Αυτό ξεκαθαρίζουν οι επιτελείς των Βρυξελλών που δεν προσπαθούν να ερμηνεύσουν τις δηλώσεις Ρεν, αλλά γνωρίζουν και έχουν ήδη αναλύσει όλες τις προεκτάσεις των επιλογών των δύο μεγάλων κομμάτων στην Ελλάδα, που, όπως αναφέρουν, θα πρέπει να δεσμευτούν για την πορεία της χώρας.
Η γραπτή δέσμευση ωστόσο, απέχει πολύ από αυτό που παρουσιάζεται στην Ελλάδα. Ουδείς στις Βρυξέλλες άλλαξε άποψη ή αιτήματα από το βράδυ της Δευτέρας και το αίτημα του eurogroup είναι ένα νέο “letter of intend”, όπως αυτό του 2010, που θα περιλαμβάνει τα εξής:
1. Την ημερομηνία που θα κυρωθεί από τη βουλή η συμφωνία της 27ης Οκτωβρίου,
2. την πρόθεση της κυβέρνησης να κυρώσει τη νέα δανειακή σύμβαση,
3. την πρόθεση της κυβέρνησης να ξεκινήσει και να ολοκληρώσει την ανταλλαγή των ομολόγων,
4. την δέσμευση της κυβέρνησης να ολοκληρώσει όλα τα “prior actions”, δηλαδή τα μέτρα του 2011 και τους ποσοτικούς στόχους, όχι όμως και τα συγκεκριμένα μέτρα του 2012,
5. την δέσμευση της κυβέρνησης να διαπραγματευτεί με την Τρόικα το νέο πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής για το 2012 - 2015.
Τίποτα από αυτά δεν είναι "συγχωροχάρτι" από τη ΝΔ προς το ΠΑΣΟΚ και τίποτα από αυτά δεν αναιρεί τη δυνατότητα του Α. Σαμαρά να διαπραγματευτεί το μείγμα πολιτικής που θα μηδενίσει το έλλειμμα και θα τιθασσεύσει το χρέος. Ίσα-ίσα οι Βρυξέλλες, η Κομισιόν και το ΔΝΤ, πρώτοι από όλους ζητάνε μέτρα από τον τομέα των δαπανών και νέο φορολογικό σύστημα. Όσο για τα περί εθνικής αξιοπρέπειας, πηγές τις Κομισιόν σχολιάζουν ότι «η αξιοπρέπεια ξεκινάει από τον αυτοσεβασμό και αυτό πηγάζει από τη δημοσιονομική πειθαρχία». Λένε, μάλιστα, ότι ουδείς στην ΕΕ δεν μπορεί να καταλάβει πως αποτελεί προσβολή η δέσμευση κάποιου να βάλει σε τάξη τα του οίκου του: «Εδώ σύσσωμοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες συνυπογράφουν δεσμευτικά κείμενα σχεδόν κάθε δύο μήνες για τα μάτια των αγορών, και δε μπορείτε να το κάνετε μεταξύ σας στην Ελλάδα;».
Ο επίτροπος Όλι Ρεν χθες, για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα, απαντώντας σε ερώτηση της Wall Street Journal σχετικά με τη διαφαινόμενη άρνηση της αντιπολίτευσης να υπογράψει την επιστολή, έδωσε μια ακριβοδίκαια και μετρημένη απάντηση, που δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας. Για τον Ρεν και τους συνεργάτες του -που γνωρίζουν και δεν ερμηνεύουν τις προθέσεις του- υπάρχει μια σειρά από δεδομένα:
• Καταρχήν, με ευθύνη του πρωθυπουργού, Γ. Παπανδρέου και λόγω «της μονομερούς απόφασης για δημοψήφισμα» -η «μονομέρεια» χρησιμοποιείται με ιδιαίτερη σκληρότητα στη γλώσσα της διπλωματίας, που παρεμπιπτόντως ο κ. Ρεν γνωρίζει από τη θητεία του ως επίτροπος για τη διεύρυνση- η εμπιστοσύνη μεταξύ Ελλάδας, Κομισιόν και υπολοίπων 16 του ευρώ έχει διαρραγεί.
• Εξίσου μεγάλη βαρύτητα έχουν οι 5 εκθέσεις πεπραγμένων της Τρόικας που εύγλωττα περιγράφουν απόλυτη στασιμότητα ή και επιδείνωση της μεταρρυθμιστικής πορείας της ελληνικής οικονομίας και πάλι με υπαιτιότητα της κυβέρνησης.
• Στην Ελλάδα, όπως αναφέρουν οι 5 εκθέσεις και γνωρίζει η γενική διεύθυνση οικονομικών, επικρατεί μια έντονα συγκρουσιακή πολιτική ζωή που δε θυμίζει σε τίποτα την πολιτική ζωή πουθενά αλλού στη ζώνη του ευρώ. Η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση πρεσβεύουν κατά περίπτωση το άσπρο και το μαύρο, οι εκλογικές πελατείες και τα οργανωμένα συμφέροντα υπερτερούν της δημοσιονομικής ή όποιας άλλης λογικής και η κατάσταση δεν άλλαξε από το Μάιο του 2010, που η χώρα μπήκε στο μνημόνιο.
• Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση δίστασε να εφαρμόσει το πρόγραμμα που τις προτάθηκε και το μετάλλαξε σε ένα «ελληνικό υβρίδιο», ακριβώς γιατί φοβόταν την αντιπολίτευση. Το μεσοβέζικο πρόγραμμα δεν αποδίδει και αυτό έχει μετρηθεί. Αν η κατάσταση δεν αλλάξει, οι εταίροι θα συνεχίσουν να πληρώνουν την Ελλάδα εσαεί.
• Στην Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ιρλανδία -σε μικρότερο βαθμό- και αλλού στην ΕΕ όπου εφαρμόζονται μνημονιακού τύπου προγράμματα ή υπάρχουν κράτη μέλη σε κλασική επιτήρηση, κυβέρνηση και αντιπολίτευση έχουν αντιληφθεί την κατάσταση και έχουν ρίξει τους τόνους. Ακόμα και ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι προανήγγειλε την παραίτησή του «για το καλό της χώρας», στο άκουσμα μόνο ότι οι αγορές δεν του έχουν εμπιστοσύνη.
• Καλώς ή κακώς ούτε η ΕΕ, ούτε η Ελλάδα μπορούν να χρηματοδοτήσουν την ευημερία των πολιτών τους από «ίδιους πόρους», συνεπώς τις αγορές και τα χρήματά τους θα τα χρειαζόμαστε για το προσεχές μέλλον.
Με αυτά τα δεδομένα, ουδείς στις Βρυξέλλες μπορεί να καταλάβει τι είναι αυτό που κάνει το κομματικό συμφέρον τόσο πιο σπουδαίο από το συμφέρον της ευρωζώνης και της χώρας, ώστε η μεν κυβέρνηση να παραπληροφορεί την αντιπολίτευση σε σχέση με το τι καλείται να υπογράψει, η δε αντιπολίτευση να ωρύεται ότι δεν υπογράφει, χωρίς να διασταυρώσει τις πληροφορίες με τις Βρυξέλλες.
Οι Γιούνκερ και Ρεν, εκφράζοντας την Α. Μέρκελ, το Ν. Σαρκοζί, τον Μ. Ρούτε και όλους τους υπόλοιπους της ευρωζώνης, ζητούν ένα δεσμευτικό κείμενο, ως ελάχιστο δείγμα πως ούτε μετά τις εκλογές θα ανατραπούν τα συμφωνηθέντα, ούτε θα βρεθούν και πάλι προ δημοψηφισμάτων και λοιπών εκπλήξεων και σε τελική ανάλυση το κράτος έχει συνέχεια.
Όσοι, μάλιστα, στις Βρυξέλλες -και είναι πολλοί- έχουν διδαχθεί αρχαία τραγωδία, θυμούνται τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη. Ο Πολυνείκης είχε κάθε δίκιο να επιθυμεί το θρόνο που του στέρησε ο αδερφός του ο Ετεοκλής, όμως το κράτος, η πόλη, τιμάει τον υπερασπιστή και όχι τον πολέμιο, ό,τι λόγους και αν έχει ο καθένας. Αυτός ο πανάρχαιος νόμος έχει γίνει μάθημα παντού στην Ευρώπη, γιατί όχι και στην Ελλάδα.