Πώς ο 19χρονος έβλεπε τον φίλο του να τσακίζεται στους βράχους πέφτοντας στον γκρεμό.
Υπήρξαν πολλές στιγμές που κρεμασμένος με γυμνά χέρια στα απόκρημνα βράχια ο Μάριους Χοφτ πίστεψε πώς η ζωή του είχε τελειώσει. Κι ας ήταν μόλις 19 ετών. Μεγαλύτερη φρίκη και από την ιδέα του θανάτου, όμως, του προξενούσε η σκέψη ότι στην προσπάθειά του να γλιτώσει τους πυροβολισμούς του μανιακού δολοφόνου, θα έβρισκε πιο άσχημο θάνατο πέφτοντας στον γκρεμό…
Ο 19χρονος τελικά γλίτωσε τη σφαγή του Αντερς Μπρέιβικ αλλά μόλις οι διασώστες τον ανέβασαν με σχοινί σε ασφαλές μέρoς λιποθύμησε. Περισσότεροι από 69 άνθρωποι είχαν σφαγιαστεί στο καμπ του μικρού νησιού Ουτόγια και ο καλύτερός του φίλος Αντρέας Ντάλμπι Γκρόνεσμπι είχε βρει τραγικό θάνατο μπροστά στα μάτια του.
Είχαν σκαρφαλώσει μαζί για να σωθούν αλλά ο Αντερς γλίστρησε με αποτέλεσμα να τσακιστεί στους βράχους. Δεν μπορούσε, όμως, ούτε να φωνάξει, ούτε να κλάψει καθώς ο φρικτός ήχος των πυροβολισμών τον υποχρέωνε να μείνει ακίνητος από τον φόβο.
Η κατάθεση του Χοφτ ήταν σίγουρα από τις πιο δραματικές στη δίκη του -ατάραχου σε όλη σχεδόν τη διαδικασία- Μπρέιβικ στη νορβηγική πρωτεύουσα.
«Αρχισα να κλαίω αλλά αποφάσισα να κρατήσω τα δάκρυά μου γιατί ήθελα να επιβιώσω. Σκεφτόμουν συνέχεια τη μαμά μου», κατέθεσε ο 19χρονος Χοφτ ο οποίος ταλαιπωρείται από αϋπνίες και δεν μπορεί ούτε να εργαστεί ούτε να διαβάσει τα μαθήματά του για το πανεπιστήμιο μετά τη σφαγή στην οποία έγινε μάρτυρας.