tromaktiko: Τι ρόλο παίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο;

Τρίτη 5 Ιουνίου 2012

Τι ρόλο παίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο;



του Χρήστου Κώνστα
Περισσότερες από 1.000 υποθέσεις παράνομων πληρωμών σε Οργανισμούς, Υπηρεσίες και Φορείς του Ελληνικού Δημοσίου, έχει εντοπίσει η έρευνα του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.
Ο κ. Λέανδρος Ρακιτζής τις έστειλε όλες στον Εισαγγελέα. Ε και λοιπόν; Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων παρανόμως καταβληθέντων αμοιβών, το Κράτος δεν μπορούσε να ζητήσει «πίσω τα λεφτά», έστω και αν αποδεδειγμένα δεν έπρεπε να τα πληρώσει ποτέ (ως «αχρεωστήτως καταβληθέντα»), γιατί ο… νόμος δεν το επέτρεπε!

Παρά τις αποκαλύψεις των ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, το Ελεγκτικό Συνέδριο θεωρούσε εξ ορισμού νόμιμη τη δαπάνη που είχε προεγκρίνει και προσέφερε «οχυρό» για όσους πιάνονταν να τρώνε «με χρυσά κουτάλια», να μην επιστρέφουν αυτά τα χρήματα.

Για να επιβληθούν ποινές σε βάρος υπαλλήλων που εισέπραξαν «αχρεωστήτως ληφθείσες αποδοχές», έπρεπε να ψηφιστεί μια νέα νομοθετική διάταξη, που επιτρέπει πλέον την αναθεώρηση των χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής δαπανών, έστω και αν έχουν εγκριθεί από Πάρεδρο ή Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τη φάση του «προληπτικού ελέγχου» που διενεργεί το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Με το νέο νομοθετικό πλαίσιο γίνεται δεκτό ότι η κατ’ αρχήν έγκριση νομιμότητος της δαπάνης που γίνεται από το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν αποτελεί θέσφατο, αλλά μπορεί να ανατραπεί ύστερα από αίτηση του υπουργού Οικονομικών, εάν επικαλεστεί π.χ. «πλάνη περί τον νόμο» ή μετά από εντοπισμό νέων στοιχείων κατά τη διενέργεια διοικητικών ελέγχων, που στοιχειοθετούν αντικειμενικά την απόρριψη της θεωρημένης δαπάνης.

Το «κόλπο»

Με τον νόμο-παγίδα που ίσχυε μέχρι πρόσφατα, συχνά το Ελεγκτικό Συνέδριο καθυστερούσε τον έλεγχο των «περίεργων αμοιβών», ενώ περιοριζόταν σε «προληπτικούς ελέγχους» νομιμότητας μιας δαπάνης, χωρίς να γίνεται έλεγχος ουσίας. Ουσιαστικά το Ελεγκτικό Συνέδριο λειτουργούσε ως ασπίδα προστασίας μιας στρατιάς παχυλά αμειβόμενων στελεχών του δημοσίου και καταργούσε τα ελεγκτικά σώματα!

Σε πολλές υποθέσεις που μετά από έλεγχο το δημόσιο ζητούσε να του επιστραφούν

χρήματα, έμπαινε μπροστά το Ελεγκτικό Συνέδριο που γνωμοδοτούσε αρνητικά, επαναλαμβάνοντας μονότονα πως «μετά τη θεώρηση των χρηματικών ενταλμάτων δεν νοείται αμφισβήτηση της ορθότητας της κρίσης του Επιτρόπου, δεδομένου μάλιστα ότι από τις κείμενες διατάξεις δεν προβλέπεται η άσκηση οποιουδήποτε ένδικου βοηθήματος κατά αυτής».

Όπως επισημαίνουν στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, αλλά και ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης Λέναδρος Ρακιντζής, που κίνησε την υπόθεση με επιστολές του προς την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, η στάση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να αποβαίνουν ανώφελοι οι έλεγχοι που ασκούνταν, εφόσον τελικά στερούνταν της δυνατότητας διενέργειας καταλογισμού χρημάτων. Ως αποτέλεσμα, οι υπάλληλοι αρνούνταν να επιστρέψουν τα χρήματα, υποστηρίζοντας πως οι αμοιβές τους ήταν τυπικά νόμιμες, εφόσον εξοφλήθηκαν με χρηματικό ένταλμα που θεωρήθηκε από τον αρμόδιο επίτροπο ή πάρεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Οι περιπτώσεις κατά τις οποίες έλεγχοι έχουν διαπιστώσει ότι δημόσιο χρήμα έχει «φαγωθεί» και παρά ταύτα δεν επιστρέφεται στο Δημόσιο λόγω της προέγκρισης που έχει δοθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι πάμπολλες. Οι σταγόνες που ξεχείλισαν το ποτήρι ήταν δύο πρόσφατες, όπου μετά από διενέργεια δειγματοληπτικών ελέγχων τα πορίσματα έδειξαν ότι:

-στον ΟΕΕΚ μοιράστηκαν τουλάχιστον 3 εκατ. ευρώ «αχρεωστήτως καταβληθείσες» αποδοχές και αποζημιώσεις σε υπαλλήλους, μετά από θεώρηση σχετικών χρηματικών ενταλμάτων.

-στην ΥΠΑ μια ντουζίνα υπάλληλοι απεσπασμένοι στο εξωτερικό (σε Καναδά και Βρυξέλες), εισέπρατταν το αυξημένο ποσό της αποζημίωσης EUROCONTROL (ανέρχεται και στα 1.500 ευρώ μηνιαίως), ενώ παράλληλα ορισμένοι υπέγραφαν «παρών» στις μονάδες τους στην Ελλάδα για να εισπράττουν το επίδομα.

Πίσω από την τυπολατρία όμως κρύβονταν ίσως και ιδιοτελή συμφέροντα, αφού συχνά διαπιστωνόταν πως με τις αποφάσεις αυτές «οχυρώνονταν» ακόμα και στελέχη του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή δημοσιονομικοί ελεγκτές, που, ενώ υποτίθεται πως ήλεγχαν «πού πάει το χρήμα», ελάμβαναν και αυτοί παρατύπως αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ή τα ειδικά επιδόματα του υπουργείου, στο οποίο τοποθετούνταν ελεγκτές (πέραν των ΔΕΙΒΕΤ, που έπαιρναν ούτως ή άλλως από το υπουργείο Οικονομικών και ήταν άλλος ένας μισθός).

Για παράδειγμα, στο υπουργείο Υποδομών και στην περίπτωση της ΥΠΑ έξι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και δώδεκα της Υπηρεσίας Δημοσιονομικού Ελέγχου στο υπουργείο έπαιρναν παρατύπως υπερωρίες και επιδόματα, όπως οι κανονικοί υπάλληλοι της ΥΠΑ.

Με το καθεστώς που ίσχυε όμως, οι πορισματικές εκθέσεις έπεφταν εξ αρχής στο κενό και δεν μπορούσε το κράτος να ζητήσει λεφτά πίσω από όσους το καταλήστευαν.

     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!