...ζούσε την τρέλα της νεότητός του με μοτοσυκλέτα πολλών κυβικών και από ταχύτητα μέγιστη 150 χιλιόμετρα ανά ώρα πού ήταν ρυθμισμένη... μετά από μεταποίηση της μηχανής, έφτασε να τρέχει με 230 χιλιόμετρα ανά ώρα. Επιδιδόταν δε και σε αυτοσχέδιους συναγωνισμούς με άλλους παρομοίους του με μεγάλα χρηματικά στοιχήματα 400 και 500 χιλιάδες δραχμές.
Όμως ένα απόγευμα στους είδικούς δρόμους πού επέλεγαν να τρέξουν (τους υποτίθεται χωρίς μεγάλη κυκλοφορία αυτοκινήτων), κατά την ώρα ενός αυτοσχέδιου συναγωνισμού παρά την προσπάθειά του να αποφύγει ένα αυτοκίνητο, έγινε σφοδρή σύγκρουση και πετάχτηκε 10 μέτρα μακριά μέσα σε ένα χαντάκι έξω από το δρόμο.
Η μοτοσυκλέτα βεβαίως διαλύθηκε και ο ίδιος υπέστη θανάσιμα τραύματα. Τον περισυνέλεξαν και τον μετέφεραν στο νοσοκομείο. Μετά από την επιβεβαίωση των ιατρών, τον οδήγησαν κατευθείαν στο νεκροτομείο, όπου ένας νοσοκόμος – νεκροτόμος ανέλαβε να τον πλύνει και να τακτοποιήσει τα εγχυμένα σπλάχνα του προκειμένου να τον παραλάβει το γραφείο τελετών πού είχαν στείλει οι συγγενείς του.
Είχαν περάσει περίπου 8 ώρες από το συμβάν. Εκείνη την στιγμή ανοίγει τα μάτια του, σηκώνεται και κάθεται στο μαρμάρινο τραπέζι του νεκροτομείου. Ο νοσοκόμος έντρομος βάζει τις φωνές και αρχίζει να τρέχει προς την έξοδο πανικόβλητος. Αμέσως καταφθάνουν οι ιατροί, τον παραλαμβάνουν και τον οδηγούν στο χειρουργείο όπου μετά από τις απαιτούμενες προσπάθειες «συναρμολόγησης» άρχισε να παρουσιάζει σημεία βελτίωσης.
Παρέμεινε αρκετό χρονικό διάστημα εως ότου θεραπεύτηκε πλήρως και εξήλθε από το νοσοκομείο υγιής. Στη συνέχεια δι΄ αγνωστους δι΄ ημάς λόγους, γνωστούς όμως εις τον ίδιον, εξεδήλωσε την επιθυμία να γίνει μοναχός!
Ο ίδιος διηγείται:… όταν μετά την σύγκρουση τραυματίστηκα θανάσιμα (κατά την δήλωση των ιατρών) ένοιωσα ότι βγήκα από το σώμα μου και αιωρούμενος πέρασα κατά περίεργο τρόπο ανάμεσα από μία κολόνα της ΔΕΗ χωρίς να συγκρουστώ μαζί της.
Στη συνέχεια βρέθηκα σε ένα περιβάλλον με μισοσκόταδο και τελείως κενό. Ένοιωθα πανάλαφρος σαν πούπουλο να αιωρούμαι σ΄ αυτό το κενό και πολύ περίεργος για το πού βρισκόμουν και τι μου ειχε συμβεί.
Ενώ περιπλανιόμουνα για αρκετό χρόνο, άρχισα να διακρίνω μία φωτεινή γυναικεία μορφή να με πλησιάζει μέσα σ΄ ένα ολόφωτο λευκό νέφος. Όταν πλησίασε αρκετά διέκρινα ότι είχε μία υπερκόσμια γλυκιά έκφραση.
Αμέσως την συνέκρινα με τις αγιογραφίες πού είχα δει στους ιερούς ναούς όταν με πήγαινε μικρό παιδί η μητέρα μου και συμπέρανα ότι ήταν η μορφή της Ύπεραγίας Θεοτόκου.
… ήρθα για τα δάκρυα της μάνας σου…. εσύ θα ζήσεις, θα ζήσεις και θα Μας υπηρέτησης….
μού είπε με γλυκό και ειρηνικό ύφος και σιγά σιγά άρχισε να χάνεται.
Μετά από αυτό όλα σαν να έσβησαν, ένοιωσα να διαλύομαι και μία δύναμη να με απορροφά με ορμή και να με κατευθύνει κάπου. Αμέσως ένοιωσα σαν να ξύπνησα από λήθαργο. Βρέθηκα γυμνός με ένα πολυτραυματισμένο σώμα στο μαρμάρινο τραπέζι του νεκροτομείου, ενώ ταυτόχρονα άκουγα κάτι (σαν ουρλιαχτά) από έναν άνθρωπο καθώς απομακρυνόταν τρέχοντας προς την πόρτα…
Ο νέος αυτός μετά την πλήρη θεραπεία του, ηρθε στο Άγιον Όρος, στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου, όπου συνάντησε τον ηγούμενο πατέρα Χριστόδουλο και αφού του διηγήθηκε το περιστατικό του ατυχήματός του εξεδήλωσε την επιθυμία να γίνει μοναχός.
Πράγματι εκεί ο γέροντας μετά την απαραίτητη δοκιμασία τον έκειρε μοναχό και του έδωσε το πατερικό όνομα «Σωφρόνιος».
Σήμερα είναι ένας ευλαβής μοναχός, ο οποίος δεν έπαυσε ποτέ να διηγείται την παράξενη συνάμα και ψυχωφελή αυτή ιστορία της ζωής του.
Στη συνέχεια αναχώρησε για ένα ησυχαστήριο στην Καστοριά όπου ήταν και η ιδιαίτερη πατρίδα του.
Όμως ένα απόγευμα στους είδικούς δρόμους πού επέλεγαν να τρέξουν (τους υποτίθεται χωρίς μεγάλη κυκλοφορία αυτοκινήτων), κατά την ώρα ενός αυτοσχέδιου συναγωνισμού παρά την προσπάθειά του να αποφύγει ένα αυτοκίνητο, έγινε σφοδρή σύγκρουση και πετάχτηκε 10 μέτρα μακριά μέσα σε ένα χαντάκι έξω από το δρόμο.
Η μοτοσυκλέτα βεβαίως διαλύθηκε και ο ίδιος υπέστη θανάσιμα τραύματα. Τον περισυνέλεξαν και τον μετέφεραν στο νοσοκομείο. Μετά από την επιβεβαίωση των ιατρών, τον οδήγησαν κατευθείαν στο νεκροτομείο, όπου ένας νοσοκόμος – νεκροτόμος ανέλαβε να τον πλύνει και να τακτοποιήσει τα εγχυμένα σπλάχνα του προκειμένου να τον παραλάβει το γραφείο τελετών πού είχαν στείλει οι συγγενείς του.
Είχαν περάσει περίπου 8 ώρες από το συμβάν. Εκείνη την στιγμή ανοίγει τα μάτια του, σηκώνεται και κάθεται στο μαρμάρινο τραπέζι του νεκροτομείου. Ο νοσοκόμος έντρομος βάζει τις φωνές και αρχίζει να τρέχει προς την έξοδο πανικόβλητος. Αμέσως καταφθάνουν οι ιατροί, τον παραλαμβάνουν και τον οδηγούν στο χειρουργείο όπου μετά από τις απαιτούμενες προσπάθειες «συναρμολόγησης» άρχισε να παρουσιάζει σημεία βελτίωσης.
Παρέμεινε αρκετό χρονικό διάστημα εως ότου θεραπεύτηκε πλήρως και εξήλθε από το νοσοκομείο υγιής. Στη συνέχεια δι΄ αγνωστους δι΄ ημάς λόγους, γνωστούς όμως εις τον ίδιον, εξεδήλωσε την επιθυμία να γίνει μοναχός!
Ο ίδιος διηγείται:… όταν μετά την σύγκρουση τραυματίστηκα θανάσιμα (κατά την δήλωση των ιατρών) ένοιωσα ότι βγήκα από το σώμα μου και αιωρούμενος πέρασα κατά περίεργο τρόπο ανάμεσα από μία κολόνα της ΔΕΗ χωρίς να συγκρουστώ μαζί της.
Στη συνέχεια βρέθηκα σε ένα περιβάλλον με μισοσκόταδο και τελείως κενό. Ένοιωθα πανάλαφρος σαν πούπουλο να αιωρούμαι σ΄ αυτό το κενό και πολύ περίεργος για το πού βρισκόμουν και τι μου ειχε συμβεί.
Ενώ περιπλανιόμουνα για αρκετό χρόνο, άρχισα να διακρίνω μία φωτεινή γυναικεία μορφή να με πλησιάζει μέσα σ΄ ένα ολόφωτο λευκό νέφος. Όταν πλησίασε αρκετά διέκρινα ότι είχε μία υπερκόσμια γλυκιά έκφραση.
Αμέσως την συνέκρινα με τις αγιογραφίες πού είχα δει στους ιερούς ναούς όταν με πήγαινε μικρό παιδί η μητέρα μου και συμπέρανα ότι ήταν η μορφή της Ύπεραγίας Θεοτόκου.
… ήρθα για τα δάκρυα της μάνας σου…. εσύ θα ζήσεις, θα ζήσεις και θα Μας υπηρέτησης….
μού είπε με γλυκό και ειρηνικό ύφος και σιγά σιγά άρχισε να χάνεται.
Μετά από αυτό όλα σαν να έσβησαν, ένοιωσα να διαλύομαι και μία δύναμη να με απορροφά με ορμή και να με κατευθύνει κάπου. Αμέσως ένοιωσα σαν να ξύπνησα από λήθαργο. Βρέθηκα γυμνός με ένα πολυτραυματισμένο σώμα στο μαρμάρινο τραπέζι του νεκροτομείου, ενώ ταυτόχρονα άκουγα κάτι (σαν ουρλιαχτά) από έναν άνθρωπο καθώς απομακρυνόταν τρέχοντας προς την πόρτα…
Ο νέος αυτός μετά την πλήρη θεραπεία του, ηρθε στο Άγιον Όρος, στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου, όπου συνάντησε τον ηγούμενο πατέρα Χριστόδουλο και αφού του διηγήθηκε το περιστατικό του ατυχήματός του εξεδήλωσε την επιθυμία να γίνει μοναχός.
Πράγματι εκεί ο γέροντας μετά την απαραίτητη δοκιμασία τον έκειρε μοναχό και του έδωσε το πατερικό όνομα «Σωφρόνιος».
Σήμερα είναι ένας ευλαβής μοναχός, ο οποίος δεν έπαυσε ποτέ να διηγείται την παράξενη συνάμα και ψυχωφελή αυτή ιστορία της ζωής του.
Στη συνέχεια αναχώρησε για ένα ησυχαστήριο στην Καστοριά όπου ήταν και η ιδιαίτερη πατρίδα του.