Εξαιτίας της, περίπου 900 βρέφη κάθε χρόνο δεν προλαβαίνουν να δουν το φως του ήλιου. Η Ελλάδα καταγράφεται ως μία από τις πρώτες στη λίστα χώρες της Ε.Ε. στην περιγεννητική θνησιμότητα. Οι 9 στις 1.000 γεννήσεις παιδιών στη χώρα μας δεν καταλήγουν καλά, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό άλλων χωρών βρίσκεται κοντά στις 2 ή και 3 γεννήσεις!
Είναι συγκλονιστικά τα στοιχεία που έχουν αρχίσει να έρχονται στο Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας (ΚΕΣΥ). Φέτος για πρώτη φορά η Ειδική Επιτροπή Περιγεννητικής ζήτησε τον ακριβή αριθμό γεννήσεων από δημόσια και ιδιωτικά μαιευτήρια, ενώ ήδη εισηγήθηκε στον υπουργό Υγείας ριζικές αλλαγές στο σύστημα περιγεννητικής φροντίδας.
Μωρά πεθαίνουν κι έγκυες κινδυνεύουν τη ζωή τους εξαιτίας της έλλειψης μονάδων εντατικής φροντίδας νεογνών. Είναι χαρακτηριστικό το στοιχείο που λέει ότι ακόμη και στα νοσοκομεία που λειτουργούν τέτοιες μονάδες παραμένουν κλειστές από την έλλειψη ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού.
Για παράδειγμα, στο Αττικό Νοσοκομείο που εξυπηρετεί ολόκληρη τη Δυτική Αττική, τον Πειραιά και τα νησιά του Αιγαίου, από τις τρεις μονάδες εντατικής νεογνών λειτουργεί μόνο η μία, κι από τα 20 κρεβάτια σε λειτουργία είναι μόνο τα 5! Τα μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας σκουριάζουν, τα κρεβάτια είναι κενά και τα μωρά χάνονται...
Όπως αποκαλύπτει σήμερα το «Έθνος», είναι τέτοια η ένδεια του κράτους, ώστε δεν υπάρχει ούτε σύστημα εθνικής καταγραφής αυτών των θανάτων, κι αυτό είναι μοναδικό φαινόμενο παγκοσμίως, με αποτέλεσμα τα τελευταία επίσημα στοιχεία για τη βρεφική θνητότητα να πηγαίνουν πίσω στο 1998! Ο τραγικός απολογισμός αυτής της μελέτης παρουσιάζει 900 μωρά να τελειώνουν ετησίως τη ζωή τους, πριν καν την αρχίσουν.
Δημόσιες μονάδες εντατικής βρεφών λειτουργούν στα μαιευτήρια «Αλεξάνδρας», «Μαρίκα Ηλιάδη», στα Παίδων «Αγ. Σοφία» και «Αγλ. Κυριακού» καθώς και στο Αττικό Νοσοκομείο. Αυτά εξυπηρετούν όχι μόνο την Αττική, αλλά σχεδόν ολόκληρη την Ελλάδα, εκτός της Θεσσαλονίκης, καθώς τέτοιες εξειδικευμένες εντατικές δεν υπάρχουν στην επαρχία. Η δυνατότητά τους συνολικά, αγγίζει περί τα 40 κρεβάτια και τίποτε περισσότερο.
«Η περιγεννητική θνησιμότητα σε όλες τις χώρες της Ε.Ε κυμαίνεται από 4-6 τοις χιλίοις», λέει στο «Εθνος της Κυριακής» ο πρόεδρος του ΚΕΣΥ, κ. Ανδρέας Σερέτης, συμπληρώνοντας: «Από αυτούς τους δείκτες προκύπτει ότι από τους 110.000 τοκετούς ετησίως περίπου, εάν δεχτούμε το 9 τοις χιλίοις ως θνησιμότητα στη χώρα μας, που εκτιμήσεις θεωρούν ότι είναι μεγαλύτερη, εάν λειτουργήσει το σύστημα της περιγεννητικής και νεογνικής φροντίδας σωστά και το ποσοστό μειωθεί στο 6 που έχει η Πορτογαλία και είναι το ανώτερο της Ευρώπης, σημαίνει ότι ετησίως θα ζουν περισσότερα από 500 νεογνά.
Ενημερωτικά η Πορτογαλία ξεκινώντας το σύστημα υγείας το 1989 είχε περιγεννητική θνησιμότητα 16 και είναι στο 6, η δε Τσεχία το 1995 ήταν στο 9 και το έχει μειώσει στο 3,5 τοις χιλίοις. Είμαστε το μόνο κράτος παγκοσμίως που δεν καταγράφουμε ακόμη επισήμως τη βρεφική θνησιμότητα. Η ανοργανωσιά που επικρατεί κοστίζει ζωές. Κι αυτό, γιατί μια προβληματική εγκυμοσύνη θα πρέπει να παρακολουθείται και να γεννά σε περιγεννητικό κέντρο αυξημένης φροντίδας».