Στα 42 του ωστόσο χρόνια, και χωρίς δεύτερη σκέψη, ο Σταύρος, «διέγραψε» την παλιά του ζωή. Ξεκίνησε μόνο με τα ρούχα που φορούσε και εδώ και μερικές μέρες έχει εγκατασταθεί σε ένα ύψωμα, δίπλα σε μία παραλία του νομού. Χωρίς το παραμικρό «εφόδιο», ο Σταύρος, σαν ένας σύγχρονος Ροβινσώνας Κρούσος, έφτιαξε «εργαλεία» από υλικά που βρήκε πεταμένα από εδώ και από εκεί, ενώ στη συνέχεια, ξεκίνησε να φτιάχνει το νέο του «σπιτικό». Ένα μικρό σπιτάκι από καλάμια, ίσα ? ίσα για να τον προστατεύει από την βροχή και το αγιάζι, που κοιτάζει την Κεφαλονιά. Το νησί, όπως μας είπε, από το οποίο κατάγεται η μητέρα του!
«Δεν είναι σωστό να μην ζούμε σε αρμονία με τη φύση. Δυστυχώς, εμείς οι άνθρωποι το έχουμε ξεχάσει αυτό» μας είπε ο Σταύρος, προσφέροντας μας, σαν σωστός οικοδεσπότης, καρέκλες, που μόλις είχε επισκευάσει από παλιά ξύλα και άλλα «άχρηστα», για τον πολύ κόσμο, υλικά.
Για την παλιά του ζωή δεν αποκαλύπτει πολλά. «Ζήτησα κάποια πράγματα από τους δικούς μου ανθρώπους, τα οποία δεν μπορούσαν να μου τα προσφέρουν» ψέλλισε με σιγανή φωνή και συνέχισε: «Έβαλα και εγώ τα πράγματα κάτω, είδα τι δυνατότητες έχω και ακολούθησα το δρόμο μου. Αυτό μπόρεσα να κάνω, αυτό έκανα».
«Πιστεύω στον Θεό»
Των ρωτήσαμε από πού αντλεί τη «δύναμη» να τα «σβήσει» όλα και να ξεκινήσει από το «μηδέν». Πως ένας άνθρωπος που γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μία μεγαλούπολη μπορεί να ζήσει στην ύπαιθρο, μόνος, χωρίς την παραμικρή άνεση, το παραμικρό εφόδιο.
«Πιστεύω στον Θεό» απάντησε ο Σταύρος και συνέχισε: «Αν δεν είμαι άδικος και ανόητος, πιστεύω ότι ο Θεός δεν θα με αφήσει έτσι. Αν ο Θεός είναι μαζί σου, ακόμα και στο θάνατο δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα. Όταν φεύγεις κάποιος από τη ζωή, τον συνοδεύουν οι πράξεις του. Αν έχεις κάνει καλές πράξεις στο ζωή σου, δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα».