tromaktiko: Edward Wilson – Η τεράστια σημασία των ανθρωπιστικών σπουδών

Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2017

Edward Wilson – Η τεράστια σημασία των ανθρωπιστικών σπουδών



Ίσως σας φαίνεται παράξενο για έναν βιολόγο που καθοδηγείται αυστηρά από τα δεδομένα, αλλά πιστεύω ότι οι εξωγήινοι τους οποίους έχει...
δημιουργήσει η μυθοπλασία της επιστημονικής φαντασίας είναι πολύ χρήσιμοι από μια σημαντική σκοπιά: βοηθούν να στοχαστούμε καλύτερα τη δική μας κατάσταση.

Όταν εκείνοι απεικονίζονται όσο πιο αληθοφανείς επιτρέπει η επιστήμη, μας βοηθούν να προβλέψουμε το μέλλον. Οι πραγματικοί εξωγήινοι θα μας έλεγαν, πιστεύω, ότι το είδος μας διαθέτει κάτι ζωτικό που αξίζει την προσοχή τους. Δεν είναι η επιστήμη ή η τεχνολογία μας, όπως ενδεχομένως νομίζετε. Είναι οι ανθρωπιστικές σπουδές.

Οι φανταστικοί αλλά αληθοφανείς αυτοί εξωγήινοι δεν επιθυμούν να ευχαριστήσουν ή να εξυψώσουν το είδος μας. Η σχέση τους μαζί μας είναι αγαθή, η ίδια με εκείνη που έχουμε και εμείς με τα άγρια ζώα που βόσκουν ή ενεδρεύουν στο Σερενγκέτι. Η αποστολή τους είναι να μάθουν όσο περισσότερα μπορούν από το μοναδικό είδος που κατάφερε να αναπτύξει πολιτισμό στον πλανήτη μας.

Δεν θα έπρεπε αυτά να τα αναζητήσουν στα μυστικά της επιστήμης μας; Όχι, καθόλου. Δεν έχουμε να τους διδάξουμε το παραμικρό. Μην ξεχνάτε ότι όσα σχεδόν μπορούμε  αποκαλέσουμε επιστήμη δεν έχουν ηλικία μεγαλύτερη από πέντε αιώνες. Επειδή κατά τους δύο τελευταίους αιώνες η επιστημονική γνώση λίγο-πολύ διπλασιάζεται κάθε μία ή δύο δεκαετίες (αναλόγως του επιστημονικού κλάδου), όλα όσα γνωρίζουμε είναι εντελώς πρόσφατα στη γεωλογική κλίμακα. Οι τεχνολογικές εφαρμογές επίσης βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο εξέλιξης. Η ανθρωπότητα εισήλθε στη σημερινή παγκόσμια, υπερσυνδεδεμένη τεχνοεπιστημονική εποχή μόλις πριν από δύο δεκαετίες —λιγότερο από ένα βλεφάρισμα στην κλίμακα των αστρικών μηνυμάτων.

Από καθαρή τύχη, δεδομένης της πολλών δισεκατομμυρίων ετών ηλικίας του Γαλαξία, οι εξωγήινοι μας βρήκαν στο σήμερα αντί στο βρεφικό επίπεδο μερικών εκατομμυρίων ετών πριν. Θα ήταν δυνατόν να έχουν έρθει ακόμη και πριν από 100 εκατομμύρια χρόνια.

Τι μπορούμε, λοιπόν, να τους διδάξουμε; Για να το πούμε διαφορετικά, τι θα μπορούσε να διδάξει ο Αϊνστάιν όταν ήταν βρέφος σε έναν καθηγητή φυσικής; Τίποτε απολύτως. Για τον ίδιο λόγο δεν μπορεί η τεχνολογία μας παρά να είναι τρομακτικά υποδεέστερη. Αν δεν ήταν έτσι, τότε θα ήμασταν εμείς οι εξωγήινοι επισκέπτες και εκείνοι οι πλανητικοί ιθαγενείς.

Άρα, τι θα μπορούσαν να μάθουν από εμάς οι υποθετικοί εξωγήινοι που να έχει αξία για εκείνους; Η ορθή απάντηση είναι οι ανθρωπιστικές σπουδές. Όπως παρατήρησε κάποτε ο φυσικός Murray Gell-Mann για το πεδίο στο οποίο ήταν πρωτοπόρος, η θεωρητική φυσική αποτελείται από έναν μικρό αριθμό νόμων και από πάρα πολλά τυχαία συμβάντα. Το ίδιο ισχύει, κατά μείζονα λόγο, για όλες τις επιστήμες. Η ζωή εμφανίστηκε πριν από 3,5 και πλέον δισεκατομμύρια χρόνια. Η μετέπειτα διαφοροποίηση των αρχέγονων οργανισμών σε είδη μικροβίων, μυκήτων, φυτών και ζώων είναι μία μόνο από τις άπειρες σχεδόν ιστορίες που θα μπορούσαν να έχουν υλοποιηθεί. Οι εξωγήινοι επισκέπτες θα το γνώριζαν αυτό, από ρομποτικές συσκευές παρακολούθησης και τις αρχές της εξελικτικής βιολογίας.


Δεν θα μπορούσαν να συλλάβουν αμέσως ολόκληρη την ιστορία της βιολογικής εξέλιξης στη Γη, με τις εξαφανίσεις, τις αντικαταστάσεις και τη δυναμική άνοδο και πτώση μεγάλων ομάδων οργανισμών —κυκαδοφύτων, αμμωνιτών, δεινοσαύρων. Αλλά με την υπεραποδοτική δουλειά τους στο πεδίο, με την τεχνολογία προσδιορισμού της αλληλουχίας του DNA και την τεχνολογία της πρωτεομικής, θα μάθαιναν γρήγορα τη σημερινή πανίδα και χλωρίδα του πλανήτη, τη φύση και την ηλικία των προγόνων μας και θα υπολόγιζαν τα μοτίβα της εξελικτικής ιστορίας της ζωής στον χώρο και στον χρόνο. Είναι όλα θέμα επιστήμης. Οι εξωγήινοι θα μάθαιναν σύντομα όλα όσα σήμερα ονομάζουμε επιστήμη, και πολύ περισσότερα, σαν να μην είχαμε υπάρξει ποτέ.

Κατά παρόμοιο τρόπο, στην ανθρώπινη ιστορία των τελευταίων 1οο.οοο ετών περίπου, εμφανίστηκε ένας μικρός αριθμός πρωτοπολιτισμών, οι οποίοι γέννησαν χιλιάδες άλλους. Πολλοί από εκείνους υπάρχουν και σήμερα, καθένας με τη γλώσσα ή τη διάλεκτό του, τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις και τις κοινωνικές και οικονομικές πρακτικές του. Σαν είδη φυτών και ζώων που διασπώνται στον γεωλογικό χρόνο, συνεχίζουν να εξελίσσονται, μόνοι ή διαιρεμένοι σε δύο ή περισσότερους πολιτισμούς, ίσως και συνενωμένοι εν μέρει, ενώ κάποιοι απλώς έχουν χαθεί. Από τις 7-000 περίπου γλώσσες που μιλιούνται σήμερα στον κόσμο, το 28% τις χρησιμοποιούν λιγότεροι από χίλιοι άνθρωποι· οι 473 βρίσκονται στο χείλος της εξαφάνισης, καθώς τις μιλούν μόλις μια χούφτα ηλικιωμένων. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, η καταγεγραμμένη ιστορία και η προϊστορία εμφανίζουν ένα καλειδοσκοπικό μοτίβο παρόμοιο με εκείνο του σχηματισμού ειδών κατά τη βιολογική εξέλιξη —μολονότι διαφορετικό από σημαντικές πλευρές.

Η πολιτισμική εξέλιξη διαφέρει, διότι είναι εξ ολοκλήρου προϊόν του ανθρώπινου εγκεφάλου —όργανο το οποίο εξελίχθηκε κατά την προανθρώπινη και την παλαιολιθική περίοδο, μέσω μιας πολύ ιδιαίτερης μορφής φυσικής επιλογής που ονομάζεται συνεξέλιξη γονιδίων – πολιτισμού (όπου η γενετική και η πολιτισμική εξέλιξη επηρεάζουν η μία την πορεία της άλλης). Οι μοναδικές ικανότητες του εγκεφάλου, εντοπισμένες κυρίως στις τράπεζες μνήμης του μετωπιαίου φλοιού, αναδύθηκαν αφότου εμφανίστηκε ο Homo habilis, πριν από 2 έως 3 εκατομμύρια χρόνια, μέχρι και την παγκόσμια εξάπλωση του Homo sapiens, πριν από 6ο.οοο χρόνια. Για να κατανοήσουμε την πολιτισμική εξέλιξη κοιτώντας την από έξω, σε αντίθεση με την από μέσα ανάγνωση, απαιτείται η ερμηνεία όλων των περίπλοκων αισθημάτων και κατασκευών του ανθρώπινου νου. Χρειάζεται στενή επαφή με τον κόσμο, η γνώση αμέτρητων προσωπικών ιστοριών και η περιγραφή του τρόπου που μεταφράζονται οι σκέψεις σε σύμβολα ή τέχνεργα. Όλα αυτά τα κάνουν οι ανθρωπιστικές σπουδές. Είναι η φυσική ιστορία του πολιτισμού και η πιο προσωπική και πολύτιμη κληρονομιά μας.



Υπάρχει και άλλος ένας θεμελιώδης λόγος για τον οποίο θεωρώ πολύτιμες τις ανθρωπιστικές σπουδές. Οι επιστημονικές ανακαλύψεις και η τεχνολογική πρόοδος έχουν έναν κύκλο ζωής. Με τον καιρό, αφού φθάσουν σε τεράστιο μέγεθος και απερίγραπτη πολυπλοκότητα, είναι βέβαιο ότι θα επιβραδυνθούν και θα σταθεροποιηθούν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα ανάπτυξης. Κατά τη διάρκεια της προσωπικής μου σταδιοδρομίας ως επιστήμονα που δημοσιεύει επί μισό αιώνα, ο αριθμός των ανακαλύψεων ανά ερευνητή ανά έτος έχει μειωθεί δραστικά. Οι ερευνητικές ομάδες έχουν μεγαλώσει, με τους δέκα ή και περισσότερους συγγραφείς ενός τεχνικού άρθρου να αποτελεί συνήθης πρακτική. Η απαιτούμενη τεχνολογία για μια επιστημονική ανακάλυψη στα περισσότερα πεδία έχει γίνει πολύ πιο περίπλοκη και ακριβή, και οι νέες τεχνολογίες και στατιστικές αναλύσεις που απαιτεί η επιστημονική έρευνα είναι πολύ πιο προηγμένες.

Αλλά μην ανησυχείτε. Όταν η όλη διαδικασία θα έχει εδραιωθεί, πιθανότατα κατά τον τρέχοντα αιώνα, η επιστήμη και η υψηλή τεχνολογία θα είναι, όπως αναμένεται, ευεργετικές και πολύ πιο διάχυτες από όσο σήμερα. Το σημαντικότερο σημείο, η επιστήμη και η τεχνολογία θα είναι ίδιες παντού, για κάθε πολιτισμένο κράτος, πληθυσμό και άτομο. Η Σουηδία, οι ΗΠΑ, το Μπουτάν και η Ζιμπάμπουε θα μοιράζονται τις ίδιες πληροφορίες. Εκείνο το οποίο θα συνεχίσει να εξελίσσεται και να διαφοροποιείται σχεδόν στον αιώνα τον άπαντα είναι οι ανθρωπιστικές σπουδές.

Για τις επόμενες λίγες δεκαετίες, οι περισσότερες μείζονες τεχνολογικές εξελίξεις είναι πιθανότερο να συμβούν σε αυτό που συχνά αναφέρεται ως BNR: βιοτεχνολογία (Β), νανοτεχνολογία (Ν) και ρομποτική (R). Στην καθαρή επιστήμη, το κοσμικό δισκοπότηρο που αναζητείται σήμερα από μια ευρεία πρώτη γραμμή του επιστημονικού μετώπου περιλαμβάνει την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο γεννήθηκε η ζωή στη Γη, τη δημιουργία τεχνητών οργανισμών, τη γονιδιακή υποκατάσταση και τη χειρουργικής ακρίβειας τροποποίηση του γονιδιώματος, την ανακάλυψη της υλικής βάσης της συνείδησης και, τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, την κατασκευή ρομπότ που θα μπορούν να σκέφτονται ταχύτερα και να εργάζονται αποδοτικότερα από τους ανθρώπους, τόσο υπαλλήλους όσο και εργατοτεχνήτες. Προς το παρόν, αυτές οι προβλεπόμενες πρόοδοι αποτελούν πρώτη ύλη της επιστημονικής φαντασίας. Αλλά όχι για πολύ. Σε λίγες δεκαετίες θα είναι πραγματικότητα.

Τα χαρτιά έχουν πλέον πέσει ανοικτά στο τραπέζι. Πρώτη στην ατζέντα είναι η διόρθωση περισσότερων από χίλια γονίδια για τα οποία έχουν ταυτοποιηθεί σπάνιες μεταλλάξεις που προκαλούν κληρονομικές ασθένειες. Η προτιμώμενη μέθοδος θα είναι η γονιδιακή υποκατάσταση, η αντικατάσταση του μεταλλαγμένου αλληλομόρφου με το φυσιολογικό. Παρότι βρίσκεται ακόμη σε πολύ πρώιμο, εν πολλοίς μη ελεγμένο στάδιο, υπόσχεται να αντικαταστήσει τελικά την αμνιοκέντηση —η οποία επιτρέπει πρώτα την ανάγνωση της δομής των χρωμοσωμάτων και του γενετικού αποτυπώματος του εμβρύου και μετά τη θεραπευτική άμβλωση προκειμένου να αποφευχθεί η αναπηρία ή ο θάνατος. Πολλοί είναι εκείνοι που αντιτίθενται στη θεραπευτική άμβλωση, αλλά προσωπικά αμφιβάλλω ότι θα είναι πολλοί και όσοι θα έχουν αντίρρηση για τη γονιδιακή υποκατάσταση —η οποία μπορεί να παραλληλιστεί με την αντικατάσταση μιας ελαττωματικής καρδιακής βαλβίδας ή ενός προσβεβλημένου νεφρού.

Μία ακόμη πιο προηγμένη μορφή οικειοθελούς εξέλιξης, αν και έμμεση όσον αφορά τις αιτίες της, είναι η προϊούσα ομογενοποίηση των πληθυσμών ανά τον κόσμο μέσω της αυξανόμενης μετανάστευσης και των μεικτών γάμων. Το αποτέλεσμα είναι η μαζική ανακατανομή των γονιδίων των Homo sapiens. Η γενετική ποικιλομορφία μεταξύ των πληθυσμών μειώνεται, αυτή εντός των πληθυσμών αυξάνεται και, συνολικά, η γενετική ποικιλομορφία του είδους μας επίσης αυξάνεται —η τελευταία με εντυπωσιακό τρόπο. Οι τάσεις αυτές δημιουργούν ένα δίλημμα όσον αφορά την οικειοθελή εξέλιξη, το οποίο πιθανότατα θα τραβήξει την προσοχή ακόμη και των πιο μυωπικών πολιτικών «δεξαμενών σκέψης» κατά τις λίγες επόμενες δεκαετίες. Άραγε θέλουμε να καθοδηγήσουμε την εξέλιξη της ποικιλότητας προκειμένου να αυξήσουμε τα επιθυμητά χαρακτηριστικά; Ή να την αυξήσουμε ακόμη περισσότερο; Ή, τέλος —και αυτή κατά πάσαν πιθανότητα θα είναι η βραχυπρόθεσμη απόφαση—, να την αφήσουμε ελεύθερη και να ελπίσουμε για το καλύτερο;

Οι επιλογές αυτές δεν ανήκουν στον χώρο της επιστημονικής φαντασίας και δεν είναι διατυπωμένες επιπόλαια. Αντιθέτως, συνδέονται με ένα επιπλέον δίλημμα βιολογικής βάσης, το οποίο έχει ήδη εισέλθει στη δημόσια συζήτηση, σε βαθμό ανάλογο με εκείνον των αντισυλληπτικών στα λύκεια ή τα σχολικά βιβλία στο Τέξας που δεν αναφέρουν λέξη για την εξέλιξη. Πρόκειται για το εξής: Καθώς τα ρομπότ λαμβάνουν όλο και περισσότερες αποφάσεις και εκτελούν όλο και περισσότερες εργασίες, τι θα μείνει να κάνουν οι άνθρωποι; Θέλουμε όντως να ανταγωνιστούμε βιολογικά με τη ρομποτική τεχνολογία χρησιμοποιώντας εγκεφαλικά εμφυτεύματα και γενετικά ενισχυμένη ευφυΐα και κοινωνική συμπεριφορά; Η επιλογή αυτή θα σημάνει μια απότομη απομάκρυνση από την ανθρώπινη φύση που έχουμε κληρονομήσει και μια θεμελιώδη αλλαγή της ανθρώπινης κατάστασης.

Συζητούμε τώρα για ένα πρόβλημα που είναι καλύτερα να λυθεί στο πλαίσιο των ανθρωπιστικών σπουδών και συνιστά έναν ακόμη λόγο για τον οποίο αυτές έχουν τόσο καθοριστική σημασία. Ώρα, λοιπόν, να ρίξω μια ψήφο υπέρ του υπαρξιακού συντηρητισμού, τη διατήρηση της βιολογικής ανθρώπινης φύσης ως ιερού καταπιστεύματος. Τα καταφέρνουμε μια χαρά με την επιστήμη και την τεχνολογία. Ας συμφωνήσουμε να συνεχίσουμε έτσι και να τις προωθήσουμε ακόμη πιο γρήγορα. Αλλά ας προαγάγουμε επίσης τις ανθρωπιστικές σπουδές, αυτό που μας κάνει ανθρώπινους, και ας μη χρησιμοποιούμε την επιστήμη περιφρονώντας την αστείρευτη πηγή της, το απόλυτο και μοναδικό δυναμικό του ανθρώπινου μέλλοντος.

E.O Wilson – Το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης
Πηγή
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!