Με βάση την εγκύκλιο 1075/26-03-2012 του υπουργού οικονομικών,τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 3 «Επείγουσες ρυθμίσεις για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών» του νόμου 4038/2012 (ΦΕΚ 14 Α), όπως συμπληρώθηκαν με...
τις διατάξεις της παραγράφου 9 του πέμπτου άρθρου του ν. 4047/2012 ΦΕΚ 31 Α και την κατ εξουσιοδότηση εκδοθείσα Α.Υ.Ο ΠΟΛ 1047/2012 (ΦΕΚ 463 Β),ισχύουν τα ακόλουθα:
1. Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση.
Στη ρύθμιση, υπάγονται υποχρεωτικά όλες οι οφειλές ή δόσεις οφειλών που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες, με βάση τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε, μέχρι τις 29-02-2012, εφόσον δεν υπερβαίνουν τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ (βασική οφειλή) όταν πρόκειται για φυσικά πρόσωπα και τις εβδομήντα πέντε (75.000) χιλιάδες ευρώ (βασική οφειλή) όταν πρόκειται για νομικά πρόσωπα.
α) Στην περίπτωση οφειλών που έχουν βεβαιωθεί στα Τελωνεία:
Ι. Ρυθμίζονται:
- οφειλές που αφορούν συμπληρωματικές χρεώσεις εκ των υστέρων επί τελωνειακών παραστατικών,
- οφειλές που έχουν βεβαιωθεί βάσει των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 110 σε συνδυασμό με το άρθρο 109 του Τελωνειακού Κώδικα. Οι εν λόγω οφειλές δύναται να υπαχθούν και στις ρυθμίσεις του Ν. 3888/2010 και του Ν. 2648/98 υπό τις κατά περίπτωση προβλεπόμενες προϋποθέσεις,
- οφειλές που αφορούν πρόστιμα, πολλαπλά τέλη και ποινές για παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας,
- το 30 τοις εκατό του ποσού της καταλογιστικής πράξης, το οποίο είναι απαιτητό με την κατάθεση προσφυγής κατά αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 150 του τελωνειακού κώδικα.
ΙΙ. Δεν ρυθμίζονται:
- οφειλές, η προηγούμενη καταβολή των οποίων είναι προϋπόθεση για την έκδοση άδειας παράδοσης του εμπορεύματος
- το 50 τοις εκατό οφειλής, το οποίο είναι απαιτητό κατά την άσκηση προσφυγής, σύμφωνα με το άρθρο 31 του Τελωνειακού Κώδικα.
β) Στη ρύθμιση, με τους παραπάνω γενικούς όρους δύναται να υπαχθούν, εφόσον το επιθυμεί ο οφειλέτης και το δηλώσει στην αίτησή του και :
- Οι οφειλές που τελούν σε διοικητική ή δικαστική αναστολή.
- Το εναπομένον ποσό οφειλών που έχουν υπαχθεί σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής κατά τις διατάξεις των άρθρων 13-21 του ν. 2648/98 (ΦΕΚ 238 Α) ή σε άλλη νομοθετική ρύθμιση, οι όροι των οποίων τηρούνται κατά την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση.
γ) Επίσης, στη ρύθμιση δύναται να υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής με τους ίδιους όρους και:
- τα πρόσωπα που ευθύνονται μαζί με τον πρωτοφειλέτη κατά το μέρος ευθύνης τους.
Διευκρινίζεται ότι, στις περιπτώσεις των καταλογιστικών πράξεων (Τελωνείων) με υπόχρεα πρόσωπα πέραν του ενός, οι οφειλές μπορούν να ρυθμισθούν από τους υπόχρεους - ο καθένας να ρυθμίσει, εφόσον το επιθυμεί, το σύνολο των οφειλών που αφορούν την προσωπική του υποχρέωση - υπό την αίρεση ότι η αλληλέγγυα υποχρέωσή του δεν παύει μέχρι την αποπληρωμή των οφειλών από τους λοιπούς οφειλέτες ή αυτούς τους ίδιους.
- οι κληρονόμοι αποβιωσάντων οφειλετών, δεδομένου ότι δεν πρόκειται περί συνυπευθυνότητας με τον οφειλέτη αλλά επιμεριστικής ευθύνης καταβολής σύμφωνα με το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας.
- οι οφειλέτες σύζυγοι για φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων που προέκυψε από την κοινή δήλωση φορολογίας εισοδήματος, δεδομένου ότι η ευθύνη καταβολής ανήκει στον κάθε σύζυγο χωριστά για το φόρο που αναλογεί στα εισοδήματά του.
2. Προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση.
α) Υποβολή αίτησης του ενδιαφερομένου έως και τις 30/3/2012 στη Δ.Ο.Υ ή στο Τελωνείο που είναι βεβαιωμένες οι οφειλές, σύμφωνα και με την ΑΥΟ ΠΟΛ 1053/2012 (ΦΕΚ 502Β).
β) Καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης ή εφάπαξ εξόφληση την ημέρα υποβολής της αίτησης.
γ) Το αίτημα χορήγησης ρύθμισης ληξιπροθέσμων οφειλών άνω των 24 δόσεων εξετάζεται από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου όπου είναι βεβαιωμένη η ληξιπρόθεσμη οφειλή (μέχρι 10.000 ευρώ ανά φυσικό πρόσωπο και μέχρι 75.000 ευρώ ανά νομικό πρόσωπο), ο οποίος εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση, η οποία αναγράφεται επί της αίτησης ή επισυνάπτεται, ανάλογα με την φορολογική εικόνα και την φοροδοτική ικανότητα του οφειλέτη με βάση τα δικαιολογητικά που αναγράφονται στην Α.Υ.Ο. ΠΟΛ 1047/2012 (η οποία επισυνάπτεται).
3. Ευεργετήματα του οφειλέτη.
α) Δυνατότητα καταβολής των οφειλών που ρυθμίζονται εφάπαξ ή σε μηνιαίες δόσεις {από δύο (2) εως είκοσι τέσσερις και υπό προϋποθέσεις έως εξήντα (60).
β) Απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων της ρύθμισης. Συγκεκριμένα, οι ρυθμιζόμενες οφειλές καταβάλλονται :
i) εφάπαξ, με απαλλαγή ποσοστού 100τοις εκατό των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής,
ii) από δύο (2) μέχρι δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή ποσοστού ενενήντα τοις εκατό (90 τοις εκατό) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής,
iii) από δεκατρείς (13) μέχρι είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή ποσοστού εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75τοις εκατό) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής,
iv) από είκοσι πέντε (25) μέχρι τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή ποσοστού εξήντα τοις εκατό (60 τοις εκατό) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής,
v) από τριάντα επτά (37) μέχρι σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή ποσοστού σαράντα πέντε τοις εκατό (45τοις εκατό) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής,
vi) από σαράντα εννέα (49) μέχρι εξήντα (60) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή ποσοστού είκοσι πέντε τοις εκατό (25τοις εκατό) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής.
Το συνολικό ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των εκατό (100) ευρώ.
Ως προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, για την εφαρμογή των απαλλαγών των περιπτώσεων β έως στ, λογίζονται σε κάθε περίπτωση, οι αναλογούσες προσαυξήσεις της υπό ρύθμιση βασικής οφειλής, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης της ρύθμισης. Οι οφειλές που θα υπαχθούν στη ρύθμιση δεν επιβαρύνονται περαιτέρω με προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής μέχρι την εξόφλησή τους.
4. Απώλεια της ρύθμισης.
Απώλεια της ρύθμισης και των ευεργετημάτων αυτής επέρχεται όταν ο οφειλέτης δεν καταβάλει εμπρόθεσμα τρείς συνεχείς μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή της προτελευταίας ή της τελευταίας δόσης της ρύθμισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών.
5. Χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας κατά τη διάρκεια της ρύθμισης:
α) Στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση δύναται να χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των οφειλών του προς το Δημόσιο μηνιαίας διάρκειας, εφόσον είναι ενήμερος και σε τυχόν άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές και συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 26 ν. 1882/1990, όπως ισχύει σήμερα, με την επιφύλαξη της εφαρμογής της παρακάτω παραγράφου 5β.
Σημειώνεται ότι, στην περίπτωση που χορηγηθεί αποδεικτικό ενημερότητας με παρακράτηση του συνόλου της οφειλής, το οποίο και θα εξοφλήσει το σύνολο της υπαχθείσας σε ρύθμιση οφειλής, ο οφειλέτης θα τύχει απαλλαγής κατά ποσοστό επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των δόσεων που τελικά διαμορφώνεται.
β) Εφαρμογή διατάξεων άρθρου 20 ν. 2648/98, όπως ισχύουν:
- Αν πρόκειται για αίτημα χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ μπορεί να αρνηθεί τη χορήγησή του, εφόσον δεν διασφαλίζονται τα συμφέροντα του Δημοσίου, ή ορίζεται ποσοστό παρακράτησης μέρους ή του συνόλου του εισπραττόμενου τιμήματος.
- Αν πρόκειται για είσπραξη χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτου για την είσπραξη της οποίας ζητείται το αποδεικτικό ενημερότητας, παρακρατείται μέρος ή το σύνολο της απαίτησης που θα εισπραχθεί το οποίο ορίζεται κατά την κρίση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ..
-Η ρύθμιση οφειλών στην οποία υπάγεται οφειλέτης λόγω οικονομικής αδυναμίας δεν επηρεάζει το συμψηφισμό απαίτησης του οφειλέτη κατά του Δημοσίου, το δε ποσό της απαίτησης αυτής συμψηφίζεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου ολόκληρο και μέχρι το μέρος που καλύπτει την οφειλή.
6. Μέτρα.
Στον οφειλέτη που έχει υπαχθεί στη ρύθμιση:
- Αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 1882/1990, όπως ισχύει σήμερα, ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται.
- Αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων (έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού), εφόσον η εκτέλεση αφορά μόνο ρυθμισμένα χρέη.
- Δεν αναστέλλονται οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ούτε στις περιπτώσεις που έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες κατάσχεσης, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές θα καλύπτουν δόση ή δόσεις της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν υπαχθεί στην παρούσα ρύθμιση.
Η συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση δεν εμποδίζει το Δημόσιο προς διασφάλιση της οφειλής να επιβάλει κατασχέσεις και να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη των συνυπόχρεων ή των εγγυητών, εφόσον το χρέος δεν είναι ασφαλισμένο. Επίσης δεν αναστέλλεται η ποινική διαδικασία σε βάρος των υπευθύνων κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 1882/1990, όπως ισχύει σήμερα.
Σημειώνεται ότι, αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
7. Αναστολή παραγραφής.
Η παραγραφή των χρεών για τα οποία υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη της τελευταίας δόσης αυτής.
8. Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης.
α) Κατά την ημέρα υποβολής της αίτησης καταβάλλεται η πρώτη δόση της ρύθμισης, ή πραγματοποιείται η εφάπαξ εξόφληση χωρίς να απαιτείται καταβολή παραβόλου.
β) Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών.
γ) Η καθυστέρηση καταβολής μιας δόσης της ρύθμισης έχει ως συνέπεια την επιβάρυνση της δόσης αυτής με ένα τοις εκατό (1 τοις εκατό) προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής για κάθε μήνα καθυστέρησης.
δ) Εφόσον ο οφειλέτης επιθυμεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης να εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών, του παρέχεται η δυνατότητα χορήγησης απαλλαγής κατά ποσοστό επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται.