Κανονικά· γιατί η στρατηγική απόφαση της ελληνικής αστικής τάξης για πρόσδεση στον ιμπεριαλιστικό μηχανισμό μεταβίβασης εξουσίας που καταλήγει να είναι το ευρώ έχει αλλάξει την ισορροπία των αντιθέσεων στη χώρα, μεταφέροντας σε έναν βαθμό (και μάλλον προσωρινά) το βάρος λήψης αποφάσεων σε κέντρα αποστειρωμένα από την όποια πίεση της εγχώριας ταξικής πάλης, στοιχείο και αυτό της διαδικασίας που η κυρίαρχη γλώσσα αποκαλεί «παγκοσμιοποίηση».
Έτσι οι εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας είναι ασυνήθιστα ευαίσθητες σε σχέση με τις εξελίξεις στο εξωτερικό. Εξελίξεις που για το 2012, ακόμα και από τους πιο πεπεισμένους απολογητές του συστήματος, δεν προβλέπονται καθόλου θετικές: οι εφεδρείες του συστήματος κοντεύουν να εξαντληθούν από τον προηγούμενο γύρο του 2008. Έτσι, η ανάλυση του τι πρέπει να γίνει στη χώρα μας είναι πραγματικά αδύνατο να γίνει χωρίς εκτίμηση για την πορεία της γενικευμένης κρίσης που συνεχίζεται και οξύνεται στο ιμπεριαλιστικό κέντρο και που ενδεχομένως έχει αρχίσει να εξαπλώνεται στην ευρωπαϊκή περιφέρεια και τις ανερχόμενες χώρες. Το κείμενο αυτό προσπαθεί να ανιχνεύσει τις διαφαινόμενες στρατηγικές διεξόδους για τις μεγάλες ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, για να φανεί πιο καθαρά ότι μονόδρομος για την εργασία στην Ελλάδα δεν είναι η παραμονή στο ευρώ, αλλά η έξοδος από αυτό.
Ο Τιτανικός που τον λένε Ευρώπη
Για να ξεπεράσει τα τρέχοντα προβλήματά της και να συνεχίσει να υπάρχει και να «ανθεί» με την τρέχουσα μορφή της η ευρωζώνη θα έφτανε να γίνει μία και μόνο απλή κίνηση: συγκεκριμένα, θα αρκούσε ο Άι-Βασίλης να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πρόεδρος της ΕΚΤ και καγκελάριος της Γερμανίας ταυτόχρονα, κάτι που δυστυχώς απαγορεύεται από τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Αν δεν γίνει αυτό, το στοίχημα των ευρωπαϊκών ιμπεριαλισμών είναι χαμένο.
Το αδιέξοδο των ευρωπαϊκών ιμπεριαλισμών, πέρα από τους πολιτικούς ανταγωνισμούς, την ανισόμετρη ανάπτυξη και τις τεράστιες ανισότητες στο εσωτερικό της ευρωζώνης, οφείλεται επίσης και στο γεγονός ότι το ευρωπαϊκό κεφάλαιο έχει την ιστορία απέναντί του. Το κέντρο της παραγωγής έχει πια φύγει από τη γερασμένη Ευρώπη. Ήδη το ΑΕΠ της Βραζιλίας ξεπέρασε το ΑΕΠ της Ιταλίας και σύντομα θα ξεπεράσει και της Γαλλίας. Και η όλο και πιο γερασμένη δημογραφικά Ευρώπη εμφανίζεται συστημικά ανίκανη σε επίπεδο παραγωγής να ξεπεράσει το αδιέξοδο, κάνοντας αυτό που πάντα ως τώρα γινόταν στην ιστορία του καπιταλισμού: εισάγοντας νέες μορφές παραγωγής, νέες μεθόδους, νέες παραγωγικές δυνάμεις. Τίποτα τέτοιο δεν φαίνεται δυνατό στο άμεσο μέλλον: οι νέες τεχνολογίες δεν αναπτύσσονται τόσο στην Ευρώπη όσο στις ΗΠΑ και την Ασία.
Η Γερμανία…
Η γερμανική πρόταση για φυγή προς τα μπρος ήταν η μείωση του εργατικού μισθού, η αύξηση της απόλυτης υπεραξίας. Το σχέδιο αυτό έδωσε πρόσκαιρα φτερά στο γερμανικό κεφάλαιο. Τα γερμανικά προϊόντα έγιναν πιο φτηνά στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, χωρίς να χρειαστούν νέες επενδύσεις στη Γερμανία (αύξηση της οργανικής σύνθεσης). Η Γερμανία όλη την περίοδο του ευρώ δεν επένδυε σε εξοπλισμό, επειδή απλώς δεν χρειαζόταν. Οι επενδύσεις στη χώρα ήταν οι χαμηλότερες στην ευρωζώνη. Τα γερμανικά κέρδη πήγαν σε πιο κερδοφόρες επενδύσεις, όπως οι φούσκες της Wall St., η ισπανική οικοδομή (οι επενδύσεις στην Ισπανία έφτασαν στο 30% του ΑΕΠ), σε ελληνικούς δρόμους, αεροδρόμια, φτηνό χρήμα για δημόσιο και ιδιωτικό χρέος στις χώρες του Νότου. Η κρίση ήταν η στιγμή της αλήθειας για τα «εκπατρισμένα» γερμανικά κεφάλαια που άρχισαν να φεύγουν πανικόβλητα από τον Νότο και να γυρίζουν στο Κέντρο. Η διαδικασία αυτή όμως δεν είναι αρκετά γρήγορη και, κυρίως, είναι επισφαλής. Οι επενδύσεις κατάρρευσαν στον Νότο (ειδικά στην Ελλάδα), χωρίς να φτάσουν σε επίπεδα που να εγγυώνται ανάκαμψη στον Βορρά. Ο Νότος, σε συνθήκες κρίσης, δεν μπορεί να συνεχίζει να αγοράζει γερμανικά προϊόντα, άρα ο γερμανικός αστισμός αντιμετωπίζει ένα αδιέξοδο: μέχρι τώρα οι επενδύσεις στη Γερμανία δεν χρειάζονταν· τώρα, με τις πωλήσεις να μειώνονται, οι επενδύσεις δεν συμφέρουν.
Οι γερμανοί κεφαλαιοκράτες, όσο κρατάει η αβεβαιότητα, πιστεύουν ότι επειδή παράγουν εργαλειομηχανές υψηλής ποιότητας, δεν θα χάσουν διεθνή πελατεία, είτε στις ΗΠΑ είτε στην Κίνα. Δεν φαίνεται να τα λογαριάζουν σωστά. Οι Κινέζοι όχι μόνο έχουν μειώσει την εξάρτησή τους από τους Γερμανούς, αλλά τους «χτυπάνε» πλέον στα ίσα. Ήδη απειλούν το μεγαλύτερο γερμανικό μονοπώλιο, τις εργαλειομηχανές της αυτοκινητοβιομηχανίας. Πρόσφατα η Ford, που, όπως λέει με δικαιολογημένο κομπασμό και η Λαϊκή Ημερησία (31/12/11), «πάνε πάνω από 20 χρόνια που δεν έχει αγοράσει εξοπλισμό από άλλη χώρα εκτός της Γερμανίας», έκλεισε μια μεγάλη δουλειά για τα αμερικανικά της εργοστάσια, στα οποία θα εγκαταστήσει πέντε νέες γραμμές παραγωγής κατασκευασμένες από κινεζική εταιρεία. Τα γερμανικά λιμνάζοντα κεφάλαια σύντομα θα αναγκαστούν να ψάξουν να βρουν άλλους προορισμούς εύκολου κέρδους, δημιουργώντας νέες φούσκες. Και όλα αυτά, χωρίς την απολύτως αναγκαία στρατιωτική ισχύ για να υποστηρίξει τα επεκτατικά τους σχέδια… Το επιθετικό γερμανικό «σχέδιο» που εκφράζεται από τη Μέρκελ είναι πολύ πιθανό ότι σύντομα θα πρέπει να επαναξιολογηθεί.
…και οι άλλοι
Η Γαλλία πάλι, ο άλλος πόλος της ΕΕ, είναι ζαλισμένη και μπερδεμένη από τις προοπτικές υποβάθμισης της θέσης της στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Έχοντας παλιότερα θέσει για τον εαυτό της τον στρατηγικό στόχο να είναι το πολιτικό και στρατιωτικό αντίβαρο στη Γερμανία, έχει γνωρίσει τη συντριβή. Ο στρατός της απέδειξε στη Λιβύη την ανικανότητά του σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις· το βιομηχανικό της κεφάλαιο δείχνει πλέον και αυτό να χάνει τον ανταγωνισμό με τον γερμανικό γίγαντα· ο τραπεζικός της τομέας φούσκωσε πέρα από κάθε φαντασία (οι γαλλικές τράπεζες έχουν ενεργητικό 300% του ΑΕΠ. Συγκριτικά, οι αμερικανικές είναι στο 100% του ΑΕΠ και οι γερμανικές στο 150%). Και το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει τρόπος τα δάνεια των γαλλικών τραπεζών να αποδώσουν, είναι δηλαδή χρεοκοπημένες. Ο πανικός του Σαρκοζί και η συνθηκολόγησή του στις απαιτήσεις της Μέρκελ, αυτή την αιτία έχουν, ότι προσπαθεί να εξασφαλίσει την κάλυψη της Γερμανίας για να κρατήσει το ΑΑΑ της Γαλλίας. Το σχέδιο αυτό έχει κοντά ποδάρια.
Την ίδια στιγμή η Βρετανία όλο και περισσότερο απομακρύνεται από το καράβι που βουλιάζει. Ο Κάμερον προτίμησε την «ευρω-απομόνωση» παρά να διακυβεύσει έστω κι ένα μικρό κομμάτι των κερδών του Σίτι (που, ας μην το ξεχνάμε, είναι επίσης ο κύριος διαχειριστής των ευρωπαϊκών χρεών). Το βρετανικό κεφάλαιο θα προτιμήσει να κάνει δουλειές με ανερχόμενες αγορές έστω και αν κάτι τέτοιο σημαίνει ότι δεν θα είναι αυτό που καθορίζει την πορεία των πραγμάτων. Αλλά ο βρετανικός ιμπεριαλισμός έχει μάθει ιστορικά να διαχειρίζεται την ήττα του. Η πορεία της Βρετανίας είναι μια εικόνα από το μέλλον της Ευρώπης: από ηγέτης του παγκόσμιου καπιταλισμού, ο ξεδοντιασμένος βρετανικός λέων έγινε μεταπολεμικά κολαούζος των ΗΠΑ για να καταντήσει μια αποβιομηχανοποιημένη δευτεροκλασάτη ιμπεριαλιστική δύναμη, με συνεχώς καθοδική πορεία τα τελευταία 100 χρόνια…
Κρίση, το άλλο όνομά σου είναι ευρώ…
Η Ευρώπη, επίκεντρο στη δεύτερη φάση της πιθανότατα μεγαλύτερης κρίσης στην ιστορία του καπιταλισμού, βρίσκεται επομένως και αυτή σε ένα σταυροδρόμι. Μόνο που μπροστά της δεν βλέπει καθόλου ευκαιρίες, μόνο κινδύνους και παρακμή. Μπορεί να ελπίζει μόνο σε ένα θαύμα, δηλαδή η κρίση να χτυπήσει έντονα κάποιον από τους ανταγωνιστές της, δημιουργώντας έτσι ευκαιρίες, πριν καταρρεύσει η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία ή κάποιος άλλος.
Η συσσώρευση χρόνιων αντιφάσεων στην ευρωζώνη, σε επίπεδο διαμόρφωσης πολιτικής, συμπυκνώθηκε σε μια ασταθή, «αναρχο-καπιταλιστική» συνθήκη: η προφανής, πλέον, αποτυχία του προηγούμενου καθεστώτος συσσώρευσης και η κρίση ερμηνεύονται από τους παρόντες ηγέτες ως αποτυχία των όποιων υπολειμμάτων «κρατισμού» είχαν μείνει ζωντανά. Τη «λύση» θα τη δώσει η περαιτέρω απελευθέρωση των αγορών, η περαιτέρω σμίκρυνση του κράτους, η καταστροφή και των τελευταίων στοιχείων δημόσιας επένδυσης που είχαν απομείνει, η υποχώρηση ακόμα και του επιτελικού κράτους-στρατηγείου από το ρόλο του.
Η νεοφιλελεύθερη καθήλωση της γερμανικής πολιτικής στους αριθμούς είναι σύμπτωμα του πολιτικού-οικονομικού αδιεξόδου. Είναι αδύνατο για τα ευρωπαϊκά κέντρα να συνειδητοποιήσουν ότι το δημόσιο χρέος δεν είναι μοχλός, κουμπί που το ελέγχουν οι κυβερνώντες κατά βούληση. Το δημόσιο χρέος είναι μια σχέση μεταξύ του δημόσιου τομέα (του κράτους, ως πεδίου συμβιβασμού ταξικών συμφερόντων) και του χαοτικού, απρόβλεπτου ιδιωτικού τομέα, ο οποίος φυσικά δεν επιδέχεται τέτοια όρια – αν τον πολυζορίσεις, παίρνει τα λεφτά και τρέχει, χρεοκοπώντας… Τα αυστηρά όρια (που επιχειρείται να επιβληθούν με λιτότητα) δεν πρόκειται σε καμιά περίπτωση να έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, εφόσον, εξ ορισμού, δεν περιλαμβάνουν και το στοιχείο του συμβιβασμού με τις υποτελείς τάξεις.
Σε συγκυρία οξείας κρίσης, αυτή η «στρατηγική»… έλλειψης στρατηγικής και παραχώρησης της πολιτικής εξουσίας στους «τεχνοκράτες» των τραπεζών, στις ίδιες τις «αγορές» προσωποποιημένες, ενέχει τον προφανή κίνδυνο της κατάρρευσης. Το «αόρατο χέρι» δεν είναι ιδιαίτερα ικανό στο να κρατάει το τιμόνι στη φουρτούνα, όταν δηλαδή χρειάζεται μακροπρόθεσμη στοχοθεσία και όχι βραχυπρόθεσμη κερδοσκοπία. Το πιθανό κέρδος που διαβλέπει το κεφάλαιο από αυτή την πολιτική δεν είναι, όμως, η έκρηξη της κερδοφορίας σε βραχυπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα (χρειάζονται χρόνια καταστροφής κεφαλαίων μέχρι να επανακάμψει η κερδοφορία), αλλά η τελική συντριβή των πολιτικών αντιστάσεων.
Μπορεί να επιτύχει αυτή η πολιτική; Το σύστημα του ευρώ, με την όξυνση των ιμπεριαλιστικών αντιφάσεων που προκαλεί, το κάνει απίθανο. Ποτέ, κανένα σύστημα νομισματικής ολοκλήρωσης (τέτοιο ήταν ο κανόνας του χρυσού) δεν επιβίωσε όταν το χτύπησε κρίση. Εξάλλου, υπάρχουν βαθιοί, δομικοί λόγοι που κάθε αναπτυγμένο καπιταλιστικό κράτος στην ιστορία είχε το δικό του νόμισμα – το ότι ήταν υπεύθυνο πρώτα αυτό το ίδιο (και όχι οι εξωτερικοί παράγοντες, όπως στην περίπτωση του ευρώ) για τη διαχείριση των εσωτερικών του αντιθέσεων.
Εντούτοις, το κεφάλαιο έχει πολιτικές εφεδρείες. Σε περίπτωση επιδείνωσης των οικονομικών μεγεθών δεν μπορεί να αποκλειστεί η επιστροφή συντηρητικών, κεϋνσιανού τύπου πολιτικών που θα κάνουν «οικονομία δυνάμεων» για το κεφάλαιο, με λελογισμένη αναδιανομή του πλούτου, διάλυση ή αναμόρφωση της ευρωζώνης (με γερμανικό πυρήνα), προστατευτισμό, ενδεχομένως εθνικισμό. Και ταυτόχρονα, το γεγονός ότι υπάρχουν «σεβάσμιες» φωνές στο γερμανικό πολιτικό σκηνικό που ζητούν η Γερμανία να αναλάβει τις ευθύνες της και να μην επαναλάβει τα καταστροφικά λάθη του παρελθόντος, όπως και η κατάρρευση στις δημοσκοπήσεις του έξαλλου συνεταίρου της Μέρκελ, των Φιλελεύθερων, δείχνουν προς μια πιο ευρωπαϊκή τέτοιου τύπου λύση. Και οι δύο λύσεις θα είναι λύσεις ανάγκης· δεν είναι θέμα αν θα υπάρξει μια υποβάθμιση μεσομακροπρόθεσμα της Ευρώπης, αλλά πόσο μεγάλη θα είναι.
Σε κάθε περίπτωση όμως, το παράθυρο ευκαιρίας της Αριστεράς για ανατροπή του σκηνικού είναι στενό. Το σύστημα τώρα μπαίνει στην περίοδο μέγιστης αστάθειάς του, διεθνώς και όχι μόνο στην ευρωζώνη. Η αδυναμία της εργασίας να αντιδράσει τώρα θα σημάνει την ιστορικών διαστάσεων ήττα της και οριστική υποταγή της στο κεφάλαιο. Αντίθετα, το σπάσιμο του αδύναμου κρίκου στο ζουρλομανδύα της ευρωζώνης μπορεί να λειτουργήσει ως θρυαλλίδα για την απελευθέρωση των αντιστάσεων στο σύνολο των χωρών της, αν όχι κι αλλού.