της Ελένης Γεωργακάκη, Φοιτήτρια Φιλοσοφικής
κόσμο «απολιθωμένο», χωρίς συνέχεια, του οποίου οι συνήθειες, ο τρόπος σκέψης, δράσης και συμπεριφοράς ουδεμία σχέση έχουν με τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα.
Η αλήθεια όμως, όσο και αν επιθυμούν κάποιοι να την παραποιήσουν, γιατί αυτό βολεύει τα σχέδιά τους, ξεπηδά «απειλητική» για να αποκαταστήσει την τάξη και να υπενθυμίσει στους Έλληνες ότι είναι υποχρεωμένοι να παραδώσουν στους επόμενους ό,τι κληρονόμησαν από τους προηγουμένους – προγόνους τους.
Άλλωστε αρκετοί ξένοι μελετητές συμφωνούν με τη συγκεκριμένη άποψη, όπως ο Γερμανός Ιστορικός και Αρχαιολόγος, Ερνστ Κούρτιους, ο οποίος μίλησε στο παρελθόν για «την ενότητα του ελληνικού χαρακτήρα δια μέσου της ομοιότητας του βίου και των εκφράσεων από την αρχαιότητα ως τους νεώτερους χρόνους». Αλλά και ο Ρόμπερ Φλασελιέρ στο βιβλίο του «ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των αρχαίων Ελλήνων» διαπιστώνει: «αυτός ο ελληνικός λαός… δεν άλλαξε από τότε…»
Στο συγκεκριμένο κείμενο, θέλοντας να δώσω ένα μικρό δείγμα της πολύχρονης συνέχειας της φυλής μας, θα προσπαθήσω να αναδείξω τις ομοιότητες της καθημερινότητας του τότε και του τώρα.
Οι Αρχαίοι Έλληνες ήταν ιδιαιτέρως φιλέορτοι, όπως και οι σύγχρονοι. Γλεντούσαν σε συμπόσια, σε συγκεντρώσεις και σε φαγοπότια. Έτρωγαν κρέας, ψάρι, οβελίσκους (το σημερινό σουβλάκι), πατσά -ἢνυστρον-, κοκορέτσι -μίμαρκυ- και συνόδευαν το φαγητό τους με παγωμένο κρασί. Κατά τη διάρκεια των γλεντιών έστηναν κυκλικούς χορούς, όπως μπάλλους (βαλλισμούς) και συρτάκι (τήν τῶν συρτῶν πάτριον ὂρχησιν) και η διασκέδαση συνεχιζόταν μέχρι πρωίας. Τραγουδούσαν τραγούδια των οποίων κάποιοι στίχοι μοιάζουν με σημερινούς: «γενοίμαν αἰετός ὑψιπέτας» (να ήμουν αητός να πέταγα…) Πέραν όμως των τραγουδιών, έλεγαν και πολλές παροιμίες και μαντινάδες. «Μη μέγα λέγε» (μεγάλο λόγο μη λες), «ἐμπτύει αὐτοῖς ὠς μη βασκανθῶσι» (φτου να μη βασκαθεί), «ἂπτεσθαι ξύλου» (χτύπα ξύλο), και άλλες πολλές.. Αλλά και τα πειράγματα μεταξύ φίλων δεν διέφεραν και πολύ από τα σημερινά, καθώς αποκαλούσαν ο ένας τον άλλον μαλακίωνα και πέπονα (μαλακός, όπως το πεπόνι).
Οι άντρες περνούσαν πολύ χρόνο στα γυμναστήρια, θεωρώντας άκρως σημαντική την σωματική υγεία, ενώ οι γυναίκες φρόντιζαν ιδιαιτέρως τον καλλωπισμό τους (φορούσαν πολλά κοσμήματα, ψηλά τακούνια «κρηπίδες» και εντυπωσιακά ενδύματα).
Ένα ακόμη διαχρονικό γνώρισμα των Ελλήνων που απαντά εδώ και χιλιάδες χρόνια, ακόμα και στο πιο μικρό και απομακρυσμένο χωριό της χώρας μας είναι ο θεσμός της φιλοξενίας. Οι Έλληνες από τα αρχαιότερα χρόνια τιμούσαν ιδιαιτέρως τους φιλοξενούμενούς τους, από τη στιγμή που δεν έρχονταν με εχθρικές διαθέσεις. Ιδιαίτερη μνεία χρήζει η φιλοξενία μεταξύ Ελλήνων. Οι οικοδεσπότες (πχ. Αθηναίοι) κερνούσαν άφθονο φαγητό και κρασί τους ξένους (πχ. Ικαριώτες), τους έδιναν δώρα και σε πολλές περιπτώσεις μεριμνούσαν και για την ασφαλή επιστροφή τους. Απόδειξη αποτελεί το γνωμικό «ξένους ξένιζε και συ γαρ ξένος ἒση» (τους ξένους να τους φιλοξενείς, γιατί κάποτε κι εσύ θα υπάρξεις ξένος). Αλλά και οι φιλοξενούμενοι από τη μεριά τους σέβονταν τους οικοδεσπότες και τους προσέφεραν και αυτοί δώρα, όπως ακριβώς και εμείς σήμερα.
Κοινά είναι επίσης και πολλά ήθη και έθιμα, τα οποία απαντούν και στις μέρες μας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το ποδαρικό που έκαναν στα νέα σπίτια. Αξιοσημείωτο είναι και το έθιμο του επιταφίου, που σε περιοχές όπως η Ύδρα, μπαίνει μες στη θάλασσα και το οποίο πραγματοποιούταν και στην αρχαιότητα.
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν ακόμη «σκηνές» σε διάφορες γωνιές, στις οποίες πωλούσαν ψιλικά είδη. Δεν είναι επομένως τυχαίο το γεγονός ότι μόνο στην Ελλάδα υπάρχουν τόσα πολλά περίπτερα ακόμα και σήμερα.
Ωστόσο μαζί με τα θετικά στοιχεία που πέρασαν γενιά με γενιά στην σημερινή Ελλάδα, πέρασαν και κάποια αρνητικά, όπως είναι φυσικό. Κραυγαλέο και επίκαιρο παράδειγμα είναι αφ’ ενός η κατασκευή αυθαιρέτων οικημάτων εκτός σχεδίου, πράγμα το οποίο καταγγέλει και ο Παυσανίας: «οι δε μικροί δῆμοι της Αττικής, ὠς ἒτυχεν έκαστος οἱκισθείς» και αφ’ ετέρου το «κράξιμο» και η αποδοκιμασία σε συνδυασμό με ανάρμοστη φρασεολογία, που βίωνε κάποιος πρέσβης στην περίπτωση που δεν ικανοποιούσε το ακροατήριο στην αγορά. Το επιβεβαιώνει και ο Πλούταρχος «ἐκεκράγεσαν τους πρέσβεις ἐν τῆ ἐγορᾶ». Επίσης υπήρχαν πολλού είδους κλοπές και υπεξαιρέσεις καθώς και επεισόδια βίας με τραυματισμούς ή και θανάτους. Οι αναμετρήσεις ανάμεσα στις αθηναϊκές φατρίες π.χ. κάποιες φορές αποδείχτηκαν πολύ σκληρές.
Πολλά κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας. Όλα μαζί σηματοδοτούν το ελληνικό έθνος και το κρατούν αναλλοίωτο στο πέρασμα του χρόνου. Η όποια προσπάθεια διαστρλέβλωσης της πορείας και των επιτευγμάτων του έχει ως κύριο στόχο τον αποπροσανατολισμό και τη λήθη.
Σίγουρα η σημερινή κατάσταση της χώρας οφείλεται κυρίως σε δικά μας λάθη, αφού ο μεγαλύτερος εχθρός του Έλληνα, είναι ο ανόητος, εγωιστής και ψωροπερήφανος εαυτός του. Αυτό, ωστόσο, δεν ακυρώνει την δύναμη, την οποία κρύβει ο Ελληνισμός μέσα του. Αρκεί η μαγιά, όπως αναφέρει ο μεγάλος Μακρυγιάννης, να ξαναφουντώσει, για να επικαλύψει το όλον.
Μερικοί επιμένουν ότι οι σημερινοί Έλληνες δεν έχουμε σχέση με τις λαμπρές εποχές του Ελληνισμού. Και όμως έχουμε σχέση και στα καλά και στα κακά. Άλλωστε και παλιά υπήρχε διαπλοκή, αλλιώς ο Σωκράτης δεν θα καταδικαζόταν ούτε ο Αριστείδης θα εξοριζόταν.
Σ’ αυτή τη χώρα ανέκαθεν λαμβάνει χώρα μια μάχη. Αυτή των απογόνων του Σωκράτη και των δολοφόνων του. Το καλό πρόσωπο των Ελλήνων θα φανεί, αρκεί να ξαναθυμηθούμε ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε σε όλους τους τομείς.