοθηρικό) κι έτοιμος να «ξεκοιλιάσει» τον αντίπαλο πριν γίνει κλέφτης ψήφων. Να τον «συλήσει» από ψήφους, πριν ξεψυχήσει.
ΔΕΝ πάνε μαζί οι κ. κ. Παπανδρέου και Σαμαράς. Γιώργος και Αντώνης ταξιδεύουν σε χωριστά αεροπλάνα, έχοντας δείξει την αντιπάθεια μεταξύ τους. Με πιο απρεπή, κοινωνικά, και ανάλγητο πολιτικά τον δεύτερο που έστειλε μήνυμα στους «σκληρούς». Κι αν κάπου (παρα)δεχόμαστε τον Γ. Καρατζαφέρη είναι ο ενωτικός (έστω και ευκαιριακός) του λόγος, που συνοδεύεται και με κάποια έργα (του) συναίνεσης και συμπόρευσης με τον αντίπαλο. Τους παρότρυνε μαζί να ταξιδέψουν κι ίσως βγει κάτι καλό για την πατρίδα που (υπερ)αγαπούν(;), για την Ελλάδα του μπάτσου και του κλώτσου από «μέσα» κι απ’ τους έξω.
ΠΗΡΑΜΕ δείγμα ελληνικού φιλότιμου και…φιλοπατρίας απ’ τους ελβετοκαταθέτες, με ανάμεσά τους τομάρια που δήλωναν εισοδήματα της τάξης των 4-4 χιλιάδων. Ήρθε η ώρα των πολιτικών μας. Για δείγμα πειστικό πως δεν τους ενδιαφέρει η ψήφος, όταν η πατρίδα κινδυνεύει. Μας γέμισαν παρατρεχάμενους «ρήτορες» και κομματόσκυλα.
ΜΑΣ…έπεισαν, την επόμενη μέρα. Με τον καπνό ακόμα ανοθρώσκοντα απ’ τα χαλάσματα. Με τη «θλίψη» τους για τον άταφο νεκρό.