εσωτερικό της χώρας παραμένουν οι επιταγές. Οπως αναλυτικά αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, ο Σύνδεσμος Eξαγωγέων Βορείου Ελλάδος, από το διάστημα 3/10 έως και 7/10, διενήργησε έρευνα στα μέλη του, αναφορικά με την αντιμετώπιση που βιώνουν υπό τις υφιστάμενες συνθήκες οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις από τους προμηθευτές τους, ειδικά σε θέματα πληρωμών.
Η συγκεκριμένη έρευνα διεξήχθη με αφορμή τη μεταφορά στο Σύνδεσμο μαρτυριών και παραπόνων των μελών του για τη δραστική και ραγδαία αλλαγή των – μέχρι πρότινος υφιστάμενων - όρων πληρωμής προς τους προμηθευτές τους, μονομερώς από την πλευρά των προμηθευτών, χωρίς ουσιαστικά να έχει προκύψει κάποια αρνητική μεταβολή στα οικονομικά δεδομένα των επιχειρήσεων και στην φερεγγυότητά τους.
Η ανταπόκριση στο ερωτηματολόγιο της έρευνας ήταν μαζική, καθώς σε σύνολο 500 περίπου αποστολών ερωτηματολογίων, τις πρώτες 3 ώρες είχαν ανταποκριθεί ήδη 140 επιχειρήσεις, νούμερο ενδεικτικό του προβλήματος που υπάρχει στην αγορά, σχετικά με το εν λόγω θέμα.
Πιο συγκεκριμένα, στην ερώτηση: «Σε γενικές γραμμές, έχει αλλάξει η αντιμετώπιση των προμηθευτών απέναντι στην επιχείρησή σας, μετά την οικονομική κρίση της χώρας μας», σεσύνολο 162 απαντήσεων, οι 133 απάντησαν «ναι», νούμερο το οποίο αντιστοιχεί σε ποσοστό 82,1%. Αναφορικά με το αν έχει προκύψει εις βάρος τους διαφοροποίηση στους όρους πληρωμής έναντι των προμηθευτών τους τα τελευταία 2 έτη, για τους προμηθευτές εξωτερικού το 72,8% απάντησε πως «ναι» έχει προκύψει τέτοια αρνητική μεταβολή, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους προμηθευτές του εσωτερικού ανήλθε σε 75,3%.
Σε ερώτηση αναφορικά με το αν συνεχίζουν να επιτυγχάνουν κάποιο ποσοστό έκπτωσης σε περίπτωση ολικής εξόφλησης της παραγγελίας τους, για τους προμηθευτές του εξωτερικού, το 53,7% έδωσε αρνητική απάντηση, ενώ αντίστοιχα για τους προμηθευτές του εσωτερικού, σχεδόν το 70% απάντησε ότι επιτυγχάνεται έκπτωση. Στην ερώτηση, αν σε περίπτωση εγγυητικής επιστολής (σε προμηθευτές εξωτερικού) υπήρξε πρόβλημα αποδοχής από τον προμηθευτή της εγγυητικής επιστολής από ελληνική τράπεζα, το 44,5% δήλωσε «όχι», ωστόσο ένα ποσοστό 26,5%, το οποίο δεν είναι καθόλου αμελητέο, δήλωσε πως αντιμετώπισε τέτοιο πρόβλημα.
Αναφορικά με το ποιες μεθόδους πληρωμής χρησιμοποιούν οι επιχειρήσεις σήμερα για την εξόφληση των προμηθευτών εξωτερικού, το 53,7% δήλωσε ότι κάνει άμεση προεξόφληση του 100% του ποσού, ενώ ένα ποσοστό της τάξης του 36%-37% δήλωσε ότι χρησιμοποιεί εξίσου και τη μέθοδο της προκαταβολής, του ανοικτού λογαριασμού και τη μέθοδο πληρωμής έναντι φορτωτικών εγγράφων. Σε αντίστοιχη ερώτηση για τους προμηθευτές εσωτερικού, η συντριπτική πλειοψηφία (70%) απάντησε ότι αποπληρώνει τους προμηθευτές της με επιταγή, ενώ ένα 43% δήλωσε ότι χρησιμοποιεί και τη μέθοδο του ανοικτού λογαριασμού. Μόλις το 1/3 των ερωτηθέντων απάντησε ότι αποπληρώνει τους προμηθευτές εσωτερικού με 100% προεξόφληση. Τα ποσοστά αυτά επαληθεύουν με ιδιαίτερα δραματικό τρόπο το επιτακτικό πρόβλημα ρευστότητας που υπάρχει στην ελληνική αγορά και απειλεί άμεσα τη βιωσιμότητα ακόμη και υγιών επιχειρήσεων.
Ενδεικτικό της κατάστασης είναι επίσης το γεγονός ότι στην ερώτηση αναφορικά με το αν οι δυσκολίες στις συναλλαγές τους με τους προμηθευτές οφείλονται στον πιστωτικό κίνδυνο της επιχείρησης ή στον πιστωτικό κίνδυνο της χώρας, το 92% απάντησε το δεύτερο.
Τέλος, σε ερώτηση ανοικτού τύπου, αναφορικά με άλλα σημαντικά προβλήματα που βιώνουν στη δραστηριότητά τους, ένα μεγάλο πλήθος απαντήσεων αναφέρεται:
-στη μείωση των ασφαλιστικών ορίων προς την επιχείρησή τους από τις εταιρίες ασφάλισης πιστώσεων
- στο μείζον πρόβλημα της ρευστότητας και στα υπερβολικά υψηλά επιτόκια και στους καταχρηστικούς όρους των τραπεζών
- στο έντονο και μόνιμο πρόβλημα της γραφειοκρατίας, στα αντικίνητρα και στο διοικητικό κόστος που συνεπάγονται
- στην αβεβαιότητα από την πλευρά των πελατών του εξωτερικού, οι οποίοι αρνούνται να δεχτούν μεγάλες παραγγελίες, γιατί είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικοί και δύσπιστοι και φοβούνται τις αρνητικές οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα που μπορεί να οδηγήσουν σε αδυναμία ικανοποίησης των απαιτήσεών τους από τις ελληνικές επιχειρήσεις.