Η Μόσχα δήλωσε πως η χθεσινή απόφαση των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ να αναστείλουν κάθε συνεργασία με τη Ρωσία σε πολιτικά και στρατιωτικά θέματα, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την προσάρτηση της Κριμαίας, δημιουργεί την αίσθηση ότι «πρόκειται για κάτι που έχουμε ξαναδεί».
«Η γλώσσα των δηλώσεων μοιάζει μάλλον με τα φραστικά κονταροχτυπήματα της εποχής του Ψυχρού Πολέμου», αναφέρει σε δήλωσή του ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Αλεξάντρ Λουκάσεβιτς.
Ο ίδιος προσθέτει πως η τελευταία φορά που το ΝΑΤΟ είχε πάρει μια τέτοια απόφαση –αναφορικά με τον πενθήμερης διάρκειας πόλεμο της Ρωσίας με τη Γεωργία το 2008–, η συμμαχία επανέλαβε αργότερα τη συνεργασία με δική της πρωτοβουλία.
«Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ποιος θα κερδίσει από τη διακοπή της συνεργασίας ανάμεσα στη Ρωσία και το ΝΑΤΟ για την αντιμετώπιση σύγχρονων απειλών και προκλήσεων στη διεθνή και την ευρωπαϊκή ασφάλεια, ιδιαίτερα σε τομείς όπως η μάχη εναντίον της τρομοκρατίας, της πειρατείας, καθώς και των φυσικών καταστροφών και των καταστροφών που προκαλεί ο άνθρωπος», επισημαίνει ο Λουκάσεβιτς.
«Σε κάθε περίπτωση, σίγουρα δεν θα είναι η Ρωσία ή κράτη μέλη του ΝΑΤΟ», προσθέτει.
Εξάλλου η Μόσχα αύξησε σήμερα την πίεση επί της Ουκρανίας για να καταστείλει την άκρα δεξιά και να προστατεύσει τους ρωσοφώνους, ενώ εξέφρασε επίσης ανησυχία ότι η ουκρανική κυβέρνηση δεν διεξάγει δημόσια συζήτηση για τα σχέδιά της να αναθεωρήσει το σύνταγμα, καθιστώντας σαφές ότι φοβάται πως δεν θα ληφθούν υπόψη τα δικαιώματα της κοινότητας των ρωσοφώνων.
Το ουκρανικό κοινοβούλιο έδωσε χθες εντολή στις δυνάμεις ασφαλείας να αφοπλίσουν παράνομες ένοπλες ομάδες και η αστυνομία έκλεισε τη βάση στο Κίεβο της ακροδεξιάς εθνικιστικής οργάνωσης Δεξιός Τομέας, έπειτα από ένα επεισόδιο με πυροβολισμούς κατά το οποίο τραυματίσθηκαν τρεις άνθρωποι.
«Το γεγονός ότι ένοπλοι του Δεξιού Τομέα εκκένωσαν, ας πούμε, την έδρα τους στο κεντρικό Κίεβο έχει σχολιασθεί πολύ στο Κίεβο τις τελευταίες ημέρες», αναφέρεται σε δήλωση του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, στην οποία καλούνται οι ουκρανικές αρχές «να μην περιορίζονται σε 'ψεύτικες' δηλώσεις σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση ριζοσπαστικών δυνάμεων στην Ουκρανία, αλλά να λάβουν αποφασιστικά μέτρα για να αφοπλίσουν τους ενόπλους».
Η Μόσχα ζητεί από τις ουκρανικές αρχές να εφαρμόσουν μια συμφωνία που είχε υπογραφεί στις 21 Φεβρουαρίου από τον ανατραπέντα στις 22 Φεβρουαρίου και υποστηριζόμενο από τη Μόσχα πρόεδρο Βίκτορ Γιανουκόβιτς, στην οποία περιλαμβανόταν έκκληση προς τις οργανώσεις που συμμετείχαν στις διαμαρτυρίες να παραδώσουν τα παράνομα όπλα.
Στη συμφωνία της 21ης Φεβρουαρίου περιλαμβανόταν επίσης έκκληση για αναθεώρηση του συντάγματος.
Το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών τονίζει πως είναι «ανησυχητικό» το γεγονός ότι η συνταγματική αναθεώρηση διεξάγεται χωρίς κάλυψη από τον Τύπο και χωρίς δημόσια συζήτηση. Υπογραμμίζοντας τη σημασία της, επισημαίνει πως η έλλειψη ενός ισορροπημένου συντάγματος ήταν η αιτία «των πολιτικών κατακλυσμών» που συγκλονίζουν, όπως σημειώνει, το ουκρανικό κράτος.