Τράπεζα της Ελλάδος και ζητούν τον ορισμό εφέτη ανακριτή.
Όπως τονίζουν στην αναφορά τους προς τον προϊστάμενο της εισαγγελίας, το ΤΕΕ, τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, την Ελληνική Οδοντιατρική Ομοσπονδία, τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, τον Συμβολαιογραφικό Σύλλογο Εφετείων Αθηνών - Πειραιώς, Αιγαίου και Δωδεκανήσου και την Ομοσπονδία Δικαστικών Επιμελητών Ελλάδος, «υπάρχει άμεσος κίνδυνος να μην μπορεί στο μέλλον το Ταμείο να καταβάλλει συντάξεις και παροχές, καθώς τα αποθεματικά του ΕΤΑΑ, ύψους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία εξαναγκαστικά κατέθετε στην Τράπεζα της Ελλάδος με βάση τον αντισυνταγματικό νόμο 2469/1977, η διοίκηση της Τράπεζας τα ‘‘επένδυε’’ ανεξέλεγκτα και χωρίς καμιά προσοχή και επιμέλεια, σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου».
Όπως επισημαίνεται στην αναφορά, η ευθύνη της τράπεζας, που θα αποκαλυφθεί από την ανάκριση, συνίσταται στο γεγονός ότι μόνη, ενεργώντας ως διαχειριστής ξένης περιουσίας, πρόβαινε σε πράξεις διοικήσεως και διαχειρίσεως όχι ως συνετός διαχειριστής, αλλά κατά τέτοιον τρόπο, ώστε μετά βεβαιότητας να βλάψει την περιουσία του ΕΤΑΑ και ενώ τελούσε σε πλήρη γνώση
α) της δραματικής καταστάσεως της ελληνικής οικονομίας και της γνωστής στην ΤτΕ δραματικής επιδείνωσής της,
β) ότι το καταβαλλόμενο ποσό κατά τον χρόνο της επένδυσης σε ομόλογα του Δημοσίου μετά βεβαιότητας δεν μπορεί να αναληφθεί ολόκληρο από τον δικαιούχο ΕΤΑΑ, διότι επίκειται πλέον έτι δραματική επιδείνωση της ελληνικής οικονομίας, με προβλεπτές δυσμενείς συνέπειες,
γ) εν όψει των ειδικών συνθηκών που διαμορφώθηκαν με βάση τον νόμο 3863/2010, οπότε από 1.1.2015 παύει η κρατική χρηματοδότηση στο ΕΤΑΑ και το Ταμείο δεν θα μπορεί να χρηματοδοτήσει τις παροχές των συνταξιούχων του και άρα να λάβει μέτρα ιδιαιτέρας προνοίας προς διαφύλαξη των αποθεματικών του Ταμείου.