Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Πίτερ Ριτς του Πανεπιστημίου της Μινεσότα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Nature", πειραματίσθηκαν επί πέντε χρόνια με περίπου 1.200 δέντρα ηλικίας δύο ετών από δέκα διαφορετικά είδη της εύκρατης ζώνης, τα οποία βρέθηκαν σε ένα ελεγχόμενο εργαστηριακό περιβάλλον με αυξημένες κατά 3,5 βαθμούς Κελσίου θερμοκρασίες.
Προς έκπληξη των επιστημόνων, σε βάθος χρόνου και τα δέκα είδη προσαρμόσθηκαν χωρίς πρόβλημα στις αυξημένες θερμοκρασίες (ανάλογες με τις πιθανές μελλοντικές λόγω κλιματικής αλλαγής).
Ενώ, σύμφωνα με τα έως τώρα μοντέλα των επιστημόνων, η αυξημένη θερμοκρασία θα έπρεπε να αυξήσει κατά 23% την απελευθέρωση του διοξειδίου του άνθρακα από τα φυτά, η αύξηση δεν ξεπέρασε το 5%.
Φυσικά αυτό, όπως τόνισαν οι επιστήμονες, δεν αναιρεί καθόλου την ανάγκη να περιορισθούν οι εκπομπές «αερίων του θερμοκηπίου» και μάλιστα επειγόντως.
Όμως δημιουργεί μια σχετική αισιοδοξία ότι τα φυτά δεν θα επιτείνουν ιδιαίτερα το πρόβλημα.
Τα φυτά και τα μικρόβια της Γης απορροφούν αλλά και εκλύουν τεράστιες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα.
Εκτιμάται ότι μέσα σε ένα έτος τα φυτά -κατά τη διαδικασία της αναπνοής τους- απελευθερώνουν τη νύχτα περίπου 117 έως 118 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου στην ατμόσφαιρα, εξαπλάσια ποσότητα σε σχέση με την καύση ορυκτών καυσίμων από τους ανθρώπους.
Από την άλλη, μέσω της φωτοσύνθεσης, τα φυτά απορροφούν τη μέρα γύρω στα 120 δισκατομμύρια τόνους διοξειδίου, δηλαδή δύο έως τρία δισεκατομμύρια τόνους περισσότερους από ό,τι εκλύουν.
Όταν όμως ανεβαίνει η θερμοκρασια του περιβάλλοντος, τότε τα φυτά απελευθερώνουν αυξημένο διοξείδιο, χωρίς να αυξάνουν αντίστοιχα και τις ποσότητες που απορροφούν.
Ενώ τα προηγούμενα πειράματα είχαν δείξει ότι μία αύξηση κατά τρεις έως τέσσερις βαθμούς Κελσίου στη θερμοκρασία θα αύξανε την απελευθέρωση του διοξειδίου κατά τουλάχιστον 20%, η νέα μελέτη δείχνει ότι η αύξηση πιθανότατα θα είναι έως 5% - οπότε μάλλον μικρό το κακό.
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, τα φυτά που έχουν προσαρμοστεί καλά στη ζέστη, απελευθερώνουν πολύ λιγότερο διοξείδιο το βράδυ, από ό,τι είχε υποτεθεί έως τώρα.