Τό κατεστημένο τής έξουσίας χρησιμοποιεί πολλά μέσα, γιά νά έπιβιώνη. "Ολα τείνουν πρός τον ίδιο σκοπό: την έξουδετέρωση εκείνην πού...
βρίσκονται εκτός Κατεστημένου καί τήν ματαίωση κάθε προσπάθειας πού θά μπορούσε νά γίνη έκ μέρους τους γιά τήν Αμφισβήτηση ή τήν Ανατροπή του. Μέ τον νοσηρό Εγωισμό του, τό Κατεστημένο θεωρεί έχθρούς και «Απειλή» τους πάντες, έκτος Από τον ίδιο τον έαυτό του. Μεταξύ των εχθρών του, ό πιο ιδιότυπος είναι ό Ανώνυμος λαός, ή Απρόσωπη μάζα, πού Αποτελεί τό έμψυχο υπόβαθρο κάθε Εθνους.
Ό λαός είναι ό πιο εΰτρωτος εχθρός Απ’ δλους τούς έχθρούς τών κρατουντών, σ’ δλες τις έποχές καί σ’ δλους τούς χώρους. Μοιάζει μ' ένα γιγάντιο νήπιο. Διαθέτει τεράστια δύναμη, άλλά δέν είναι ικανός να τήν χρησιμοποήση. Καί άν ποτέ τήν χρησιμοποιήση, Θά τήν σπαταλήση Ασκοπα. «Διαμορφώνεται» ευκολα καί του Αρέσουν τά παραμύθια. Εχει συνεχώς Ανάγκη Από ένα κηδεμόνα, ένα προστάτη. Συναισθάνεται, ένθουσιάζεται, Αλλά δέν έχει κρίση. Εντυπωσιάζεται άπό τά πυροτεχνήματα καί τις ταχυδακτυλουργίες. Καί κλαίει δταν πεινάη, διότι ή μεγάλη του Αδυναμία είναι τό φαί. Τρελλαίνεται έπίσης γιά τά φανταχτερά πραγματάκια. Καί ζητάει συνεχώς όμορφα μπιχλιμπίδια.
Γνωρίζοντας καλά τήν μεγάλη αύτή Αδυναμία του λαοϋ, ή έξ- ουσία μεταξύ τών άλλων τρόπων πού χρησιμοποιεί γιά νά τόν κρα- τάη ύπάκουο — βία, δόλος, παραπλάνηση, «παραμύθια», φοβέρα— έφαρμόζει σέ εύρεία έκταση τήν μέθοδο του έκ-β ιάσιμου: «Θά σου δίνω λεφτά γιά νά τρώς καί νά Αγοράζης ώραΐα πράματα, μόνον δταν είσαι ύπάκουο παιδί».
"Έχοντας κάτω άπό τόν πλήρη έλεγχό του τά ύλικα μέσα —τεχνολογία καί πλοΰτο— τό Κατεστημένο διαθέτει πράγματι τό πιο άποτελεσματικό δπλο για να 'δουλαγωγή τούς λαούς: τό δπλο τών υλικών παροχών.
Ό έξουσιαζόμενος καί έξαρτώμενος πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά άνθρωπος —-καί τέτοιοι είναι δλοι δσοι βρίσκονται έκτός Κατεστημένου, δηλαδή ή μέγιστη πλειονότητα τών άτόμων— παρασυράμενος άπό τό δόλωμα τής υλης, ύποκύπτει σχεδόν πάντοτε στόν έκβιασμό. 'Αντιλαμβάνεται, δτι γιά νά «ζήση», για να «προκόψη», γιά νά «σταδιοδρομήση», πρέπει νά είναι ευπειθής. ’Αλλοιώς, ot «κηδεμόνες» πού κρατάνε τά κλειδιά του ταμείου, δέν θά του δώσουν τίποτε.
Μέ τον άπέραντο κυνισμό τους οΐ κρατούντες κάνουν ο,τι μπορούν, γιά νά ένισχύσουν την δίψα γιά τήν ΰλη πού χαρακτηρίζει τούς λαούς. Οί βιτρίνες του τεχνολογικού πολιτισμού τής έποχής μας άστραποβολουν άπό σωρούς διαφόρων πραγμάτων — χρήσιμων ή άχρηστων— πού καθένα άπ' αυτά Αντιπροσωπεύει κι £να μεγάλο πειρασμό γιά τά άτομα. "Οπως οί ψιλικατζήδες καί οί πωλητές παιδικών είδών καί παιχνιδιών έκθέτσυν δσο μπορούν πιό προκλητικά τό έμπόρευμά τους, γιά νά τραβήξουν τήν προσοχή τών άνήλικων πελατών τους, έτσι και τό Κατεστημένο, μέ τή βοήθεια τής έλιεγχό- μενης άπ’ αύτό τεχνολογίας, προωθεί μέ δλα τά μέσα τή μαζική παραγωγή υλικών άγαθών πού προορίζονται γιά νά άνοίξουν τήν όρεξη τών δουλών του.
Ταυτόχρονα διαφημίζει μ' όλαυς τούς τρόπους τις άνέσείς καί τήν ώραία ζωή πού έξασφαλίζουν τά άγαθά αύτά —πού μπορεΐ νά καλύπτουν πραγματικές άνάγκες, άλλά καί μπορεΐ νά μήν προσφέρουν κανένα ωφέλημα σ’ αυτούς πού τά άποκτουν. "Ολες οί άποχρώσεις του, άπό τή μαρξιστική μέχρι τήν καπιταλιστική, όταν μιλάν στούς ύπηκόους τους, μόνο στό στομάχι τους άπευθύνονται καί ποτέ στον έγκέφαλο ή τήν ψυχή τους. Οικονομική άνάπτυξη. ύλική ευημερία, κοινωνική «δικαιοσύνη», αύξήσεις μισθών καί λοιπά παρόμοια είναι τά μόνα πράγματα πού υπάρχουν σ’ δλα τά πολιτικά προγράμματα δλων τών έξουσιαστικών καθεστώτων του κόσμου.
Ετσι ή δίψα γιά τήν άπόκτηση υλικών άγαθών πήρε στήν έποχή μας τις διαστάσεις μαζικής ύστερίας. Πρόκειται γιά τό φαινόμενο του Καταναλωτισμού, πού δεν συνιστα άπλώς «τρόπο ζωής», άλλά τείνει νά πάρη τήν μορφή «κοσμοθεωρίας» γιά τον σύγχρονο άνθρωπο.
Ό «καταναλωτικός άνθρωπος» διακατέχεται μόνιμα άπό τόν πυρετό τής άπληστίας. "Ολες του οί σκέψεις, οί ένέργειες, τά όνειρά του άναφέρονται στήν έξεύρεση χρημάτων για την Εξασφάλιση «ανέσεων», πσύ κατά τη γνώμη του είναι «Απαραίτητες γιά νά ζήση». Οί «άνέσεις» αυτές δέν Επιτυγχάνονται ποτέ. "Οταν άποκτά σπίτι, όνειρεύεται ενα μεγαλύτερο καί πολυτελέστερο. "Οταν τό ά- ποκτά καί αυτό, έπιδιώκει τήν κατασκευή μιας βίλλας σέ κάποια έξοχική περιοχή. "Οταν άποκτά αυτοκίνητο, θέλει να μεγαλύτερο και καλύτερο. "Οταν τό άγοράζη κι' αυτό, θέλει ένα κότερο. "Υστερα ενα Ιδιωτικό άεροπλάνο. Καί ούτω καθεξής. Είναι φανερό, δτι ή καταναλωτική υστερία 'δεν όφείλεται στή φυσιολογική τάση του άν- ϋρώπου για κάλυψη των φυσικών του άναγκών. Άλλα πρόκειται γιά διαστροφή, έφ’ δσον τά περισσότερα υλικά άγαθά πού έπιδιώκει νά άποκτήση μόνο φανταστικές άνάγκες του έξυπηρετουν.
Στο ξέφρενο κυνήγι τής υλης ό «καταναλωτικός άνθρωπος» δεν εχει φραγμούς. Πουλά έκατό φορές τήν ήμέρα τήν τιμή του, τήν άξιοπρέπειά του, τις ιδέες του, θυσιάζοντάς τα σάν τίμημα της ύλικής του «ευδαιμονίας». Ή υλη άποτελεΐ γι’ αύτόν τόν άνώτατο σκοπό και δλα τά μή υλικά είναι άπλώς «μέσα» ή τίποτα.
Μ’ αυτές τις συνθήκες καί μ' αύτό τό ύλιστικό «Ιδανικό», που έχει τοποθετήσει στην κορυφή τής πυραμίδας των «άξιων» της, ή «Καταναλωτική Κοινωνία», ή τελευταία μορφή τής λογοκρατικής κοινωνίας, μεταβάλλεται σ’ εναν έσμό δωροδοκούντων καί δωροληπτών, σαλταδόρων καί καρριεριστών, άπατεώνων, καί έκβιαστών καί σέ τελευταία άνάλυση σέ μιά άπειροπληθή άγέλη άνδραπόδων, τυφλά κινουμένων πλασμάτων. Ή Εξουσία είναι ή Κίρκη πού ακουμπά μέ τό μαγικό ραβδί της τούς άνθρώπους και τούς μεταμορ-φώνει σέ χοίρους. Οί «καταναλωτικοί άνθρωποι» δέν σκέπτονται, δεν έχουν τιμή, δέν έχουν ίδέες, δέν έχουν κάποιο σταθερό σημείο άναφοράς ατή ζωή τους. Και σάν «πόρνες» έκδίδονται πρόθυμα σ> όποιονδήποτε τούς άμείβει, δηλαδή στούς κρατούντες.
Είναι αυτονόητο, δτι μιά τέτοια κοινωνία είναι ή πιο εύκολοκυβέρνητη όλότητα πού θά (μπορούσε νά έπιθυμήση τό Κατεστημένο. Καθώς οί μάζες δέν έχουν καιρό νά σκεφθοϋν τίποτε άλλο έκτός άπό τήν ολη, οί κρατούντες προμηθεύουν σ’ αυτές τή «σκέψη» πού τούς ίδιους συμφέρει. «Σκεπτόμενο πριν άττό μάς, γιά μάς», τό Κατεστημένο μάς προσφέρει, μέ τά άπειρα τεχνικά μέσα πλυσεως έγκεφά* λων πού διαθέτει, ετοιμες «λύσεις» γιά -ολα τά προβλήματα πού μάς άπασχολοΟν: άταμικά, κοινωνικά, καλλιτεχνικά, οικονομικά, Iδεολογικά, θρησκευτικά, πολιτικά, άκόμη και σεξουαλικά. Καί έτσι οί λαοί, αν κάποτε έπιδιώκουν κάποΐα λύση σέ κάποιο πρόβλημα ή «λύση» αύτή είναι πάντοτε δογματική, προγραμματισμένη καί «υπαγορευμένη» προ πολλοϋ άπό τό Κατεστημένο —καί φυσικά ποτέ δεν είναι λύση.
Αυτό πού συμβαίνει στο έπίπεδο των άτόμων, Ισχύει Απαράλλακτα καί στο έπίπεδο των Εθνών. Ή άόρατη Διεθνής ’Εξουσιαστική Κλίκα πού κυβερνά τον Κόσμο, έχοντας στά χέρια της τόν άπό- λυτο έλεγχο του πλούτου καί τής τεχνολογίας, έκβιάζει τά νΕθνη, λέγοντάς τους δ,τι λέει καί στά άτομα: «Θά σάς βοηθήσω οικονομικά καί τεχνολογικά, μόνον όταν εΐαθε υπάκουα». "Οπως τά άτομα υποτάσσονται, έτσι καί τά νΕθνη άναγκάζονται νά ύποδουλωθοϋν. Γιά χάρη τής ί'δέας τής «οικονομικής άναπτύξεως» (πού είναι σάν τό καταναλωτικό «πνεύμα» των άτόμων, διότι, δπως αυτό, έτσι καί έκείνη, δεν Ικανοποιείται ποτέ) τά Εθνη έγκατα λείπουν τά ιδανικά τους καί παραδίδονται έρμαια στον διεθνισμό και τόν κοσμοπολιτισμό του Κατεστημένου. Ή υστερία τής «οικονομικής άναπτύξεως», πού έχει «υποβάλει» στά νΕθνη ή Διεθνής Εξουσία, είναι 'ένας άπό τούς βαθύτερους λόγους τής φθοράς του έθνικου Ιδανικού καί τής έκπορνεύσεως των έθνικών άξιων καί άρετών, δπως ή υστερία του Καταναλωτισμού είναι ένας άπό τούς βαθύτερους λόγους τής ήθικής έκπορνεύσεως των κοινωνιών καί τών άτόμων. Καί είναι άλήθεια, αυτό πού έκ πρώτης όψεως φαίνεται παράλογο: Τό άτέλειωτο καί στούς αιώνες τών αιώνων άπιαστο όνειρο τής «οίκονομικής άναπτύξεως», αύτή ή διηνεκώς διαφεύγουσα χίμαιρα, είναι στήν πραγματικότητα ή θανατηφόρα άρρώστια κάθε "Έθνους καί ό άπόκρυφος δολοφόνος τής έλευθερίάς του.
Ή καταναλωτική άλλοτρίωση καί ό ήθικός εύτελισμός τών άτόμων καί τών κοινωνιών θά μπορούσαν νά είχαν κάποιο έλαφρυντικό, κάποιο «πλεονέκτημα», χάριν του όποιου νά τούς συγχωρηθή ή καταστροφή πού προξενούν στόν πολιτισμό τής άνθρωπότητας: την ευδαιμονία τού άνθρώπου. ’Αλλά, δυστυχώς, δέν ύπάρχει αύτό τό έλαφρυντικό. Ό «καταναλωτικός άνθρωπος» έκτος του δτι είναι «ό πιο ύποδουλωμένος, ό πιό άτιμος, ό πιο άποβλακωμένος καί ό πιο άποκτηνωμένος άνθρωπος δλων τών έποχών», είναι ταυτόχρονα καί ό πιό δυστυχής. Τό άγχος, ό παραλογισμός καί οί παρακρούσεις, οί «υποχθόνιοι» φόβοι καί ή άπερίγραπτη ματαιότητα πού τόν συνοδεύουν σάν φαντάσματα σέ κάθε του 6ήμα, μετατρέπουν τη ζωή του σέ κόλαση. "Έχοντας χάσει τήν αίσθηση του μέτρου, κατρακυλά όλοένα καί πιό βαθειά στο ερεβος καί στή δίνη τής υστερίας ταυ. Αιχμάλωτος, δέσμιος ένός ύποβολιμαίου «Ιδανικού», πού είναι άπλώς παγίδα πού του στήνουν οί έξουσιαστές, αισθάνεται ίσως ύποσυνείδητα τήν κατάντια του, διαβλέπει δτι ό δρόμος του δέν εχει κανένα τέρμα καί σέρνει τον σταυρό του άνεβαίνοντας σ' ενα Γολγοθά, πού κι αυτός δεν 2χει κανένα νόημα καί δέν θά δρή καμμιά δικαίωση.
Ό άνθρωπος αύτοτιμωρείται, γιατί παραβίασε τήν ίδια τη φύση του. Άπό δυσυπόστατο δν, δηλαδή άπό είδος μέ υλικές άνάγκες άλλά και μέ άνώτερες, πνευματικές Ιδιότητες, μεταβάλλεται άφύ- σικα σέ μονοδιάστατο τέρας. Απέβαλε τόν Ιδεαλισμό πού ύπάρχει μέσα στη φύση του καί περιωρίσθηκε στόν υλισμό, ύποβιβάζοντας άσπλαχνα τόν έαυτό του. Δέν του άπομένουν παρά δυο πράγματα: ή άποκατάσταση τής διφυούς άντότητάς του ή ή έκλειψή του άπό τήν έπιφάνεια τής Γης. Ή Μητέρα Φύση δέν συγχωρει ποτέ τά παιδιά της, δταν τήν προδίδουν.
Πηγή: Δημμήτρης Λάμπρου, Αναζήτηση, Δοκίμιο Ελληνικής Ιδεολογίας, Δαύλος 1981
gerasimos-politis.blogspot.com
βρίσκονται εκτός Κατεστημένου καί τήν ματαίωση κάθε προσπάθειας πού θά μπορούσε νά γίνη έκ μέρους τους γιά τήν Αμφισβήτηση ή τήν Ανατροπή του. Μέ τον νοσηρό Εγωισμό του, τό Κατεστημένο θεωρεί έχθρούς και «Απειλή» τους πάντες, έκτος Από τον ίδιο τον έαυτό του. Μεταξύ των εχθρών του, ό πιο ιδιότυπος είναι ό Ανώνυμος λαός, ή Απρόσωπη μάζα, πού Αποτελεί τό έμψυχο υπόβαθρο κάθε Εθνους.
Ό λαός είναι ό πιο εΰτρωτος εχθρός Απ’ δλους τούς έχθρούς τών κρατουντών, σ’ δλες τις έποχές καί σ’ δλους τούς χώρους. Μοιάζει μ' ένα γιγάντιο νήπιο. Διαθέτει τεράστια δύναμη, άλλά δέν είναι ικανός να τήν χρησιμοποήση. Καί άν ποτέ τήν χρησιμοποιήση, Θά τήν σπαταλήση Ασκοπα. «Διαμορφώνεται» ευκολα καί του Αρέσουν τά παραμύθια. Εχει συνεχώς Ανάγκη Από ένα κηδεμόνα, ένα προστάτη. Συναισθάνεται, ένθουσιάζεται, Αλλά δέν έχει κρίση. Εντυπωσιάζεται άπό τά πυροτεχνήματα καί τις ταχυδακτυλουργίες. Καί κλαίει δταν πεινάη, διότι ή μεγάλη του Αδυναμία είναι τό φαί. Τρελλαίνεται έπίσης γιά τά φανταχτερά πραγματάκια. Καί ζητάει συνεχώς όμορφα μπιχλιμπίδια.
Γνωρίζοντας καλά τήν μεγάλη αύτή Αδυναμία του λαοϋ, ή έξ- ουσία μεταξύ τών άλλων τρόπων πού χρησιμοποιεί γιά νά τόν κρα- τάη ύπάκουο — βία, δόλος, παραπλάνηση, «παραμύθια», φοβέρα— έφαρμόζει σέ εύρεία έκταση τήν μέθοδο του έκ-β ιάσιμου: «Θά σου δίνω λεφτά γιά νά τρώς καί νά Αγοράζης ώραΐα πράματα, μόνον δταν είσαι ύπάκουο παιδί».
"Έχοντας κάτω άπό τόν πλήρη έλεγχό του τά ύλικα μέσα —τεχνολογία καί πλοΰτο— τό Κατεστημένο διαθέτει πράγματι τό πιο άποτελεσματικό δπλο για να 'δουλαγωγή τούς λαούς: τό δπλο τών υλικών παροχών.
Ό έξουσιαζόμενος καί έξαρτώμενος πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά άνθρωπος —-καί τέτοιοι είναι δλοι δσοι βρίσκονται έκτός Κατεστημένου, δηλαδή ή μέγιστη πλειονότητα τών άτόμων— παρασυράμενος άπό τό δόλωμα τής υλης, ύποκύπτει σχεδόν πάντοτε στόν έκβιασμό. 'Αντιλαμβάνεται, δτι γιά νά «ζήση», για να «προκόψη», γιά νά «σταδιοδρομήση», πρέπει νά είναι ευπειθής. ’Αλλοιώς, ot «κηδεμόνες» πού κρατάνε τά κλειδιά του ταμείου, δέν θά του δώσουν τίποτε.
Μέ τον άπέραντο κυνισμό τους οΐ κρατούντες κάνουν ο,τι μπορούν, γιά νά ένισχύσουν την δίψα γιά τήν ΰλη πού χαρακτηρίζει τούς λαούς. Οί βιτρίνες του τεχνολογικού πολιτισμού τής έποχής μας άστραποβολουν άπό σωρούς διαφόρων πραγμάτων — χρήσιμων ή άχρηστων— πού καθένα άπ' αυτά Αντιπροσωπεύει κι £να μεγάλο πειρασμό γιά τά άτομα. "Οπως οί ψιλικατζήδες καί οί πωλητές παιδικών είδών καί παιχνιδιών έκθέτσυν δσο μπορούν πιό προκλητικά τό έμπόρευμά τους, γιά νά τραβήξουν τήν προσοχή τών άνήλικων πελατών τους, έτσι και τό Κατεστημένο, μέ τή βοήθεια τής έλιεγχό- μενης άπ’ αύτό τεχνολογίας, προωθεί μέ δλα τά μέσα τή μαζική παραγωγή υλικών άγαθών πού προορίζονται γιά νά άνοίξουν τήν όρεξη τών δουλών του.
Ταυτόχρονα διαφημίζει μ' όλαυς τούς τρόπους τις άνέσείς καί τήν ώραία ζωή πού έξασφαλίζουν τά άγαθά αύτά —πού μπορεΐ νά καλύπτουν πραγματικές άνάγκες, άλλά καί μπορεΐ νά μήν προσφέρουν κανένα ωφέλημα σ’ αυτούς πού τά άποκτουν. "Ολες οί άποχρώσεις του, άπό τή μαρξιστική μέχρι τήν καπιταλιστική, όταν μιλάν στούς ύπηκόους τους, μόνο στό στομάχι τους άπευθύνονται καί ποτέ στον έγκέφαλο ή τήν ψυχή τους. Οικονομική άνάπτυξη. ύλική ευημερία, κοινωνική «δικαιοσύνη», αύξήσεις μισθών καί λοιπά παρόμοια είναι τά μόνα πράγματα πού υπάρχουν σ’ δλα τά πολιτικά προγράμματα δλων τών έξουσιαστικών καθεστώτων του κόσμου.
Ετσι ή δίψα γιά τήν άπόκτηση υλικών άγαθών πήρε στήν έποχή μας τις διαστάσεις μαζικής ύστερίας. Πρόκειται γιά τό φαινόμενο του Καταναλωτισμού, πού δεν συνιστα άπλώς «τρόπο ζωής», άλλά τείνει νά πάρη τήν μορφή «κοσμοθεωρίας» γιά τον σύγχρονο άνθρωπο.
Ό «καταναλωτικός άνθρωπος» διακατέχεται μόνιμα άπό τόν πυρετό τής άπληστίας. "Ολες του οί σκέψεις, οί ένέργειες, τά όνειρά του άναφέρονται στήν έξεύρεση χρημάτων για την Εξασφάλιση «ανέσεων», πσύ κατά τη γνώμη του είναι «Απαραίτητες γιά νά ζήση». Οί «άνέσεις» αυτές δέν Επιτυγχάνονται ποτέ. "Οταν άποκτά σπίτι, όνειρεύεται ενα μεγαλύτερο καί πολυτελέστερο. "Οταν τό ά- ποκτά καί αυτό, έπιδιώκει τήν κατασκευή μιας βίλλας σέ κάποια έξοχική περιοχή. "Οταν άποκτά αυτοκίνητο, θέλει να μεγαλύτερο και καλύτερο. "Οταν τό άγοράζη κι' αυτό, θέλει ένα κότερο. "Υστερα ενα Ιδιωτικό άεροπλάνο. Καί ούτω καθεξής. Είναι φανερό, δτι ή καταναλωτική υστερία 'δεν όφείλεται στή φυσιολογική τάση του άν- ϋρώπου για κάλυψη των φυσικών του άναγκών. Άλλα πρόκειται γιά διαστροφή, έφ’ δσον τά περισσότερα υλικά άγαθά πού έπιδιώκει νά άποκτήση μόνο φανταστικές άνάγκες του έξυπηρετουν.
Στο ξέφρενο κυνήγι τής υλης ό «καταναλωτικός άνθρωπος» δεν εχει φραγμούς. Πουλά έκατό φορές τήν ήμέρα τήν τιμή του, τήν άξιοπρέπειά του, τις ιδέες του, θυσιάζοντάς τα σάν τίμημα της ύλικής του «ευδαιμονίας». Ή υλη άποτελεΐ γι’ αύτόν τόν άνώτατο σκοπό και δλα τά μή υλικά είναι άπλώς «μέσα» ή τίποτα.
Μ’ αυτές τις συνθήκες καί μ' αύτό τό ύλιστικό «Ιδανικό», που έχει τοποθετήσει στην κορυφή τής πυραμίδας των «άξιων» της, ή «Καταναλωτική Κοινωνία», ή τελευταία μορφή τής λογοκρατικής κοινωνίας, μεταβάλλεται σ’ εναν έσμό δωροδοκούντων καί δωροληπτών, σαλταδόρων καί καρριεριστών, άπατεώνων, καί έκβιαστών καί σέ τελευταία άνάλυση σέ μιά άπειροπληθή άγέλη άνδραπόδων, τυφλά κινουμένων πλασμάτων. Ή Εξουσία είναι ή Κίρκη πού ακουμπά μέ τό μαγικό ραβδί της τούς άνθρώπους και τούς μεταμορ-φώνει σέ χοίρους. Οί «καταναλωτικοί άνθρωποι» δέν σκέπτονται, δεν έχουν τιμή, δέν έχουν ίδέες, δέν έχουν κάποιο σταθερό σημείο άναφοράς ατή ζωή τους. Και σάν «πόρνες» έκδίδονται πρόθυμα σ> όποιονδήποτε τούς άμείβει, δηλαδή στούς κρατούντες.
Είναι αυτονόητο, δτι μιά τέτοια κοινωνία είναι ή πιο εύκολοκυβέρνητη όλότητα πού θά (μπορούσε νά έπιθυμήση τό Κατεστημένο. Καθώς οί μάζες δέν έχουν καιρό νά σκεφθοϋν τίποτε άλλο έκτός άπό τήν ολη, οί κρατούντες προμηθεύουν σ’ αυτές τή «σκέψη» πού τούς ίδιους συμφέρει. «Σκεπτόμενο πριν άττό μάς, γιά μάς», τό Κατεστημένο μάς προσφέρει, μέ τά άπειρα τεχνικά μέσα πλυσεως έγκεφά* λων πού διαθέτει, ετοιμες «λύσεις» γιά -ολα τά προβλήματα πού μάς άπασχολοΟν: άταμικά, κοινωνικά, καλλιτεχνικά, οικονομικά, Iδεολογικά, θρησκευτικά, πολιτικά, άκόμη και σεξουαλικά. Καί έτσι οί λαοί, αν κάποτε έπιδιώκουν κάποΐα λύση σέ κάποιο πρόβλημα ή «λύση» αύτή είναι πάντοτε δογματική, προγραμματισμένη καί «υπαγορευμένη» προ πολλοϋ άπό τό Κατεστημένο —καί φυσικά ποτέ δεν είναι λύση.
Αυτό πού συμβαίνει στο έπίπεδο των άτόμων, Ισχύει Απαράλλακτα καί στο έπίπεδο των Εθνών. Ή άόρατη Διεθνής ’Εξουσιαστική Κλίκα πού κυβερνά τον Κόσμο, έχοντας στά χέρια της τόν άπό- λυτο έλεγχο του πλούτου καί τής τεχνολογίας, έκβιάζει τά νΕθνη, λέγοντάς τους δ,τι λέει καί στά άτομα: «Θά σάς βοηθήσω οικονομικά καί τεχνολογικά, μόνον όταν εΐαθε υπάκουα». "Οπως τά άτομα υποτάσσονται, έτσι καί τά νΕθνη άναγκάζονται νά ύποδουλωθοϋν. Γιά χάρη τής ί'δέας τής «οικονομικής άναπτύξεως» (πού είναι σάν τό καταναλωτικό «πνεύμα» των άτόμων, διότι, δπως αυτό, έτσι καί έκείνη, δεν Ικανοποιείται ποτέ) τά Εθνη έγκατα λείπουν τά ιδανικά τους καί παραδίδονται έρμαια στον διεθνισμό και τόν κοσμοπολιτισμό του Κατεστημένου. Ή υστερία τής «οικονομικής άναπτύξεως», πού έχει «υποβάλει» στά νΕθνη ή Διεθνής Εξουσία, είναι 'ένας άπό τούς βαθύτερους λόγους τής φθοράς του έθνικου Ιδανικού καί τής έκπορνεύσεως των έθνικών άξιων καί άρετών, δπως ή υστερία του Καταναλωτισμού είναι ένας άπό τούς βαθύτερους λόγους τής ήθικής έκπορνεύσεως των κοινωνιών καί τών άτόμων. Καί είναι άλήθεια, αυτό πού έκ πρώτης όψεως φαίνεται παράλογο: Τό άτέλειωτο καί στούς αιώνες τών αιώνων άπιαστο όνειρο τής «οίκονομικής άναπτύξεως», αύτή ή διηνεκώς διαφεύγουσα χίμαιρα, είναι στήν πραγματικότητα ή θανατηφόρα άρρώστια κάθε "Έθνους καί ό άπόκρυφος δολοφόνος τής έλευθερίάς του.
Ή καταναλωτική άλλοτρίωση καί ό ήθικός εύτελισμός τών άτόμων καί τών κοινωνιών θά μπορούσαν νά είχαν κάποιο έλαφρυντικό, κάποιο «πλεονέκτημα», χάριν του όποιου νά τούς συγχωρηθή ή καταστροφή πού προξενούν στόν πολιτισμό τής άνθρωπότητας: την ευδαιμονία τού άνθρώπου. ’Αλλά, δυστυχώς, δέν ύπάρχει αύτό τό έλαφρυντικό. Ό «καταναλωτικός άνθρωπος» έκτος του δτι είναι «ό πιο ύποδουλωμένος, ό πιό άτιμος, ό πιο άποβλακωμένος καί ό πιο άποκτηνωμένος άνθρωπος δλων τών έποχών», είναι ταυτόχρονα καί ό πιό δυστυχής. Τό άγχος, ό παραλογισμός καί οί παρακρούσεις, οί «υποχθόνιοι» φόβοι καί ή άπερίγραπτη ματαιότητα πού τόν συνοδεύουν σάν φαντάσματα σέ κάθε του 6ήμα, μετατρέπουν τη ζωή του σέ κόλαση. "Έχοντας χάσει τήν αίσθηση του μέτρου, κατρακυλά όλοένα καί πιό βαθειά στο ερεβος καί στή δίνη τής υστερίας ταυ. Αιχμάλωτος, δέσμιος ένός ύποβολιμαίου «Ιδανικού», πού είναι άπλώς παγίδα πού του στήνουν οί έξουσιαστές, αισθάνεται ίσως ύποσυνείδητα τήν κατάντια του, διαβλέπει δτι ό δρόμος του δέν εχει κανένα τέρμα καί σέρνει τον σταυρό του άνεβαίνοντας σ' ενα Γολγοθά, πού κι αυτός δεν 2χει κανένα νόημα καί δέν θά δρή καμμιά δικαίωση.
Ό άνθρωπος αύτοτιμωρείται, γιατί παραβίασε τήν ίδια τη φύση του. Άπό δυσυπόστατο δν, δηλαδή άπό είδος μέ υλικές άνάγκες άλλά και μέ άνώτερες, πνευματικές Ιδιότητες, μεταβάλλεται άφύ- σικα σέ μονοδιάστατο τέρας. Απέβαλε τόν Ιδεαλισμό πού ύπάρχει μέσα στη φύση του καί περιωρίσθηκε στόν υλισμό, ύποβιβάζοντας άσπλαχνα τόν έαυτό του. Δέν του άπομένουν παρά δυο πράγματα: ή άποκατάσταση τής διφυούς άντότητάς του ή ή έκλειψή του άπό τήν έπιφάνεια τής Γης. Ή Μητέρα Φύση δέν συγχωρει ποτέ τά παιδιά της, δταν τήν προδίδουν.
Πηγή: Δημμήτρης Λάμπρου, Αναζήτηση, Δοκίμιο Ελληνικής Ιδεολογίας, Δαύλος 1981
gerasimos-politis.blogspot.com