Είναι προφανές ότι η Ελλάδα του 2011 δεν ανήκει στην παραπάνω «ιδεώδη» κατηγορία. Και οι δημοσκοπήσεις έχουν φτάσει στο σημείο, αντί να λειτουργούν ως καταγραφείς του κλίματος που επικρατεί, αντί να «φωτογραφίζουν» στιγμιαία τάσεις και διαθέσεις, να έχουν εξελιχθεί σε μεθοδολογία διαμόρφωσης των τάσεων, των ρευμάτων και των… ποσοστών.
Πρόκειται φυσικά για στρέβλωση. Ή αλλιώς, για την αποθέωση της «δημοσκοπικής δημοκρατίας», που προσπέρασε με απρόσμενη ευκολία το κεντρικό ζητούμενο της διαφύλαξης της αξιοπιστίας και της εγκυρότητας των μετρήσεων, στον βωμό του εντυπωσιασμού. Των πρόσκαιρων συμπερασμάτων. Κάποιοι καχύποπτοι, θα μιλούσαν ακόμη και για απόπειρα «χειραγώγησης».
Στον κυριακάτικο Τύπο δημοσιεύονται δημοσκοπήσεις, που μετρούν την απήχηση του Λουκά Παπαδήμου, τις προσδοκίες για το νέο εγχείρημα με τη μεταβατική κυβέρνηση συνεργασίας, και τις τεκτονικές ζυμώσεις στο πολιτικό σκηνικό, αναφορικά με τη διαμόρφωση των ποσοστιαίων συσχετισμών.
Στοιχειώδης γνώση του αντικειμένου των δημοσκοπήσεων, οδηγεί σε εύλογες απορίες: Πότε… πρόλαβαν να διενεργηθούν αυτές οι δημοσκοπήσεις; Υπό την έννοια ότι οι εξελίξεις οριστικοποιήθηκαν το μεσημέρι της Παρασκευής. Τα τηλεφωνήματα που έγιναν λοιπόν από τις εταιρείες δημοσκοπήσεων, αφορούν ένα… βιαστικό δείγμα του εκλογικού σώματος. Η επεξεργασία τους ήταν, εκ των πραγμάτων, το ίδιο βιαστική.
Κυρίως όμως, ξενίζει η σπουδή να διατυπωθούν συμπεράσματα, στο tipping point μιας εξέλιξης.Όταν δηλαδή το συναίσθημα προηγείται της λογικής. Και τα εν θερμώ συμπεράσματα, δεν είναι τις περισσότερες φορές εκείνα που αποτυπώνουν αντικειμενικά και αληθώς την πραγματικότητα.
Οι μετρήσεις που έγιναν, έπρεπε να γίνουν. Για να αποτυπωθούν όμως οι στιγμιαίες τάσεις στην κοινωνία. Μόνο που χρησιμοποιούνται από τα ΜΜΕ, για να διαμορφώσουν… τις επόμενες τάσεις. Να προκαταλάβουν τις επόμενες δημοσκοπήσεις. Να διαμορφώσουν, αντί να καταγράψουν.