δεν είναι παράξενο, που την προηγούμενη εβδομάδα εκατοντάδες ασόβαρα “σχόλια” έδιναν κι έπαιρναν στην ελληνική μπλογκόσφαιρα για έναν σοβαρό λόγο, βασισμένο σε γεγονότα και γεμάτο με αριθμούς, ο οποίος ακόμη δεν είχε ακουστεί στο ακροατήριο! Και το κερασάκι στην τούρτα, ότι δηλαδή στο τέλος της ομιλίας του (όταν ο πρώτην πρωθυπουργός την εκφώνησε δημόσια), εκπρόσωπος ελληνικής πολιτικής ομάδας της γερμανικής πρωτεύουσας ζήτησε το λόγο για να “απαντήσει” στον κ. Σημίτη (άρα, υπέθεσα, να εκφράσει ένα σχόλιο σε όσα μόλις είχαν ακουστεί) και… διάβασε έτοιμο κείμενο, το οποίο μπορούσε καθένας να απολαύσει εδώ και πολλές μέρες στο διαδίκτυο, μόνο θυμηδία για το… αριστερό επίπεδο διαλόγου προκαλεί!
Μπαίνοντας, το βράδυ της Δευτέρας 23 Ιανουαρίου, στο ίδρυμα των Πρασίνων, Χάινριχ Μπελ, ύστερα από… πεντάλ 10 χιλιομέτρων, το ψιλόβροχο με είχε κάνει μούσκεμα – πώς να κρατήσεις ομπρέλα επάνω στο ποδήλατο; Αλλά ήμουν τόσο ευδιάθετος, όσο καθημερινά σε αυτή τη μαγευτική πόλη, την “φτωχή, αλλά σέξι”, όπως την έχει χαρακτηρίσει ο -για τρίτη συνεχή πενταετία- δήμαρχός της, Κλάους Βόβεραϊτ (“Βόβι” για τους φίλους και ψηφοφόρους του)! Βγαίνοντας, ύστερα από τρεις ώρες, είχα τη γνώριμή μου… “ελληνική” τσαντίλα, η κορύφωσή της οποίας τα τελευταία χρόνια με οδήγησε να μετοικήσω στο Βερολίνο και να ξεκινήσω ξανά μια νέα, ανθρώπινη ζωή…
Οι λόγοι; Σίγουρα όχι ο πρώην πρωθυπουργός. Λίγο γερασμένος σε σχέση με τα χρόνια της πρωθυπουργίας του, το ίδιο ευγενής και απλός, ο κ. Σημίτης στάθηκε σε μερικά σημαντικά, προφανή και αυτονόητα σημεία της τελευταίας δεκαπενταετίας. Όπως: “Η ΟΝΕ δεν είναι μια παρέα προηγμένων χωρών που έχουν κοινά συμφέροντα αντίθετα προς εκείνα των χωρών που υστερούν. Είναι ένα εξελικτικό στάδιο της Ένωσης, ώστε να διευκολυνθεί η οικονομική συνεργασία των μελών της, να δημιουργηθούν σχέσεις οι οποίες θα ενδυναμώνουν την κοινή προσπάθεια ανάπτυξης, να επιτευχθεί βαθμιαία σύγκλιση των οικονομιών και καλύτερη εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που παρέχουν η κατάργηση των συνόρων και οι κοινές επιδιώξεις. Είναι κοινό σχέδιο προόδου. Οφείλει να εντάσσει λοιπόν στο σχεδιασμό τόσο τους πιο ισχυρούς με τις δυνατότητές τους όσο και τους πιο αδύνατους με τις αδυναμίες τους.” Ή, όπως: “Σε περίπτωση απειλής της Τουρκίας προς την Ελλάδα, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση εγγυάται την ασφάλεια κάθε χώρας-μέλους της, δεν ισχύει το ίδιο και για το ΝΑΤΟ. Έτσι οι αμυντικές δαπάνες είναι σε ένα βαθμό απαραίτητες. Προσωπικά, πιστεύω ότι δεν υπάρχει περίπτωση πολέμου με την Τουρκία, αλλά ακόμη και να γίνει, θα είναι πόλεμος 2-3 ωρών. Προφανώς, λοιπόν, και δε χρειαζόμαστε π.χ. τα υποβρύχια. Η ηγεσία των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, όμως, προφανώς έχει διαφορετική άποψη.” Ή, τέλος, όπως: “Μόλις 2-3 χρόνια μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ, οι συνδικαλιστές των εκπαιδευτικών ζητούσαν αυξήσεις 10%, ενώ του Δημοσίου 20%!”
Σίγουρα όχι, λοιπόν, δεν ήταν ο πρώην πρωθυπουργός που με τσάντισε – πιστεύω (και ελπίζω) πώς δε θα έρθει ποτέ η ώρα, που θα με τσαντίζει η κοινή λογική και ο ορθός λόγος. Σίγουρα… ναι, όμως, ήταν οι (δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια) τόσο αναμενόμενες, “προκάτ” αντιδράσεις (“γνωστών”) ορισμένων σε κάθε τι που δεν φαντάζει “επαναστατικό”, στην ουσία σε κάθε τι που δεν είναι λαϊκιστικό και δε “χαϊδεύει” τ’ αφτιά του λαού (τον οποίο, φυσικά, εννοείται ότι μόνο αυτοί που συμπεριφέρονται έτσι, εκπροσωπούν). Ήταν, επίσης σίγουρα, η… διάχυτη “ελληνικότητα” στον όμορφο χώρο του ιδρύματος Μπελ. Ας πούμε, η τόσο… κομψή φράση “Αν δεν είναι για μας, για ποιον είναι καλέ;” κυρίας, η οποία απάντησε έτσι στην ερώτηση της παρέας της “Εδώ γράφει ‘ρεζερβέ’, αλλά δε γράφει για ποιους” – ευνόητο, όμως, δεν είναι πως τα “ψώνια” δεν έχουν… ονοματεπώνυμο; Ή, η φράση “Τι μ… λέει!”, με την οποία κύριος “διένθιζε” -δυνατά, φυσικά!- το λόγο του πρώην πρωθυπουργού, εναλλάξ με τις φράσεις “Μπλα-μπλα-μπλα” και “Ψεύτη!” (η τελευταία στα Γερμανικά) – προφανώς η Αριστερά έχει τους δικούς της κώδικες δημοκρατίας, διαλόγου και σεβασμού της (κάθε) άλλης άποψης. Και ακόμη, ήταν σίγουρα η… απείρου κάλλους επιδρομή στο μπουφέ, μετά το τέλος της εκδήλωσης – ειδικότερα σε έναν από τους δέκα δίσκους, σε αυτό με τα μπιφτέκια! Μα απειλεί κιόλας και τους Έλληνες της Γερμανίας η… ασιτία;
Ύστερα απ΄ όλ΄αυτά η δήλωση του συνομιλητή του Κώστα Σημίτη, Ντάνιελ Κον- Μπέντιτ, “μιλώντας για την Ελλάδα, μιλάμε για την Ευρώπη” μου ακούστηκε τόσο αγνή, όσο αθώα(;) ο ίδιος πρόσθεσε λίγο αργότερα ότι “απαιτείται χρόνος για να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα”: μα πότε θα καταλάβουν οι Ευρωπαίοι (όχι οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, οι Ευρωπαίοι, σκέτο) πως ουδεμία μεταρρύθμιση δεν μπορεί να ολοκληρωθεί αν πρώτα δεν ξεκινήσει και πως ουδεμία μεταρρύθμιση δεν μπορεί να ξεκινήσει αν πρώτα δεν έχει δεχτεί την αναγκαιότητά της κάθε πολίτης της χώρας;
Για το θέμα της επιστροφής στη δραχμή(!) δε χρειάζεται καν να μεταφέρω εδώ την επιχειρηματολογία του Κώστα Σημίτη, σχετικά με το πόσο καταστροφικό θα ήταν κάτι τέτοιο. Θεωρώ πως αν διαβάζετε ακόμη το κείμενο αυτό, σίγουρα γνωρίζετε (και πιστεύετε) ό,τι και ο ίδιος. Αξίζει, όμως, να παραθέσω το επιστέγασμα της τοποθέτησης του Κον-Μπέντιτ στο ίδιο ζήτημα: “Αφού φτιάξεις την ομελέτα, δεν μπορείς πλέον να ξανασχηματίσεις το αβγό όπως ήταν πριν”!
Και βέβαια, να σημειώσω ότι τη συζήτηση μεταξύ των κυρίων Σημίτη και Κον-Μπέντιτ, που ακολούθησε την ομιλία του Έλληνα πρώην πρωθυπουργού, συντόνισε εξαιρετικά η -ιδιαιτέρως “διαβασμένη”- δημοσιογράφος Κριστιάν Σλέτζερ, συντάκτρια της σοβαρότερης εφημερίδας της Γερμανίας, Sueddeutsche Zeitung, η οποία εκδίδεται στο Μόναχο. Φανταστείτε, δηλαδή, να διοργανωνόταν αντίστοιχη εκδήλωση στην Αθήνα, να καλούσαν για το συντονισμό δημοσιογράφο της σοβαρότερης εγχώριας εφημερίδας (η οποία να εκδιδόταν όχι στην πρωτεύουσα, αλλά στην Πάτρα ή το Ηράκλειο) και αυτή να διάλεγε να στείλει συντάκτη της από τη Λάρισα ή τις Σέρρες! Ε, όσο υπάρχει πιθανότητα να λάβει σάρκα και οστά (ολόκληρη) η παραπάνω υπόθεση, άλλο τόσο η Ελλάδα θα μοιάσει κάποτε με τους εταίρους της στην Ευρωπαϊκή Ένωση!
postnews.gr