Πάνε περίπου 100 χρόνια, ήταν εκεί κάπου στις αρχές της δεκαετίας του 1910, όταν ένας Αθηναίος κόκορας, με τα πρωινά του… άσματα, άναψε… διπλωματικές φωτιές, απασχόλησε τα πρωτοσέλιδα των ελληνικών και ξένων εφημερίδων, προκάλεσε πολλές συζητήσεις και διενέξεις στα καφενεία της τότε Αθήνας και δεν αποφύγαμε τον σχολιασμό ακόμη και από την έγκυρη ευρωπαϊκή εφημερίδα «Tribune»!
«Εξ αφορμής ασημάντου τινός επεισοδίου απειλείται εμφύλιος πόλεμος εις τας Αθήνας» έγραφε η έγκυρη εφημερίδα, επισημαίνοντας ότι «οι επισκεφθέντες την πόλιν του Περικλέους ενθυμούνται ότι το πρωί, με τας πρώτας ακτίνας του ηλίου, εξυπνούσαν με το άσμα του αλέκτορος».
Ήταν τότε σίγουρα άλλες εποχές… το μεγαλύτερο μέρος της Αθήνας δεν ήταν πυκνοκτισμένο όπως είναι σήμερα, υπήρχαν πολλοί ελεύθεροι χώροι μέσα στην πόλη, που περισσότερο ήταν χωράφια, παρά άλση και πράσινο. Λίγο μετά το κέντρο, στα χωράφια της Αθήνας, έχουν αρχίσει δειλά-δειλά να δημιουργούνται στα χωράφια οι Αμπελοκήπων το Παγκράτι, τα Πατήσια κ.λπ.
Όπως σε όλη την Ελλάδα, έτσι και στα σπίτια της πρωτεύουσας, υπήρχε το ίδιο ξυπνητήρι. Ανάμεσα στους τότε πρωτευουσιάνους υπήρχε και αντίστοιχος αριθμός από κοκόρια, αφού κάθε σπίτι διέθετε περισσότερους από ένα κόκορες… είτε ασχολούντο με τα χωράφια είτε όχι.
Έφθασε λοιπόν εκείνη την εποχή στην Αθήνα ο καλομαθημένος, όπως φάνηκε, νέος πρόξενος της Αυστρίας, ο οποίος προφανώς διέμενε σε κάποια συνοικία και δίπλα από μια οικογένεια που φιλοξενούσε έναν λαλίστατο κόκορα…
Έτσι, λοιπόν, από την επομένη το πρωί ο καλομαθημένος διπλωμάτης ξύπνησε από την ηχηρή πρωινή φωνή του κόκορα της οικογένειας Τσιτσόπουλου. Και τις πρώτες μέρες μπορεί να νόμιζε ότι όλα ήταν μια σύμπτωση, αλλά δεν χρειάστηκε και πολύ για να καταλάβει ότι το φαινόμενο ήταν καθημερινό, οπότε, επειδή δεν σκόπευε να σηκώνεται από τα άγρια χαράματα, αποφάσισε να απευθύνει διαμαρτυρία προς τον αστυνόμο της πόλης.
Η διαμαρτυρία του εννοείται ότι διέθετε όλη τη διπλωματική λεπτότητα, αλλά δεν κατάφερε να προκαλέσει αρνητική εντύπωση. Στη μικρή τότε Αθήνα, το νέο διαδόθηκε αμέσως, οπότε άρχισαν και τα διάφορα περιπαικτικά σχόλια.
Ο δύσμοιρος διπλωμάτης έγινε αντικείμενο σχολιασμού στα καφενεία της Αθήνας, αλλά, κυρίως, πολλοί και έγκριτοι δημοσιογράφοι της εποχής τον… στόλισαν καταλλήλως, στις τότε αθηναϊκές εφημερίδες, ενώ τη συνέχεια ανέλαβαν οι γαβριάδες, τα παιδιά που τριγυρνούσαν στους δρόμους, τα οποία κακάριζαν όποτε συναντούσαν τον πρόξενο.
Τα γεγονότα περιγράφονται από την «Tribune» που, αποδιδόμενα στα ελληνικά, στη γλώσσα της εποχής είχαν ως εξής: «Ανακοινωθείσα η διαμαρτυρία του κ. Προξένου προς τον Τύπον παρά τινος υπαλλήλου ακριτομύθου, ενέπνευσεν φλογερά άρθρα των οποίων οι συγγραφείς ανέλαβαν την υπεράσπισιν του μελωδικού πτηνού, αληθούς πολίτου των Αθηνών και κατέκριναν τον Βοιωτισμόν (ηλιθιότητα) του βαρβάρου ξένου»!
Άλλο που δεν ήθελαν οι άεργοι θαμώνες των καφενείων για να χωριστούν οι μεν υπέρ του Αθηναίου κόκορα, οι δε υπέρ του Αυστριακού διπλωμάτη.
Δεν ξέρουμε την κατάληξη της υπόθεσης αυτής, που για μέρες συζητούσαν οι Αθηναίοι… Το πιθανότερο για τον Αθηναίο κόκορα είναι με όλη την φασαρία να κατέληξε σε κανένα τσουκάλι, μάλλον της οικογένειας Τσιτσόπουλου. Για τον Αυστριακό διπλωμάτη επίσης δεν ξέρουμε τι απέγινε… Το χτύπησαν στην κυριολεξία τα νεύρα του, αφού σχεδόν τον περιέπαιζαν στους δρόμους της Αθήνας ή μήπως ήταν εκείνος που «εκτέλεσε» τον κόκορα των Τσιτσόπουλων και τον έριξε στο τσουκάλι;
Διπλωματικό χαστούκι για τον γυμνό βραχίονα της κυρίας προξένου…
Ένα από τα χειρότερα διπλωματικά κατορθώματα επί τουρκικού εδάφους συνέβη πριν από ογδόντα χρόνια, όταν ο γενικός πρόξενος της Ελλάδος, Τριανταφυλλάκος, χαστούκισε (!!!) τον γραμματέα της πρεσβείας μας στην Άγκυρα, Λάσκαρη, σε δημόσιο χώρο και μάλιστα ενώπιον του συνόλου των διπλωματών στην Τουρκία αλλά και της ανώτερης κοινωνίας της Κωνσταντινούπολης.
Όλα συνέβησαν το 1932 σε εσπερίδα που είχε οργανώσει ο πρόξενος της Ιταλίας στην Κωνσταντινούπολη. Ο Έλληνας πρόξενος πήγε εκεί με τη σύζυγό του, αλλά γρήγορα βρέθηκε στο τραπέζι του μπριτζ, ενώ εκείνη το ’ριξε στον χορό. Εισερχόμενος ο Λάσκαρης, αφού μοίρασε μειδιάματα προς γνωστούς και αγνώστους, υπερέβη φαίνεται τα στενά όρια του πρωτοκόλλου και του περιβάλλοντος.
Τόλμησε να ασπαστεί τον γυμνό βραχίονα της κυρίας προξένου! Εκείνη ταράχτηκε και έσπευσε κλαίουσα στον σύζυγό της, που εγκατέλειψε το χαρτοπαίγνιο, κατευθύνθηκε προς τον θρασύ συνάδελφό του και του άστραψε δύο «μπάτσους»
που έκαναν τους πάντες να παγώσουν. Το περίεργο είναι πως ο μεν Τριανταφυλλάκος επέστρεψε στο τραπέζι με τα χαρτιά, ο δε Λάσκαρης συνέχισε χορεύοντας και χαριεντιζόμενος.
Ωστόσο, το θέμα δεν μπορούσε να τελειώσει εκεί. Στο υπουργείο Εξωτερικών που ζητούσε εξηγήσεις και οι δύο εμφανίσθηκαν ως προσβληθέντες. Ο μεν ένας γιατί ο γραμματεύς ασπάστηκε τον γυμνό βραχίονα της συζύγου του και ο άλλος γιατί «ερραπίσθη δις, εις αμφοτέρους τας παρειάς»!
Οι εφημερίδες άρχισαν να κάνουν λόγο για εξευτελισμό της ελληνικής αξιοπρέπειας, ενώ τα εύθυμα σχόλια έκαναν τον γύρο της Ευρώπης. Χρειάστηκε η παρέμβαση του Γάλλου πρέσβη Ντε Σαμπρέν για να αποφευχθούν τα χειρότερα, ενώ το υπουργείο Εξωτερικών έσπευσε να ανακαλέσει και να παραπέμψει τον ευέξαπτο Τριανταφυλλάκο στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, θεωρώντας τον πρωταίτιο του επεισοδίου. Όσο για τον Λάσκαρη, συνέχισε την καριέρα του στην Κωνσταντινούπολη για την αναστήλωση του γοήτρου της επίσημης αντιπροσωπείας μας.
Οι ιστορίες αυτές προέρχονται από κείμενα του ιστορικού ερευνητή και δημοσιογράφου Λευτέρη Σκιαδά, εκδότη της εφημερίδας «ΜΙΚΡΟΣ ΡΩΜΗΟΣ».
«Εξ αφορμής ασημάντου τινός επεισοδίου απειλείται εμφύλιος πόλεμος εις τας Αθήνας» έγραφε η έγκυρη εφημερίδα, επισημαίνοντας ότι «οι επισκεφθέντες την πόλιν του Περικλέους ενθυμούνται ότι το πρωί, με τας πρώτας ακτίνας του ηλίου, εξυπνούσαν με το άσμα του αλέκτορος».
Ήταν τότε σίγουρα άλλες εποχές… το μεγαλύτερο μέρος της Αθήνας δεν ήταν πυκνοκτισμένο όπως είναι σήμερα, υπήρχαν πολλοί ελεύθεροι χώροι μέσα στην πόλη, που περισσότερο ήταν χωράφια, παρά άλση και πράσινο. Λίγο μετά το κέντρο, στα χωράφια της Αθήνας, έχουν αρχίσει δειλά-δειλά να δημιουργούνται στα χωράφια οι Αμπελοκήπων το Παγκράτι, τα Πατήσια κ.λπ.
Όπως σε όλη την Ελλάδα, έτσι και στα σπίτια της πρωτεύουσας, υπήρχε το ίδιο ξυπνητήρι. Ανάμεσα στους τότε πρωτευουσιάνους υπήρχε και αντίστοιχος αριθμός από κοκόρια, αφού κάθε σπίτι διέθετε περισσότερους από ένα κόκορες… είτε ασχολούντο με τα χωράφια είτε όχι.
Έφθασε λοιπόν εκείνη την εποχή στην Αθήνα ο καλομαθημένος, όπως φάνηκε, νέος πρόξενος της Αυστρίας, ο οποίος προφανώς διέμενε σε κάποια συνοικία και δίπλα από μια οικογένεια που φιλοξενούσε έναν λαλίστατο κόκορα…
Έτσι, λοιπόν, από την επομένη το πρωί ο καλομαθημένος διπλωμάτης ξύπνησε από την ηχηρή πρωινή φωνή του κόκορα της οικογένειας Τσιτσόπουλου. Και τις πρώτες μέρες μπορεί να νόμιζε ότι όλα ήταν μια σύμπτωση, αλλά δεν χρειάστηκε και πολύ για να καταλάβει ότι το φαινόμενο ήταν καθημερινό, οπότε, επειδή δεν σκόπευε να σηκώνεται από τα άγρια χαράματα, αποφάσισε να απευθύνει διαμαρτυρία προς τον αστυνόμο της πόλης.
Η διαμαρτυρία του εννοείται ότι διέθετε όλη τη διπλωματική λεπτότητα, αλλά δεν κατάφερε να προκαλέσει αρνητική εντύπωση. Στη μικρή τότε Αθήνα, το νέο διαδόθηκε αμέσως, οπότε άρχισαν και τα διάφορα περιπαικτικά σχόλια.
Ο δύσμοιρος διπλωμάτης έγινε αντικείμενο σχολιασμού στα καφενεία της Αθήνας, αλλά, κυρίως, πολλοί και έγκριτοι δημοσιογράφοι της εποχής τον… στόλισαν καταλλήλως, στις τότε αθηναϊκές εφημερίδες, ενώ τη συνέχεια ανέλαβαν οι γαβριάδες, τα παιδιά που τριγυρνούσαν στους δρόμους, τα οποία κακάριζαν όποτε συναντούσαν τον πρόξενο.
Τα γεγονότα περιγράφονται από την «Tribune» που, αποδιδόμενα στα ελληνικά, στη γλώσσα της εποχής είχαν ως εξής: «Ανακοινωθείσα η διαμαρτυρία του κ. Προξένου προς τον Τύπον παρά τινος υπαλλήλου ακριτομύθου, ενέπνευσεν φλογερά άρθρα των οποίων οι συγγραφείς ανέλαβαν την υπεράσπισιν του μελωδικού πτηνού, αληθούς πολίτου των Αθηνών και κατέκριναν τον Βοιωτισμόν (ηλιθιότητα) του βαρβάρου ξένου»!
Άλλο που δεν ήθελαν οι άεργοι θαμώνες των καφενείων για να χωριστούν οι μεν υπέρ του Αθηναίου κόκορα, οι δε υπέρ του Αυστριακού διπλωμάτη.
Δεν ξέρουμε την κατάληξη της υπόθεσης αυτής, που για μέρες συζητούσαν οι Αθηναίοι… Το πιθανότερο για τον Αθηναίο κόκορα είναι με όλη την φασαρία να κατέληξε σε κανένα τσουκάλι, μάλλον της οικογένειας Τσιτσόπουλου. Για τον Αυστριακό διπλωμάτη επίσης δεν ξέρουμε τι απέγινε… Το χτύπησαν στην κυριολεξία τα νεύρα του, αφού σχεδόν τον περιέπαιζαν στους δρόμους της Αθήνας ή μήπως ήταν εκείνος που «εκτέλεσε» τον κόκορα των Τσιτσόπουλων και τον έριξε στο τσουκάλι;
Διπλωματικό χαστούκι για τον γυμνό βραχίονα της κυρίας προξένου…
Ένα από τα χειρότερα διπλωματικά κατορθώματα επί τουρκικού εδάφους συνέβη πριν από ογδόντα χρόνια, όταν ο γενικός πρόξενος της Ελλάδος, Τριανταφυλλάκος, χαστούκισε (!!!) τον γραμματέα της πρεσβείας μας στην Άγκυρα, Λάσκαρη, σε δημόσιο χώρο και μάλιστα ενώπιον του συνόλου των διπλωματών στην Τουρκία αλλά και της ανώτερης κοινωνίας της Κωνσταντινούπολης.
Όλα συνέβησαν το 1932 σε εσπερίδα που είχε οργανώσει ο πρόξενος της Ιταλίας στην Κωνσταντινούπολη. Ο Έλληνας πρόξενος πήγε εκεί με τη σύζυγό του, αλλά γρήγορα βρέθηκε στο τραπέζι του μπριτζ, ενώ εκείνη το ’ριξε στον χορό. Εισερχόμενος ο Λάσκαρης, αφού μοίρασε μειδιάματα προς γνωστούς και αγνώστους, υπερέβη φαίνεται τα στενά όρια του πρωτοκόλλου και του περιβάλλοντος.
Τόλμησε να ασπαστεί τον γυμνό βραχίονα της κυρίας προξένου! Εκείνη ταράχτηκε και έσπευσε κλαίουσα στον σύζυγό της, που εγκατέλειψε το χαρτοπαίγνιο, κατευθύνθηκε προς τον θρασύ συνάδελφό του και του άστραψε δύο «μπάτσους»
που έκαναν τους πάντες να παγώσουν. Το περίεργο είναι πως ο μεν Τριανταφυλλάκος επέστρεψε στο τραπέζι με τα χαρτιά, ο δε Λάσκαρης συνέχισε χορεύοντας και χαριεντιζόμενος.
Ωστόσο, το θέμα δεν μπορούσε να τελειώσει εκεί. Στο υπουργείο Εξωτερικών που ζητούσε εξηγήσεις και οι δύο εμφανίσθηκαν ως προσβληθέντες. Ο μεν ένας γιατί ο γραμματεύς ασπάστηκε τον γυμνό βραχίονα της συζύγου του και ο άλλος γιατί «ερραπίσθη δις, εις αμφοτέρους τας παρειάς»!
Οι εφημερίδες άρχισαν να κάνουν λόγο για εξευτελισμό της ελληνικής αξιοπρέπειας, ενώ τα εύθυμα σχόλια έκαναν τον γύρο της Ευρώπης. Χρειάστηκε η παρέμβαση του Γάλλου πρέσβη Ντε Σαμπρέν για να αποφευχθούν τα χειρότερα, ενώ το υπουργείο Εξωτερικών έσπευσε να ανακαλέσει και να παραπέμψει τον ευέξαπτο Τριανταφυλλάκο στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, θεωρώντας τον πρωταίτιο του επεισοδίου. Όσο για τον Λάσκαρη, συνέχισε την καριέρα του στην Κωνσταντινούπολη για την αναστήλωση του γοήτρου της επίσημης αντιπροσωπείας μας.
Οι ιστορίες αυτές προέρχονται από κείμενα του ιστορικού ερευνητή και δημοσιογράφου Λευτέρη Σκιαδά, εκδότη της εφημερίδας «ΜΙΚΡΟΣ ΡΩΜΗΟΣ».