Εδώ και πολλά χρόνια, οι επιστήμονες πίστευαν ότι η ανθρώπινη γλώσσα είναι φτιαγμένη για να ανιχνεύει τέσσερις βασικές γεύσεις: το γλυκό, το ξινό, το αλμυρό και το πικρό, ενώ πιο πρόσφατα ανακαλύφθηκε μια πέμπτη, το πικάντικο. Αυτή η γκάμα διευρύνεται περαιτέρω πλέον με μια ακόμα γεύση, που αφορά τα λίπη.
Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον-Σεν Λιούις, με επικεφαλής τις καθηγήτριες Νάντα Αμπουμράντ και Γιανίνα Πεπίνο εντόπισαν μια πρωτεΐνη στους γευστικούς κάλυκες της γλώσσας, ο οποίος αναγνωρίζει τα μόρια των λιπών.
Η γευστική ευαισθησία ποικίλει από άτομο σε άτομο και αυτό πιθανώς εξηγεί γιατί μερικοί άνθρωποι καταναλώνουν ευκολότερα τροφές με λίπη. Οι ερευνητές ευελπιστούν ότι η ανακάλυψή τους, θα συμβάλει στην καταπολέμηση της παχυσαρκίας.
Οι Αμερικανοί επιστήμονες διαπίστωσαν ότι όσοι άνθρωποι διαθέτουν τον συγκεκριμένο υποδοχέα CD36 και μάλιστα σε μεγαλύτερες ποσότητες σε σχέση με άλλους, είναι οκτώ φορές πιο ευαίσθητοι στην παρουσία του λίπους σε σχέση με όσους έχουν το μισό CD36.
Η ύπαρξη ή όχι του υποδοχέα εξαρτάται από την μετάλλαξη ενός γονιδίου, που ρυθμίζει το CD36 και αυτό το γεγονός πιθανώς επηρεάζει -χωρίς οι άνθρωποι να το συνειδητοποιούν- τι είδους τροφές καταναλώνουν και σε ποιες ποσότητες.
Προηγούμενες έρευνες σε πειραματόζωα είχαν δείξει ότι όταν αυτά τροποποιούνταν γενετικά, ώστε να μην διαθέτουν πλέον το γονίδιο της πρωτεΐνης CD36, τότε δεν έδειχναν πια προτίμηση στις λιπαρές τροφές. Μάλιστα τα ζώα που δεν παράγουν τη συγκεκριμένη πρωτεΐνη, δυσκολεύονται να χωνέψουν το λίπος.