Ορισμένοι γερνούν πιο γρήγορα από τους άλλους και η εμπειρία αυτή μπορεί να σχετίζεται με ιατρικές παθήσεις που την καθιστούν όλο και πιο δύσκολη. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην κληρονομικότητα ή και στον τρόπο ζωής.
Διαβάστε ποιες είναι οι αλλαγές που πρέπει να περιμένετε καθώς τα χρόνια περνούν.
Επιδράσεις στα μαλλιά και στο δέρμα:
Τα γκρίζα μαλλιά είναι από τις πιο προφανείς αλλαγές που συμβαίνουν λόγω της ηλικίας και πολλοί άντρες και γυναίκες εκφράζουν αυτή τη δυσαρέσκεια, αν όχι απογοήτευση γύρω στα 30. Το χρώμα των μαλλιών οφείλεται σε μια χρωστική που παράγεται από τους θύλακες των τριχών και ονομάζεται μελανίνη, η οποία μειώνεται καθώς τα χρόνια περνούν. Επιπλέον, ένα μικρό ποσοστό των ανδρών οδηγείται σε φαλάκρα, φαινόμενο το οποίο έχει γενετική βάση και περνάει από τον πατέρα στο γιο.
Ένας άλλος τύπος τριχόπτωσης είναι η λέπτυνση της τρίχας . Η τρίχα αποτελείται από κερατίνη, η οποία όμως μειώνεται στα ώριμα μαλλιά. Η ανεπάρκεια κερατίνης οδηγεί στη μείωση της πυκνότητας των μαλλιών, της διαμέτρου και του ρυθμού ανάπτυξης των κυττάρων στο θύλακα.
Με την ηλικία τα διάφορα στρώματα της επιδερμίδας χάνουν την ικανότητά τους να συγκρατούν νερό και χάνεται μέρος της ελαστικότητάς τους . Το αποτέλεσμα είναι το δέρμα να δημιουργεί πτυχές και ρυτίδες, να είναι ξηρό και να μελανιάζει εύκολα.
Επιδράσεις στα οστά και στις αρθρώσεις:
Με την πάροδο της ηλικίας τα οστά χάνουν ασβέστιο και παρατηρείται απώλεια της οστικής μάζας και πυκνότητας. Γίνονται περισσότερο πορώδη και εύθραυστα, φαινόμενο το οποίο είναι πιο συχνό στις γυναίκες (οστεοπόρωση).
Το αποτέλεσμα είναι να γίνονται κατάγματα πιο εύκολα, να παρατηρείται μείωση του ύψους και να εμφανίζεται καμπούρα. Η γήρανση μπορεί να προκαλέσει πόνο και δυσκαμψία στις αρθρώσεις.
Αυτό συμβαίνει επειδή οι άκρες των οστών φθείρονται κατά τη διάρκεια των ετών και συχνά τρίβονται μεταξύ τους. Οι αρθρώσεις μπορεί να γίνουν πιο σκληρές και λιγότερο ευέλικτες διότι ο ιστός στο εσωτερικό των συνδέσμων και των τενόντων γίνεται άκαμπτος και εύθρυπτος.
Επιδράσεις στους μύες:
Λόγω της γήρανσης παρατηρείται σταδιακή απώλεια της μυϊκής δύναμης, του τόνου και της ελαστικότητας. Οι μύες αρχίζουν να συρρικνώνονται και να χάνουν μάζα. Αυτή είναι μια φυσιολογική διαδικασία, αλλά ο καθιστικός τρόπος ζωής μπορεί να την επιταχύνει. Ο αριθμός και το μέγεθος των μυϊκών ινών μειώνεται με αποτέλεσμα η ανταπόκριση των μυών να είναι πιο αργή.
Παρατηρείται ελάττωση της μυϊκής δύναμης καθιστώντας δύσκολες συνήθεις δραστηριότητες, όπως το άνοιγμα ενός βάζου ή το γύρισμα του κλειδιού. Σε ορισμένες περιοχές οι μύες συχνά αντικαθίστανται με λιπώδη ιστό δημιουργώντας μαλακά και πλαδαρά σημεία.
Επιδράσεις στην καρδιά και στα αγγεία:
Καθώς οι άνθρωποι μεγαλώνουν η καρδιά τείνει να μεγαλώνει ελαφρώς και να δημιουργούνται παχύτερα τοιχώματα. Η αύξηση στο μέγεθος οφείλεται κυρίως στην αύξηση του μεγέθους των μυϊκών κυττάρων της καρδιάς.
Κατά τη διάρκεια της ανάπαυσης η ηλικιωμένη καρδιά λειτουργεί σχεδόν με τον ίδιο τρόπο, όπως και μια νεότερη καρδιά εκτός από το ρυθμό της που είναι ελαφρώς πιο αργός .
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της άσκησης, η ηλικιωμένη καρδιά δεν μπορεί να αυξήσει την ποσότητα του αίματος που αντλείται όπως κάνει η νεότερη καρδιά. Τα τοιχώματα των αγγείων γίνονται παχύτερα, μειώνεται ο ελαστικός ιστός και ο χώρος στο εσωτερικό των αγγείων διαστέλλεται ελαφρά. Αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να γίνονται τα αγγεία πιο σκληρά και λιγότερο ελαστικά.
Επειδή τα αγγεία γίνονται λιγότερο ελαστικά δεν μπορούν να χαλαρώσουν γρήγορα κατά τη διάρκεια της ρυθμικής άντλησης της καρδιάς.
Ως εκ τούτου, η αρτηριακή πίεση αυξάνεται περισσότερο όταν η καρδιά συστέλλεται. Η υψηλή πίεση του αίματος κατά τη διάρκεια της συστολής με φυσιολογική αρτηριακή πίεση κατά τη διάρκεια της διαστολής είναι πολύ συχνή μεταξύ των ηλικιωμένων. Η διαταραχή αυτή ονομάζεται μεμονωμένη συστολική υπέρταση.
Επιδράσεις στο πεπτικό σύστημα:
Στο πεπτικό σύστημα συμβαίνουν ορισμένες αλλαγές, οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν κάποια δυσφορία. Υπάρχει σταδιακή επιβράδυνση της κινητικότητας του συστήματος, με αποτέλεσμα να καθυστερείται η προώθηση του περιεχομένου του, καθώς και μείωση στην έκκριση του σάλιου και των ενζύμων τα οποία είναι απαραίτητα για την πέψη.
Το αποτέλεσμα είναι να υπάρχουν προβλήματα στη χώνεψη, στην επαρκή απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών και να εμφανίζεται συχνά δυσκοιλιότητα.
Επιδράσεις στα μάτια:
Καθώς οι άνθρωποι μεγαλώνουν ο φακός του ματιού σκληραίνει και γίνεται πυκνότερος με αποτέλεσμα η εστίαση σε κοντινά αντικείμενα και η όραση στο αμυδρό φως να γίνεται ολοένα και πιο δύσκολα. Η κόρη αντιδρά πιο αργά στις αλλαγές στο φως. Ο αριθμός των νευρικών κυττάρων μειώνεται αλλοιώνοντας την αντίληψη του βάθους και παράγονται λιγότερα δάκρυα με αποτέλεσμα τα μάτια να είναι ξηρά.
Επιδράσεις στα νεφρά και στο ουροποιητικό σύστημα:
Τα νεφρά γίνονται μικρότερα επειδή ο αριθμός των κυττάρων τους μειώνεται και η ικανότητά τους να φιλτράρουν το αίμα ελαττώνεται. Ορισμένες αλλαγές στο ουροποιητικό σύστημα μπορεί να κάνουν τον έλεγχο της ούρησης πιο δύσκολο.
Συγκεκριμένα, μειώνεται ο μέγιστος όγκος των ούρων που μπορεί να συγκρατήσει η κύστη με αποτέλεσμα συχνουρία. Οι μύες της ουροδόχου κύστης γίνονται αδύναμοι και έτσι η κύστη δεν μπορεί να αδειάσει πλήρως. Τέλος, ο σφιγκτήρας που εμποδίζει την έξοδο των ούρων από την κύστη γίνεται χαλαρός, οπότε και εμφανίζεται η ακράτεια ούρων.
Της Χριστίνας Ι. Μπουντούρη -Γενικού – Οικογενειακού Ιατρού
4news.gr